κεφαλαιο 2:

111 17 6
                                    

Φορκς,Ουασινγκτον.

Θα κανω μια νεα αρχη ελεγα στον εαυτο μου καθως σηκονωμουν για να ετοιμαστω για την πρωτη μου μερα στο νεο μου σχολειο.

Επιτελους σηκωθηκα και πηγα στο μπανιο να ετοιμαστω. Κοιταχτηκα στον καθρευτη του μικρου μπανιου μου. Ειχα αλλαξει αρκετα τους τεπευταιους δυο μηνες. Τα ζυγωματικα μου ειχαν βαθυνει ενω τα σκουρα καστανα μαλλια που πλαισιωναν το χλομο προσωπο μου ειχαν μακρυνει και εφταναν λιγο πιο πανω απο την μεση. Τα πρασινα ματια μου ειναι κοκκινα απο την αυπνια και εχουν χασει εκεινο το εντονο σμαραγδι χρωμα τους. Τα συνοδευουν μαυροι κυκλοι κατω απο αυτα.

Ξεφυσαω και κοιταω το παραθυρο. Βρεχει και σημερα, αλλα δεν με πειραζει... Ισα-ισα μου αρεσει.
Καθομαι λιγη ωρα να ακουω τον ηο των σταγονων της βροχης που τοσο με ηρεμει.

Το κορμι μου ειναι ακαμπτο και πιασμενο απο την κουραση των τελευταιων ημερων.
Ετσι μπαινω για ενα ζεστο, χαλαρωτικο ντουζ. Το καυτο νερο φαινεται λιτρωση εκεινη την στιγμη και το μεθυστικο αρρωμα της βανιλιας του σαπουνιου με αναζωογονει.

Μετα απο λιγο βγαινω, βαζω το αγαπημενο μου τζιν, μια μαυρη μπλουζα και τα χιλιοφορεμενα μου αρβυλακια και βαφομαι ελαφρα.

<<Ρεiβεεεν>>
Ακουω την Τρις απο κατω να με φωναζει για πρωινο.

Πριν κατεβω ριχνω μια ματια στο καινουριο μου δωματιο. Δεν ειναι πολυ μεγαλο, εχει ενα ανετο μονο κρεβατι με λευκα σεντονια, ενα ξυλινο γραφειο, μια ντουλαπα ( πολυ μεγαλη για τα ελαχιστα ρουχα που εχω ) και το καλυτερο μια μεγαλη βιβλιοθηκη για να την γεμισω με αγαπημενα μου βιβλια!
Παντα λατρευα τα βιβλια αλλα δυστιχως η προηγουμενη αναδοχη οικογενεια μου δεν μου επερνε τιποτα παραπανω απο τα απαραιτητα. Αλλα απο την πρωτη στιγμη μου ηρθα εδω η τρις (η νεα μου μητερα) γνωριζοντας την αγαπη μου για τα βιβλια μου εδωσε χρηματα λευτα ωστε να αγορασω αρκετα!

Κατεβηκα κατω οπου ολοι καθονταν στο τραπεζι της κουζινας οπου απολαμβαναν το πρωϊνο τους. Η Τρις εβαζε την μικρη Ευαγγελιν να φαει τα δημητριακα της ενω ο Καλ διαβαζε την εφημεριδα του με μια κουπα ζεστο καφε στο χερι.
Ασυναισθητα ενιωσα ενα τσιμπημα ζηλιας και φανταστηκα πως θα ηταν να ειχα την οικογενεια μου τωρα...

<<Καλημερα>>
Ειπε ο Καλ μολις με ειδε. <<Στις ομορφιες σου>> συμπληρωσε.

<<Καλημερα γλυκια μου, σου ετοιμασα καφε οπως μου ειπες οτι σου αρεσει>> ειπε η Τρις και χαμογελασε.

&quot;Ζώντας στο σκοτάδι&quot;Where stories live. Discover now