Η Αλίκη καθόταν ακίνητη στην καρέκλα της, με κλειστά τα μάτια. Ο καφές που έπινε ήταν υπέροχος. Πρώτη φορά γευόταν κρύο καφέ με τόσο έντονη γεύση. Το μαγαζί που καθόταν μύριζε σελίδες βιβλίου και γλυκά. Η μουσική που έφτανε στα αυτιά της ήταν απαλή και χωρίς λόγια.
Άνοιξε τα μάτια της για να αντικρίσει απέναντι της μια άδεια καρέκλα. Τι κρίμα! σκέφτηκε να έχει βρει ένα τόσο όμορφο σημείο και να μην έχει με καποιον να το μοιραστεί!
Ήταν πρωί και οι αχτίδες του ήλιου φώτιζαν απαλά την καφετέρια. Ήταν γεμάτη και ταυτόχρονα άδεια. Η Αλίκη έβλεπε τις παρέες γύρω της να ανοιγοκλείνουν το στόμα τους και να γελάνε. Σαν όμως κάποιος να είχε κλείσει τον ήχο. Στα αυτιά της έφτανε μόνο ένα απροσδιόριστο βουητό.
Κοίταξε γύρω της με περιέργεια. Όλοι έμοιαζαν και όλοι ήταν τόσο διαφορετικοί.
Το βλέμμα της έπεσε σε ένα αγόρι απέναντι της. Καθόταν με την παρέα του και συχνά μιλούσε και χαμογελούσε. Η Αλίκη είχε την απροσδιόριστη αίσθηση ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Το αγόρι χαμήλωνε τα μάτια κάθε φορά που δεν κοιτούσαν οι φίλοι του.
Όσο παρατηρούσε η κοπέλα κάτι παράξενο άρχισε να συμβαίνει. Κάτι άλλαζε. Η φωνή του έφτανε καθαρά στα αυτιά της. Και το πιο περίεργο; Μια διάφανη σκιά πετάχτηκε από το σώμα του και στάθηκε αιωρούμενη δίπλα του. Η σκιά γυάλιζε απαλά και αχνοφαινόταν ενώ στην μορφή ήταν ίδια με το άτομο από το οποίο ξεπετάχτηκε.
Η Αλίκη έκπληκτη και τρομαγμένη τινάχτηκε και έχασε την αυτοσυγκέντρωση της. Αμέσως η σκιά χάθηκε. Η κοπέλα πανικόβλητη κοίταξε ξανά τις παρέες. Κανείς δεν είχε σοκαριστεί. Κανείς δεν κοιτούσε προς το μέρος της σκιάς. Κανείς δεν είχε κουνηθεί από τη θέση του. Το αγόρι έδειχνε να μην έχει καταλάβει τίποτα.
Τελικά η περιέργεια νίκησε τον τρόμο. Η κοπέλα μισόκλεισε τα μάτια και επικεντρώθηκε στο αγόρι. Δεν έγινε τίποτα όμως. Τι μπορεί να έκανε διαφορετικά;
Έριξε αφηρημένες ματιές στην παρέα του αγοριού. Όλοι φαίνονταν να διασκεδάζουν. Φαίνονταν. Γιατί το αγόρι πάλι είχε χαμηλώσει το βλέμμα.
Ξαφνικά η σκιά ξαναεμφανίστηκε. Το περίγραμμα της διαγραφόταν καλύτερα αυτή τη φορά. Τώρα η κοπέλα ήταν προετοιμασμένη. Προσπάθησε να ηρεμήσει και να ελένξει τους χτύπους της καρδιάς της. Η σκιά δεν φάνηκε να καταλαβαίνει ότι ήταν ορατή σε κάποιον. Συνέχισε να στέκεται δίπλα στο αγόρι παρακολουθώντας τη συζήτηση με την παρέα του. Η Αλίκη αισθανόταν μια ελαφριά θλίψη για κάποιον άγνωστο λόγο.
Τότε τα πράγματα παραξένεψαν περισσότερο. Η σκιά έβαλε τα χέρια στις τσέπες που φορούσε-και εκείνη και το αγόρι του οποίου αποτελούσε αντιγραφή-και έβγαλε μία λευκή μάσκα. Η Αλίκη δεν πίστευε στα μάτια της. Η σκιά γαντζώθηκε από τη ζακέτα του αγοριού και τον ταρακούνησε σαν να του ζητούσε απελπισμένα να μην κάνει κάτι. Το αγόρι δεν φάνηκε να καταλαβαίνει τίποτα. Έτσι η σκιά κούνησε το κεφάλι της με έντονη αποκιμασία και με δυσφορία φόρεσε τη μάσκα. Η φωνή του αγοριού αντήχησε δυνατά στα αυτιά της κοπέλας.
"Ναι συμφωνώ!" αλλά η Αλίκη ήξερε πολύ καλά ότι δεν συμφωνούσε.
