ΠΡΟΛΟΓΟΣ

522 50 26
                                    

Ξημέρωνε η  μέρα που θα ανέτρεπε την ζωή μου. Όλο το σπίτι ήταν στολισμένο από την προηγούμενη,  γεμάτο λευκό τούλι στις πόρτες, στα μπαλκόνια και ρύζι με κουφέτα στους δίσκους.

 Το βράδυ για μένα πέρασε πολύ δύσκολα. Σχεδόν βασανιστικά. Σκέψεις, και ξανά σκέψεις..... εικόνες....λόγια....και συνειδητοποίηση. Ήμουν ένα βήμα πριν την μεγάλη απόφαση και ακόμα δεν ήμουν σίγουρη. Δεν ήξερα.... Μπορούσα να το κάνω; Γιατί κάτι μέσα μου με έτρωγε και με βασάνιζε σα να μου έλεγε ότι όλο αυτό δεν άνηκε σε μένα. Όλο αυτό ήταν για κάποια άλλη. Και όμως, εγώ ήμουν αυτή που πριν από δύο μήνες δοκίμαζα νυφικά, γυρνούσα να βρω στολισμό για την εκκλησία, όχι μόνη μου φυσικά αλλά με την συνοδεία της μητέρας μου και της κολλητής μου. 

Και αυτός ο φριχτός πονοκέφαλος που δεν έλεγε να περάσει με τίποτα. Με βασάνιζε όλο το βράδυ, όπως με βασανίζει αρκετούς μήνες τώρα. Πιάνω του κροτάφους μου και τους τρίβω σκληρά μήπως και περάσει αλλά μάταιος κόπος. 

Γιατί δεν θυμάμαι το παρελθόν μου; Γιατί; Ένα μεγάλο ερωτηματικό με καίει τους τελευταίους μήνες και κανείς δεν με βοθάει. Νιώθω ότι όλοι μου λένε ψέμματα. Ότι μου κρύβουν μία τεράστια αλήθεια. Το αισθάνομαι κάθε φορά που βλέπω τα συνωμοτικά βλέμματα της οικογενειάς μου όταν τους ρωτάω για ποιον λόγο δεν θυμάμαι τι συνέβη πριν μερικούς μήνες στην ζωή μου. Γιατί υπάρχει αυτό το κενό. Όλοι μου λένε ότι οφείλεται στο ατύχημα που είχα με το αυτοκίνητο, αλλά είμαι σχεδόν βέβαιη ότι αυτή είναι η μισή αλήθεια. 

Και αυτή η φωνή που κατακλύζει το μυαλό μου όταν προσπαθώ να σκεφτώ περισσότερο; "Λουλούδι μου....εγώ θα είμαι τα πάντα για σένα.... η ζωή σου όλη" Αυτή η φωνή είναι τόσο οικεία αλλά και τόσο ξένη συνάμα. Είναι η φωνή ενός άντρα που με ηρεμεί και με ταράζει. Είναι η φωνή κάποιου που γνωρίζω αλλά είναι και μια ξένη φωνή ταυτόχρονα. 

Το φως του ήλιου που αρχίζει να μπαίνει από τις γρύλιες του παραθυρου μου το αισθάνομαι βαρύ στα βλεφαρά μου. Αρνούμαι να τα ανοίξω. Θέλω να τα έχω κλειστά, μήπως και θυμηθώ κάτι...έστω ένα μικρό στοιχείο. Αλλά τίποτα.

Η πόρτα στο δωματιό μου ανοίγει και ακούω την μητέρα μου να φωνάζει: "Σήκω υπναρού! Ξημερώνει η μεγάλη μέρα. Σήκω και έχουμε τόσα πράγματα να κάνουμε." Ακούω επίσης και χαχανητά να ακολουθούν την φωνή της μητέρας μου και καταλαβαίνω ότι έχουν έρθει η κολλητή μου και οι ξαδέλφες μου.

Προσπαθώ να ανοίξω τα μάτια μου και μέσα από την θολή ορασή μου ξεχωρίζω κάτι σκιές. "Μαμά σε παρακαλώ, λίγο πιο σιγά, ακόμα δεν έχω ξυπήσει καλά καλά." Λέω ψέμματα, σάμπως έχω κοιμηθεί και καθόλου; Ήμουν ξαπλωμένη με κλειστά τα μάτια μέσα στα δικά μου σκοτάδια. 

