Ο Κυνηγος

91 19 7
                                    

Οι λευκες νιφαδες χιονιου επεφταν πανω στην γκριζοπρασινη καπα του κυνηγου . Η πορτα του πανδοχειου ηταν λιγα μετρα μακρυα αλλα η πορεια μεσα στο χιονι , με τις μποτες του βρεγμενες και σχεδον κατεστραμενες τα εκανε να φαινονται χιλιομετρα . Ευχοταν η παραμονη του στο πανδοχειο να ηταν μακρυτερη , ομως , αν ηθελε να κερδισει χρονο δεν μπορουσε να χασομερισει ουτε λεπτο .

Επιτελους φτανει μεσα . Ηταν γεματο κοσμο , ανδρες κυριως , που ηρθαν να πιουν ενα ποτο ή να παιξουν χαρτια . Αφου προσπερασε αρκετους χωρικους που φαινοταν αρκετα απασχολημενοι με το να πινουν και να μαλωνουν , το βλεμα του επεσε πανω στον χοντρο ταβερνιαρη . Απο το προσωπο του συμπερανε οτι ηταν ανθρωπος φλιαρος και μαλλον χαζος , οποτε αποφασισε να μιλησει μ ' αυτον . Ισως ετσι να γλιτωνε χρηματα .
- Μια μπυρα , παρακαλω .
Ο ταβερνιαρης του εβαλε το ποτο καθως τον περιεργαζονταν . Δεν πρεπει να περνουσαν συχνα ξενοι απο το χωριο . Ή απλως κατι τρομερο συνεβει που εκανε τους ανθρωπους εκεινου του απλου χωριου να υποψιαζονται τους παντες και τα παντα .
- Φαινεστε απο μακρυα .Τι σας φερνει στα μερη μας ; ειπε ο ταβερνιαρης με εναν τονο πιο πολυ επιθετικο παρα περιεργο .
- Ψαχνω κατι , ειπε αργα αργα πινοντας το ποτο του .
Μηπως περασε απο εδω μια ομορφη νεα γυναικα με μια κοκκινη καπα μαζι με εναν αντρα ;
Ο αντρας χλωμιασε . Πλισιασε πιο κοντα στον αντρα .
- Στην θεση σας δεν θα μιλαγα και τοσο δυνατα . Ολοι στο χωριο ξερουν ... ολοι φοβονται ... Και μονο η αναφορα σε αυτην ... θα εσπερνε το χαος .
- Σας παρακαλω , ειπε χαμηλοφωνα ο κυνηγος , πεστε μου οτι γνωριζεται για αυτην , ειπε βγαζοντας ενα δερματινο σακουλακι απο την τσεπι του . Περασε απο εδω προσφατα ; Ο ταβρνιαρης του επιασε το χερι .
- Δεν εχω τιποτα αλλο να σας πω περαν του οτι οταν αυτη και αυτος εμφανιζονται κατι πολυ κακο συμβαινει . Τωρα , θα σας παρακαλεσω να φυγετε .

Ο κυνηγος εφυγε . Ο αντρας δεν ηταν χαζος . Το αντιθετο. Πολυ εξυπνος . Και κατι εκρυβε . Πριν απομακρυνθει αρκετα , ενας νεαρος , γυρω στα δεκατεσσερα , ηρθε τρεχοντας προς το μερος του.

- Κυριε , κυριε , ειπε ξεπνοα ο μικρος , εγω ξερω ... μπορω να σας πω για αυτην την γυναικα . Αλλα με ανταλαγμα .
Ο αντρας εβγαλε μεσα απο την τσεπι του ενα σακουλι με νομισματα .
- Οχι με τετοιο ανταλαγμα . Θελω να μαθω την αληθεια .

Χαμογελασε .
- Εισαι πολυ μακρυα απο την αληθεια , μικρε .
- Ξερω οτι ο αντρας ηταν λυκανθρωπος .
Ο αντρας μωρφασε .
- Τι ξερεις ;
- Εχει εμφανιστει πεντε φορες , κυριε . Καθε φορα , οταν εμφανιζεται , καποιος σκωτωνεται . Οι ανθρωποι στο χωριο πιστευουν οτι ειναι φαντασμα , μια θανασιμη οπτασια .
- Κι εσυ γιατι οχι ;
- Δεν πιστευω στα φαντασματα , κυριε , ειπε το παιδι χαμηλωνοντας τα ματια του .
- Πιστευεις , ομως , στους λυκανθροπους .
Ο νεαρος συνεχισε να κοιτα κατω .
- Εμενε στο σπιτακι στην ακρη του χωριου , το ξερω γιατι τους ειδα να φευγουν απο εκει σημερα το πρωι . Δεν το ξερει κανεις αλλος , δεν το ειπα σε κανεναν .
- Τιποτα αλλο ;
- Ηταν πολυ ομορφη , κυριε .

Χαμογελασε ξανα . Το ηξερε , το ηξερε πολυ καλα αν και δεν την ειχε δει ποτε . Καταβαθος , διατηρουσε μια σχεδον λατρεια για το αγνωστο προσωπο αυτης της μυστιριωδους καλωνης .
Αρχησε να φευγει .
- Κυριε , προσεχετε στο δασος ζει μια μαγισσα .

Σταματησε . Το παιδι του ελεγε αληθεια . Δεν πιστευε οτι ακουγε , ο μικρος . Μονο οτι εβλεπε . Ξαναξεκινησε να φυγει.
- Κυριε , την ανταμιβη μου .
- Εχεις ακουσει για την Λευκη Βασιλισσα ;
- Οχι .
- Τοτε δεν θα καταλαβεις .
Ο μικρος ηταν φανερα απογοητευμενος .
Τροτη φορα ετιμαστηκε να φυγει και ο μικρος τον ξαναδιεκοψε .
- Εϊ , κυριε , εδω που τα λεμε και κανα ψιλο δεν θα ' ταν ασχημα .

Γεια σας ! Παρακαλω , ψηφιστε την ιστορια μου αν σας αρεσε και γραψτε και κανενα σχολειο :)

Η Κοκκινη ΚαπαDonde viven las historias. Descúbrelo ahora