Οι υπόλοιποι γέλασαν. Και το αγόρι επίσης. Αλλά το γέλιο του ακούστηκε παράφωνο στην Αλίκη. Ήξερε πως ήταν ψεύτικο. Γνώριζε με πλήρη διάυγεια πια ότι το αγόρι έπαιζε θέατρο.
Η όλη σκηνή της προκάλεσε τέτοια θλίψη που απέστρεψε το βλέμμα της. Σε ένα άλλο τραπέζι ένα κορίτσι με μακριά μαλλιά ξέσπασε σε δυνατά γέλια με αυτό που είπε ένα αγόρι απέναντι της. Η Αλίκη γύρισε και την κοίταξε. Η κοπέλα έδειχνε τόσο χαρούμενη. Όταν η Αλίκη ένιωσε να την πλημμυρίζει ένα υπέροχο συναίσθημα, ήξερε τι θα επακολουθήσει. Και ναι! Μία σκιά πετάχτηκε από την κοπελα. Όμως δεν είχε καμμία σχέση με την άλλη σκιά. Αυτή φαινόταν ξεκάθαρα και καθώς οι αχτίδες του ηλίου τη φώτιζαν εκείνη λαμπύριζε. Η σκιά της κοπέλας άστραφτε και στο πρόσωπο της είχε ένα τεράστιο χαμογέλο. Ξαφνικά άρχισε να χορεύει γύρω από τις διάφορες παρέες της καφετέριας. Περνώντας από την Αλίκη, η κοπέλα θα ορκιζόταν ότι της έκλεισε το μάτι.
Όταν τελικά η σκιά γύρισε στο τραπέζι της κατόχου της και έγειρε το κεφάλι της στον ώμο του αγοριού, η Αλίκη ήξερε γιατί ήταν τόσο ευτυχισμένη. Γύρισε το κεφάλι ευγενικά για να τους αφήσει να απολαύσουν τη στιγμή τους.
Εκείνη τη στιγμή μια κοπέλα μπήκε στο μαγαζί σφίγγοντας τις γροθιές της και δαγκώνοντας ανήσυχα το κάτω χείλος της. Η σκιά της τη συνόδευε με ένα πανικόβλητο ύφος δαγκώνοντας με βαθειά αγωνία τα νύχια της. Η Αλίκη αναγνώρισε τον κόμπο στο λαιμό και λυπήθηκε την κοπέλα που φοβόταν κάτι τόσο πολύ.
Το κορίτσι πήγε και κάθισε σε ένα διπλανό τραπέζι με τη σκιά να την ακολουθεί κατά ποδάς. Η Αλίκη συνέχιζε να κοιτάει καθώς όλα τα μέλη της παρέας σηκώθηκαν για να την χαιρετήσουν με μια θερμή αγκαλιά. Πέντε σκιές ξεπετάχτηκαν με τη μία και κύκλωσαν την πανικόβλητη σκιά της κοπέλας. Άλλη της κρατούσε το χέρι, άλλη της χάιδευε τα μαλλιά, άλλη της μιλούσε, άλλη της χαμογελούσε. Με μια ανακούφιση η Αλίκη παρατήρησε τη σκιά του κοριτσιού να ηρεμεί.
Γουάου! σκέφτηκε η Αλίκη. Φοβερός ο κόσμος των σκιών!
Καθώς επικεντρωνόταν στα άτομα γύρω της η κοπέλα άρχισε να παρατήρεί διαφορές στις σκιές τους. Άλλες σκιές ξεπετάγονταν αμέσως και άλλες αργούσαν να εμφανιστούν και απαιτούσαν κόπο και πολύ συγκέντρωση. Άλλες φορούσαν τα ίδια ρούχα με τους κατόχους τους και άλλες ήταν εντελώς διαφορετικά ντυμένες. Άλλες άστραφταν και άλλες ήταν θαμπές. Η Αλίκη σιγά σιγά συνειδητοποιούσε που οφείλονταν όλες αυτές οι διαφορές. Τόσες πολλές σκιές, τόσα πολλά συναισθήματα.
Άραγε μόνο εγώ μπορώ να τα δω αυτά; σκέφτηκε περίεργη.
-Όχι βέβαια!
Η Αλίκη τινάχτηκε στον ήχο της αυταρχικής φωνής. Η πρώτη της σκέψη ήταν ότι είχε μιλήσει κάποια σκιά. Κοίταξε γύρω της με αγωνία. Ίσως αυτό που έκανε να μην ήταν σωστό.
-Εδώ κάτω δεσποινίς!
Η πηγή του ήχου προερχόταν από το τραπέζι της Αλίκης. Η κοπέλα έκανε να σκύψει για να πετύχει αυτόν που κρυβόταν κάτω από το τραπέζι. Στην προσπάθεια της παραλίγο να ρίξει τη χάρτινη συσκευασία του καφέ της. Είχε ξεχάσει πως είχε δηλώσει ότι θα έφευγε. Οι σκιές την είχαν μαγέψει.
-Έι! ακούστηκε πάλι η φωνή εκνευρισμένη.