"Έλα έλα σήκω γιατί σε λίγο θα έρθει η κοπέλα για τα μαλλιά σου. Σήκω να φας κάτι και να κάνεις ένα μπάνιο." Πετάει η Χαρά τραβόντας μου τα σεντόνια. Είναι αρχές καλοκαιριού και η ζέστη αρχίζει και κάνει αισθητή την παρουσία της πρωί πρωί. 

Σηκώνομαι με αργές κινήσεις, τρίβω τα μάτια μου, κατεβάζω τα πόδια μου στο πάτωμα και χασμουριέμαι. Η αλήθεια είναι πως δεν έχω καμία διάθεση να σηκωθώ από το κρεβάτι μου αλλά ξέρω ότι για μία ακόμη φορά ότι δεν πρόκειται να περάσει το δικό μου. Οπότε φοράω τις σαγιονάρες μου και χωρίς να πω κουβέντα σε καμιά τους, τις προσπερνάω και πηγαίνω στο μπάνιο. Ανοίγω την πόρτα και ξαφνικά αισθάνομαι ότι μπορώ να έχω λίγες στιγμές μοναξιάς ακόμα. Κλειδώνω γρήγορα την πόρτα και πλησιάζω τον καθρέπτη δειλά δειλά. Κοιτάζω μέσα του το ειδωλό μου, περνάω τα δαχτυλά μου από τα μαύρα μακριά μπερδεμένα μαλλιά μου, κλείνω τα μάτια μου και ακούω για άλλη μία φορά εκείνη την γνωστή- άγνωστη φωνή. "Λουλούδι μου...." 

Ανοίγω απότομα τα μάτια μου και κοιτάζω αριστερά δεξιά για να δω αν υπάρχει κανείς μέσα στο μπάνιο. Είμαι τελείως μόνη μου όμως. Μόνη με τις σκέψεις μου που με τυρρανούν αλύπητα, κάθε φορά που νιώθω αυτό το έντονο σφίξιμο στο κεφάλι μου από τον πονοκέφαλο. Τι έχει συμβεί; Ποιος θα μπορέσει να με βοηθήσει; Γιατί ακούω συνέχεια μόνο αυτή την φωνή; Ποιος είναι αυτός ο άντρας; Σίγουρα δεν είναι αυτός που θα παντρευτώ. Την έχω ακούσει την φωνή του πάρα πολλές φορές και δεν είναι η δική του. Η συγκεκριμένη φωνή έχει μία βραχνή χροιά. Την συγκεκριμένη κουβέντα δεν μου την λέει ποτέ ο μέλλοντας συζυγός μου. Με αποκαλεί με διάφορα άλλα γλυκόλογα αλλά σίγουρα δεν με έχει πει ποτέ έτσι.

Αποφασίζω να μπω κάτω από το ζεστό νερό του ντους για να ηρεμήσω λίγο. Κλείνω τα μάτια μου και αφήνω το ζεστό νερό να με χαλαρώσει. Λούζω τα μαλλιά μου με χαλαρές κινήσεις και μετά πλένω και το σώμα μου. Αφήνω το νερό να τρέχει συνέχεια πάνω μου μήπως και μου ασκήσει τις θεραπευτικές του ιδιότητες. 

Ο πονοκέφαλος όμως γίνεται πιο έντονος. Σφίγγω δυνατά τα μάτια μου και βλέπω την εικόνα ενός άντρα, ενός πολύ όμορφου άντρα. Ψηλού, μελαχροινού, χαμογελάστού άντρα που μου απλώνει το χέρι του και με προσκαλεί να το πιάσω....Θέλω να πάω κοντά του και ας μην τον γνωρίζω. Νιώθω σα να τον ξέρω. Νιώθω ότι αυτός ο άντρας σημαίνει πολλά για μένα. Σημαίνει την ίδια μου την ζωή.

Το ονομά μου είναι Ζωή και έτσι ξεκινά η δική μου ιστορία.

Το ονομά μου είναι ΖωήWhere stories live. Discover now