Κεφάλαιο 1

66 2 1
                                    

Τα μάτια του Χάρη άνοιξαν καθώς ένιωσε τον ήλιο να τα χτυπάνε. Σηκώθηκε από το κρεβάτι του να ντυθεί και μετά πήγε να δει πως είναι η Δάφνη. Χτύπησε την πόρτα του δωματίου της και άκουσε την φωνή της να του λέει να μπει.

«Καλημέρα.» της είπε και έκανε να την βοηθήσει στην καρέκλα της. «Καλημέρα.» του είπε και εκείνη. «Πεινάς; Θα φτιάξω πρωινό.» Η Δάφνη εγνεψε και μετά πήγαν στην κουζίνα.

Καθώς έτρωγαν το κινητό του χτύπησε. Μύνημα από την Στέλλα. «Θα σε δω στη δουλειά» έλεγε και εκείνος χαμογέλασε ασυναίσθητα. «Τι έγινε και γελάς έτσι;» τον ρώτησε η Δάφνη. «Τίποτα. Έτσι.» της απάντησε κάπως βιαστικά και εκείνη απλά κούνησε το κεφάλι της και συνέχισε να τρώει.

~

Η Στέλλα τον περίμενε έξω από το αστυνομικό τμήμα και εκείνος περπάτησε από πίσω της και την αγκάλιασε σφιχτά από την μέση. Εκείνη γέλασε και γύρισε να τον φιλήσει απαλά στα χείλη. «Γειά» της ψιθύρισε. «Γειά» ψιθύρισε και εκείνη. «Πως είσαι;» την ρώτησε. «Καλά...εσύ; Η Δάφνη;» Τα μέτωπα τους ακούμπησαν. «Καλά είναι. Θα έλεγα πως τα πράγματα στο σπίτι είναι καλύτερα.» Η Στέλλα χαμογέλασε. «Ωραία...ωραία. Λοιπόν πρέπει να πάμε μέσα. Θα έρθει σε λίγο η Άννα για να συνεχίσουμε την έρευνα για την δολοφονία του Στέφανου.» Ο Χάρης έγνεψε. «Να σου πω...πιστεύεις ότι η Άννα έχει καταλάβει κάτι... ξέρεις για εμάς;»
«Κάτι έχει υποψιαστεί νομίζω. Χθες βγήκαμε μαζί μια βόλτα. Κάποια στιγμή ίσως της πούμε κάτι.» του είπε η Στέλλα.

«Σωστά μπορούμε» είπε και αυτός καθώς η Στέλλα προχώρησε μπροστά του. Εκείνος γύρισε να κοιτάξει πίσω του και πέτυχε με το βλέμμα του έναν μουσάτο άντρα που μόνο καλό δε σήμαινε. Ένιωσε το αίμα του να παγώνει και γύρισε όταν άκουσε την Στέλλα να ρωτάει αν έρχεται. Της εγνεψε και όταν ξανά γύρισε, είχε εξαφανιστεί. Σιγά σιγά μάζεψε τα πόδια του και την ακολούθησε.

~

Η δουλειά στο γραφείο δεν ήταν πολύ και η Στέλλα είχε φύγει να κάνει καφέ. Εκείνος είχε θολώσει τελείως και είχε ανησυχήσει πολύ μετά από αυτό που είδε. Βγήκε από τις σκέψεις του αφού η Άννα η οποία στεκόταν έξω από τα γραφεία τους φώναξε για τρίτη φορά το όνομα του. «Άννα...γειά.» την χαιρέτησε. Η Άννα πείρε μία καρέκλα και κάθισε δίπλα του. «Έγινε κάτι;» την ρώτησε. Κοίταξε να δει αν έρχεται η Στέλλα και μετά γύρισε πάλι στην Άννα. «Νομίζω ότι η Στέλλα κινδυνεύει.» της είπε. Η Άννα σοκαρίστηκε και έφερε το χέρι της στο πρόσωπο της. «Τι; Από ποιόν;» τον ρώτησε. Έκλεισε τα μάτια του και αναστέναξε. «Δεν μπορώ να σου πω. Όχι ακόμη. Πρέπει να είμαι σίγουρος ότι η Στέλλα είναι ασφαλής. Άκουσε με... θέλω να σου ζητήσω μία χάρη.» Η Άννα έγνεψε και του έκανε νόημα να συνεχίσει. «Θέλω να μείνεις με την Στέλλα απόψε. Αν εμπιστεύομαι κάποιον άλλον κοντά της αυτός ο άνθρωπος είσαι εσύ. Πρέπει να δω πως θα την κρατήσω ασφαλή.» της είπε. «Εντάξει. Θα της πω να περάσει από εμένα σήμερα. Πρέπει να της το πεις κάποια στιγμή όμως. Χρειάζεται να ξέρει.» του είπε. «Έχεις δίκιο» είπε σιγανά και εκείνη την στιγμή γύρισε η Στέλλα με τον καφέ της. «Γειά Άννα.» είπε και κοίταξε προς το μέρος της Άννας. Εκείνη χαμογέλασε. «Στέλλα...πως είσαι;» την ρώτησε. «Καλά είμαι. Εσύ Άννα;» είπε η Στέλλα. «Καλά και εγώ. Να σου πω...θες να περάσεις από εμένα σήμερα; Θα ήθελα λίγη παρέα.» Η Στέλλα έγνεψε. "Ναι εννοείται. Μετά την δουλειά;» «Ναι.» Η Άννα έγνεψε και κοίταξε τον Χάρη ο οποίος την κοιτούσε με ένα βλέμμα ευγνωμοσύνης. Κάπως έτσι γύρισαν πίσω στη δουλειά.