Αυτή τη φορά δεν χωρούσε καμμία αμφιβολία. Η φωνή προέρχονταν από κάτι πάνω στο τραπέζι. Όταν η Αλίκη παρατήρησε ένα στόμα ζωγραφισμένο με μαύρο μαρκαδόρο να ανοιγοκλείνει πάνω στον καφέ κατσαδιάζοντας τη δεν ήξερε αν έπρεπε να ουρλιάζει ή να γελάσει.
Με τρεμάμενο χέρι σήκωσε τον καφέ. Πέρα από το στοματάκι που ανοιγόκλεινε υπήρχαν ζωγραφισμένα επίσης με μαύρο, ένα ζευγάρι μάτια, ένα τσιγκελωτό μουστάκι και ένα μονόκλ.
-Πρόσεξε λίγο τις κινήσεις σου! Είμαι υπερβολικά εξαιρετικός καφές για να καταλήξω έτσι άδοξα! τη μάλωσε.
Η Αλίκη τον κοιτούσε έκπληκτη αλλά κατά βάθος διασκεδάζοντας.
-Μιλάνε οι καφέδες; ρώτησε κάνοντας μεγάλη προσπάθεια να φανεί ευγενική.
-Όλα μπορούν να συμβούν στο μυαλό σου, πότε επιτέλους θα το καταλάβεις;
Η Αλίκη γέλασε με το σχόλιο. Ξαφνικά σοβάρεψε.
-Βλέπεις και εσύ τις σκιές; ρώτησε τον καφέ συνωμοτικά νιώθοντας αρκετά τρελή.
Τα μικρά μαύρα μάτια κινήθηκαν γρήγορα τσεκάροντας το περιβάλλον.
-Σκιές; Δεν θα το έλεγα δεσποινίς! της είπε με μια αυταρχικότητα. Εγώ θα χρησιμοποιούσα τον όρο πραγματικοί εαυτοί, συμπλήρωσε με σιγουριά.
Όλες οι υποψίες της Αλίκης επαληθεύτηκαν.
-Κοίτα εκεί! της είπε ξαφνικά γέρνωντας επικίνδυνα προς τη μία πλευρά του τραπεζιού.
Η Αλίκη κοίταξε προς το μέρος μιας παρέας και ξαφνικά πλημμύρισε από συναισθήματα χαράς και ελπίδας. Τα παιδιά της παρέας και οι σκιές τους ταυτίζονταν. Ένα απαλό φως γύρω τους πρόδιδε την ύπαρξη των σκιών τους αλλά κατά τα άλλα οι 'πραγματικοί εαυτοί' τους δεν έκαναν τίποτα διαφορετικό από τους ιδιοκτήτες τους.
-Ε λοιπόν αυτό είναι που πρέπει να κάνεις δεσποινίς! αναφώνησε ο καφές πιο μαλακά από ότι πριν.
Η Αλίκη δεν μπορούσε να συμφωνήσει περισσότερο.
Καθώς το βλέμμα της περιπλανιόταν γύρω, παρατήρησε ένα μαυροφορεμένο αγόρι σε ένα τραπέζι κοντά στο χαρούμενο ζευγάρι. Η Αλίκη τρόμαξε από το αίσθημα κενότητας που αισθάνθηκε. Στα δευτερόλεπτα που άντεξε να κρατήσει το βλέμμα της πάνω του, είδε τη σκιά του να κουλουριάζεται στα πόδια του ενώ στο πρόσωπο της διαγραφόταν οδυνηρή θλίψη. Η κοπέλα ευχήθηκε να μπορούσε να βοηθήσει.
-Ξέρεις τη πρέπει να κάνεις! τη διέταξε σχεδόν ο καφές.
Αλλά η Αλίκη δεν χρειαζόταν προτροπή. Είχε ήδη ξεκινήσει για το τραπέζι του αγοριού.
Δύο ώρες αργότερα και αφού η σκιά του αγοριού έδειχνε σαφώς πιο ήρεμη και χαμογελούσε αχνά, η κοπέλα έκρινε πως έπρεπε να φύγει.
Όλα αυτά σκεφτόταν η Αλίκη και βγήκε από την καφετέρια βλέποντας ψυχές και όχι απλώς ανθρώπους.Γεια! Εμ ναι, όχι προφανώς και δεν αντιστάθηκα στον πειρασμό να γράψω και άλλη τέτοια ιστορία. Και μάλλον θα υπάρχει και άλλη.
Ψηφίστε, σχολιάστε παρακαλώ :)
Argi
YOU ARE READING
Η φανταστική βεράντα της Αλίκης
Fantasy"Μα γιατί να θες να φύγεις από τη χώρα των θαυμάτων;" Η Αλίκη περνούσε τις νύχτες της άυπνη, κοιτώντας θλιμμένα το σκοτεινό δωμάτιο γύρω της. Ο λιγοστός της ύπνος ήταν ταραγμένος γεμάτος εξισώσεις και θολές φιγούρες από τη ζωή της. Όμως η Αλίκη είχ...