Το μπαρ Madam δεν ήταν ένα ήσυχο μπαράκι αλλά ούτε και κανένα ξέφρενο κλαμπ. Ήταν ένας χώρος βραδινής διασκέδασης, όπου μπορούσες να πιεις το ποτό σου με τη συνοδεία μουσικής, όχι από αυτές που χόρευες σαν να ξεβιδωνόσουν, αλλά αισθησιακή και ερωτική μουσική, που βοηθούσε την ατμόσφαιρα, μεταξύ των πελατών και των συνοδών τους.
Κατά κόρον, το μέρος εκείνο δεχόταν γυναίκες ως πελάτες ενώ υπήρχαν άτομα, κυρίως άντρες που τις δέχονταν, περνούσαν χρόνο μαζί τους, έπιναν αρκετά ποτά και ίσως να φλέρταραν κιόλας. Οι πιο έμπειροι και ανοιχτόμυαλοι συνέχιζαν τη βραδιά τους και εκτός κλαμπ με την «παρέα» της ντάμας τους, κερδίζοντας τα μπόνους, όπως τα ονόμαζαν.
Φορώντας τα ρούχα που δανείστηκα από τον Νίκο, εμφανίστηκα στο μπαρ λίγο νωρίτερα από την ώρα λειτουργίας, το οποίο ήταν υπό την δικαιοδοσία των Λεβίν. Στο μπαρ βρίσκονταν όλοι οι υπόλοιποι συνοδοί, άντρες μεταξύ είκοσι πέντε και σαράντα, ντυμένοι στην τρίχα, αρωματισμένοι και σε κάποιες περιπτώσεις μακιγιαρισμένοι.
Όλοι τους άντρες αρκετά όμορφοι και γοητευτικοί. Ο καθένας με τον χαρακτήρα και τον τύπο του, προσέλκυε τις ντάμες του. Κάποιοι ήταν αρκετά έμπειροι και είχαν χωρίσει τις πελάτισσες σε κατηγορίες. Αν εντόπιζαν τον τύπο τους, κατευθύνονταν προς το μέρος τους.
Ήμουν ελαφρώς κοντύτερος από τους υπόλοιπους όμως κανείς δεν μπορούσε να αγνοήσει και τη δική μου γοητεία. Έπειτα, ήμουν πιο νέος ακόμη και από το νεαρότερο συνοδό. Φρέσκο αίμα.
Φυσικά, η ηλικία δεν έπαιζε μεγάλο ρόλο. Οι πελάτισσες είχαν και εκείνες τις προτιμήσεις και τις επιθυμίες τους. Κάποιες ήθελαν ώριμους συνοδούς και άλλες πιο νέους. Κάποιες ήθελαν απλά παρέα και κάποιες κάτι παραπάνω.
-«Λέο, καιρός έχεις να περάσεις από τα μέρη μας.» με καλωσόρισε ο μπάρμαν.
-«Με ξέρεις εμένα. Πότε από εδώ και πότε από εκεί. Όπου με πηγαίνει ο άνεμος.» απάντησα.
-«Λοιπόν, ο άνεμος σε έφερε προς τα εδώ για μια εβδομάδα. Ελπίζω να μας φέρεις γούρι και καλές δουλειές.» αποκρίθηκε. Ήταν αρκετά φιλικός αλλά αυτή ήταν η δουλειά του.
Ο φωτισμός του μπαρ χαμήλωσε και η αισθησιακή μουσική άρχισε να παίζει μόλις πήγε εννέα, ενώ οι σερβιτόροι ήταν ετοιμοπόλεμοι. Οι συνοδοί διόρθωναν μερικές λεπτομέρειες στη μόστρα τους. Τέτοια μαγαζιά γέμιζαν συνήθως μετά τις έντεκα. Όμως οι πρώτες πελάτισσες εισήλθαν κατά τις δέκα και μισή και οι πρώτοι συνοδοί έπιασαν δουλειά.
YOU ARE READING
Χαμαιλέων
RomanceΜέχρι που θα έφτανες προκειμένου να επιβιώσεις; Πόσο προσκολημμένος είσαι στη ζωή; Αρκετά ώστε να θυσιάσεις τα πάντα; Λέο Χαρτ. Ένα άτομο που προκειμένου να επιβιώσει, δεν θα διστάσει να θυσιάσει την ηθική, την υπόληψη και τις πεποιθήσεις του. Ένα...