ΚΕΦΆΛΑΙΟ 5

18 3 0
                                    

Τιτιβίσματα πουλιών ακούγονται ξανά και η Λούνα σηκώνεται από το κρεβάτι.
Πηγαίνει στην τουαλέτα για να ρίξει νερό στο πρόσωπο της.
Κοιτάζει στον καθρέφτη και λέει:
-Φτου σου κουκλάρα μου,ουτε ζόμπι τέτοια ομορφιά.
Κατευθύνεται προς την κουζίνα να φτιάξει πρωινό.
-Μαααααααξ!
Φωνάζει βλέποντας την κουζίνα άνω κάτω.
Πηγαίνει στο σαλόνι και βλέπει τον Μαξ να κυλιέται στο πάτωμα.
-Χαχα εντάξει αγόρι μου δεν πειράζει.
Του είπε και πηγε να συμμαζέψει την ακαταστασία.

ΔΥΟ ΩΡΕΣ ΑΡΓΌΤΕΡΑ..
Χτυπάει η πόρτα.
-Ξύπνα υπναρού.
Ήταν ο Αντρέ.
-Πέρασε ανοιχτά είναι,και δεν κοιμάμαι καθαρίζω.
Μπαίνοντας μέσα ο Αντρέ έκπληκτος της λέει:
-Αυτό κι αν είναι θαύμα!
-Κόψε τις χαζομάρες πρωί πρωί.
Απάντησε εκνευρισμένη.
-Χαχαχα σε πειράζω εννοείται. Έλα τώρα να μου πεις τι θες για το Φεστιβάλ.

Και συζητούσαν για ώρες.
Μόλις λοιπόν ο Αντρέ έφυγε η Λούνα άνοιξε ξανά τον υπολογιστή κι έψαχνε για ώρες πως μπορεί να βρει την θεραπεία.
Σε 3 μέρες ήταν το Φεστιβάλ και έπρεπε να κάνει γρήγορα.
Όταν τελείωσε πηγε μέχρι την αποθήκη να δει τι ποσότητες πετρελαίου είχε.
Είδε ότι είχε αρκετή ποσότητα (τρία,τέσσερα μπιτόνια).
Ήταν αρκετά για να μετατρέψουν σε στάχτη το εργαστήριο.
Ικανοποιημένη από την εικόνα έκλεισε την αποθήκη και κάθισε στον καναπέ.
Ξεκίνησε να καταστρώνει σχέδια.
Πως,με ποιό τρόπο,πότε ακριβώς θα έκαιγε το εργαστήριο.
Μετά απο αρκετή σκέψη πήγε μια βόλτα γύρω από το εργαστήριο για να παρατηρήσει τη δομή, έτσι ώστε αργότερα να μη γίνει αντιληπτή.
Αμέσως ήξερε τι θα έκανε!
Θα ξεκινούσε βάζοντας φωτιά στην πίσω πόρτα του εργαστηρίου και θα περιέκλειε το εργαστήριο με πετρέλαιο, έτσι θα εγκλωβίζονταν μέσα και οι "τρελοί" επιστήμονες.
Η ώρα περνάει γρήγορα στο Dreamsville.
Καθώς άρχισε να νυχτώνει η Λούνα περπατούσε μόνη το δρόμο για το σπίτι της.
Καθώς διανύει τη μεγάλη διαδρομή σκέφτεται ακόμα πως θα καταφέρει να βρει θεραπεία,και αυτό είναι η μόνη σκέψη που βασανίζει το μυαλό της.
Λίγο αργότερα φτάνοντας σπίτι βρίσκει ένα δέμα στην πόρτα.
Μπαίνοντας μέσα δεν συγκρατείται και το ανοίγει.
Βλέπει ένα γράμμα γεμάτο μοβ χρυσόσκονη.
"Αγαπητή Λούνα,
Μπορείς να μάθεις πολλά από τον Μαξ. (Ναι έμαθα το όνομα του)
Έχετε ένα κοινό μυστικό εσείς οι δύο.
Θα δεις στην πορεία πως τα κοινά σας είναι πολλά.
Με αγάπη και σεβασμό,Ατάλια."
Η Λούνα παραξενεύτηκε.
Κοίταξε στο πακέτο κι είχε ένα μικρό μουσικό κουτί.
Μια μπαλαρίνα αναδυόταν στον ρυθμό μιας γλυκιάς μελωδίας βγαλμένης από τα όνειρα.
Της θύμισε εκείνο το κουτί που της άφησε ως δώρο η μητέρα της.
Αλλά αποκλείεται να είναι εκείνη.
Είχε πεθάνει σε ένα ατύχημα οταν η Λούνα ηταν 2 ετών.
Ταραγμένη η Λούνα άφησε το περιτύλιγμα στο τραπέζι και πήρε στο δωμάτιο της το γράμμα και το μουσικό κουτί.
Διάβαζε και ξαναδιάβαζε το γράμμα και κούρδιζε το μουσικό κουτί ξανά και ξανά προσπαθώντας να καταλάβει ποιά ήταν η Ατάλια.
Πάνω στις σκέψεις της κατάλαβε πως ο Μαξ έλειπε, και άρχισε να τον φωνάζει.
Μα ο Μαξ ηταν άφαντος.
Έχει ήδη πάει μεσάνυχτα και το ρολόι χτυπάει δώδεκα φορές.
Η Λούνα ξαπλώνει στεναχωρημένη για τον Μαξ.
Δάκρυσε και την πήρε ο ύπνος.

Διχασμένη ΨυχήWhere stories live. Discover now