Ήταν μια καθημερινή μέρα. Τα παιδιά τρέχανε στις γύρω γειτονιές. Οι άνθρωποι γελούσαν προσπαθώντας έτσι να αποφύγουν όλα τα προβλήματα που τους απασχολούσαν. Όλα κυλούσαν ομαλά...Κάπου εκεί κοντά σε ένα μικρό σπίτι στην Τούμπα ζούσε και η ηρωίδα μας η Άννα. Ήταν μόνο 14 χρονών. Είχε μάτια που πετούσαν σπίθες, και ένα πλατύ χαμόγελο που ακόμα και στο σκοτάδι αναγνώριζες ποια ήταν.
Ένα στενό πιο κάτω κατοικούσε μαζί με την οικογένεια του ο Αλέξης ένα παιδί περίπου 19 χρονών. Είχε ξανθά μαλλιά και καταγάλανα μάτια που ταίριαζαν τέλεια με αυτά της Ιωάννας. Ο Αλέξης ήταν ένα ταπεινό παιδί με όνειρο κάποια στιγμή να έχει μια παγκόσμια αναγνώριση στο ταλέντο του, στην υποκριτική.Η μέρα κυλούσε ομαλά όπως πάντα η Ιωάννα ετοιμαζόταν να πάει στο σχολείο. Με βαριά καρδιά λοιπόν ετοίμαζε την τσάντα της για να γίνει το ξεκίνημα των σχολικών μαθημάτων.Ο Αλέξης κοιμόταν...Έβλεπε ένα ωραίο όνειρο με μια όμορφη κοπέλα με μαύρα μαλλιά και καταπράσινα μάτια. Την είδε ξαφνικά να έρχεται κατά πάνω του να τον πλησιάζει και ξαφνικά με ένα άγγισμα της να τον φιλάει με πάθος, σαν να μην υπάρχει αύριο, σαν ο κόσμος να σταματάει εκείνη την στιγμή και να αρχίζει ταυτόχρονα. Ξαφνικά ακούγεται μια γυναικεία φωνή. Αυτή η φωνή ακούγεται οικεία, καθώς τον ξυπνάει από το όμορφο και γλυκό του όνειρο που τόσο πολύ επιθυμούσε να ζήσει. Παρόλο που είναι αγόρι ονειρεύεται κάποια ιδανική κοπέλα, κάποια που θα τον κάνει να δει τον κόσμο και τους γύρω του με άλλο μάτι, ένα πιο γλυκό και συνειδητοποιημένο μάτι, γιατί τότε θα έχει πέσει στην παγίδα του θεού έρωτα.
<<Ρε μάνα πέντε λεπτά αργότερα>> λέει καθώς αλλάζει πλευρό. Δεν ήθελε να σηκωθεί από το κρεβάτι. Του άρεζε να χουχουλιάζει κάτω από τις ζεστές κουβέρτες. Μετά από λίγο βέβαια σηκώθηκε έφτιαξε ένα τοστ, ντύθηκε, αποχαιρέτισε την μάνα του και έβαλε μπρος το αυτοκίνητο του για να πάει στην σχολή του. Το μόνο που τον παρηγορούσε μέσα στην πρωινή βαρεμάρα του ήταν το ότι θα πάει να συνεχίσει ένα ίσως καλύτερο όνειρο από αυτό που είδε όταν κοιμότανε παρέα με τους ποιητές και συγγραφείς που μελετάει καθημερινώς.
Στο μεταξύ....
Η Ιωάννα μόλις είχε πατήσει το πόδι της στο σχολείο...Τίποτα δεν της φαινόταν διαφορετικό τα πάντα γύρω της ήταν ίδια. Ο κάθε ένας στην δική του παρέα και οι συνηθισμένες κλίκες με τα διάσημα παιδιά του σχολείου κάθονταν στην πόρτα. Καθώς προχωρούσε ακούει ένα αγόρι από την παρέα με τους << διάσημους>> να φωνάζει το όνομα της. Το κορίτσι παραξενεύτηκε αναρωτήθηκε πως γνωρίζει αυτός το όνομα της. Όσο το σκεφτόταν αυτό, το αγόρι την πλησίαζε όλο και περισσότερο και της συστήθηκε. Τον λέγανε Γιώργο ένα μελαγχρινό παιδί με κατάμαυρα μάτια και ένα θεληματικό πηγούνι που μαρτυρούσε πόσο ήθελε το κορίτσι. Εκείνη με ένα πλατύ χαμόγελο του λέει:<< Χάρηκα πολύ>> Εκείνος της αποκρίνεται:
<< Έλα να κάτσεις μαζί μας να σε γνωρίσω και στους υπολοίπους...>>.
Το κορίτσι χωρίς δεύτερη κουβέντα υπάκουσε στο θέλημα αυτού του αγοριού και κάθισε κοντά του. Δεν γνώριζε κανέναν όλοι τις συστήνονταν και αυτοί με ένα μεγάλο χαμόγελο τους συστήνονταν και αυτή. Είχε μόλις χτυπήσει το κουδούνι για την προσευχή και ο καθένας από αυτούς τράβηξε για την δική του γραμμή. Το αγόρι παρόλο που ήταν πλέον μακριά της συνέχισε να την κοιτάζει χωρίς να την χάνει στιγμή από τα μάτια του. Την ήθελε, την ήθελε πολύ και έπρεπε να βιαστεί, γιατί η χρονιά κάποτε θα τελείωνε και αυτός θα έφευγε στο Λύκειο.
YOU ARE READING
Ο Μιμος Και Η Κοπελα
Teen FictionΠως μπορεις να ξεπερασεις εναν παλιο σου ερωτα και εναν νυν εγωισμο; Αραγε η αγαπη τοσο δυνατη οσο ειναι μια φιλια; Οι ηρωες μας ο Αλεξης και η Αννα ειναι δυο απλοι ανθρωποι οι οποιοι ζουν κανονικα. Δυο νεοι ανθρωποι που εχουν ολοι την ζωη μπροστα τ...