Κεφάλαιο 1.Η πρώτη ματιά.

132 15 2
                                    

Ξυπνάω από έναν δυνατό θόρυβο σα να έγινε σεισμός.Πηδάω πάνω από την μάλλινη κουβέρτα μου,βάζω της παντόφλες μου και τρέχω στο σαλόνι να δω τι έγινε.

"Μαμά τι έγινε φοβάμαι?" Το λέω στην μαμά μου ή οποιά με παίρνει στην αγκαλιά της όσο ποιο σφιχτά μπορεί.

"Τίποτα κοριτσάκι μου θα περάσει ηρέμησε"

Βλέπω στα πρόσωπά της μητέρας μου και του πατέρα μου ένα βλέμμα φοβισμένο δεν μου έλεγαν όμως τι έγινε και ανησυχούσα όλο και ποιό πολύ.

"Μπαμπά πες μου σε παρακαλώ με τρομάζεις"

"Δεν ξέρω τι έγινε ακόμα αλλά έγινε αυτό που φοβόμασταν πάω στο γραφείο μου να ψάξω περισσότερα"

Τι ήταν αυτό που φοβόταν? Γιατί δεν μου λέει κανείς?

Αλλά εφόσον ο πατέρας μου είναι ο Δήμαρχος του χωριού θα βρεί την άκρη αλλά θέλω να ξέρω και εγώ να βοηθήσω όσο γίνεται.

"Πάνε ξάπλωσε κοριτσάκι μου και αύριο πρωί πρωί θα είναι όλα εντάξει"

"Μαμά φοβάμαι τι είναι αυτό που είπε ο μπαμπάς?"

"Τίποτα κοριτσάκι μου απλά ο μπαμπάς σου υπερβάλει λίγο αφού τον ξέρεις όταν αφορά το χωριό του γίνεται αλος άνθρωπος"

Εγώ ξέρω πολύ καλά ότι κάτι ξερει η μαμά μου και δεν μου το λέει το βλέπω στα μάτια της απλά δεν μου το λέει γιανα μην φοβηθώ περισότερο.

Ξέρω ότι ο μπαμπάς μου δεν υπερβάλει και κάτι έχει συμβεί.Στέκομαι στης σκάλες για τον επάνω όροφο όταν ακούω τον πατέρα μου να μιλάει με την μαμά και να είναι πολύ ταραγμένος.

"Δεν μπορώ να το πιστέψω πρέπει να πάρουμε δραστικά μέτρα από τώρα προτού γίνει κάτι χειρότερο και αύριο πρωί πρωί να πάμε να τους δούμε"

Πάω και ξαπλώνω στο κρεβάτι μου αλλά δεν με πιάνει ύπνος .Τι μέτρα να πάρει και ποιους να πάει να δει?Όλα αυτά τα σκεφτόμουν όλο το βράδυ όταν τελικά με παίρνει ο ύπνος.

Το πρωί σηκώθηκα ακόμα δεν είχα καταλάβει τι είχε συβμεί χθές την νύχτα.Βάζω ένα τζίν μία κοντομάνικη μπλούζα και τα σταράκια μου τα μαύρα.Κατεβαίνω κάτω με πολύ ησυχία γιατί οι γονείς μου ακόμα κομιζόντουσαν και δεν ήθελα να τους ξυπνήσω.

Πάω στην κουζίνα τρώω ένα μήλο και ένα μπόλ δημητριακά σοκολάτας.Βγένω εξω να δώ αν μπορώ να καταλάβω κάτι ή να ρωτήσω κανέναν.Πολύ παράξενο όλα τα μαγαζιά κλειστά κανένας στον δρόμο μόνο ερημιά.

Προχωράω λίγα ακόμα βήματα όταν βλέπω έναν κύριο να είναι λιπόθυμος στον δρόμο.

"Είστε καλά κύριε τι πάθατε?"

"Φύγε αυτό που έγινε εχθές την νύχτα είναι καταστροφικό".

Τρώμαξα τόσο πολύ που άρχισα να τρέχω γιανα βρώ εξηγήσεις.Όταν ξαφνικά έπεσα πάνω σε κάπιον γύρισα να δω ποιός είναι.

Και τότε τον είδα...

Αυτό ήταν το πρώτο κεφάλαιο ελπίζω να σας άρεσε!!



Δύο Διαφορετικοί Κόσμοι.Where stories live. Discover now