~

Η δουλειά τελείωσε και ο Χάρης περπατούσε δίπλα από την Στέλλα καθώς έβγαιναν από το τμήμα. Η Στέλλα γύρισε να τον κοιτάξει. «Είσαι πολύ σιωπηλός σήμερα.» Έπιασε το χέρι της και προσπάθησε να αποφύγει όσο γίνεται το βλέμμα της. «Απλά είμαι λίγο κουρασμένος. Θα τα πούμε αύριο έτσι;» της είπε και έσκυψε να την φιλήσει. «Θα τα πούμε αύριο. Καληνύχτα.» «Καληνύχτα μωρό μου»

Έμεινε να την κοιτάει καθώς εκείνη περπατούσε προς το αμάξι της Άννας. Πολλές σκέψεις περνούσαν από το μυαλό του, μα μία κυριαρχούσε. Θα έκανε τα πάντα για την Στέλλα Καραθάνου. Τα πάντα.

~

«Λοιπόν... εσύ και ο Χάρης...» είπε η Άννα καθώς οδηγούσε και ένιωσε το βλέμμα της Στέλλας πάνω της. «Εγώ και ο Χάρης τι;» είπε η Στέλλα παίζοντας την ανήξερη. «Κάνετε μία ωραία ομάδα οι δύο σας.» Η Στέλλα γέλασε. «Ναι...ναι θα έλεγα ότι κάνουμε» είπε.

Έμειναν στην σιωπή για λίγο μέχρι που η Άννα γύρισε στην Στέλλα. «Είναι τυχερός που σε έχει Στέλλα.» Η Στέλλα την κοίταξε με συγκίνηση στα μάτια. «Εγώ είμαι πιο τυχερή.»

Η Άννα έστρεψε τα μάτια της πάλι στον δρόμο και η Στέλλα κοίταξε έξω από το παράθυρο χαμογελώντας.

~

Ήταν σκοτεινά στην γωνία που πάρκαρε ο Χάρης. Βγήκε από το αμάξι του και άρχισε να περπατάει προς το σπίτι του όταν ένιωσε σαν κάποιος να τον ακολουθεί. Πήγε να τραβήξει το όπλο του όταν άκουσε τον ήχο άλλου όπλου να βγαίνει από πίσω του και κάποιον να φωνάζει να σηκώσει τα χέρια του. Ο Χάρης το έκανε σιγά σιγά και άρχισε να σκέφτεται τι θα μπορούσε να κάνει για να ξεφύγει. «Λοιπόν Παυλίδη. Για το καλό σου...ή μάλλον καλύτερα για το καλό της Στέλλας σου, θα μπεις στο αμάξι δίπλα σου» είπε η φωνή από πίσω του. Ο Χάρης περίμενε για μία στιγμή και μετά γύρισε και έπιασε το χέρι του άντρα πριν προλάβει να πυροβολήσει, και προσπαθώντας να τον ακινητοποιήσει. Τότε άκουσε κάποιον να τρέχει από πίσω του και να βάζει ένα πανί στο πρόσωπο του. Ένιωσε τα πόδια του να τρέμουν και τα βλέφαρα του να κλείνουν και τότε έχασε τις αισθήσεις του.

Η Εξαφάνιση 💙Où les histoires vivent. Découvrez maintenant