《Κεφάλαιο 1》

44 7 6
                                    

Είχα πάλι εκείνο το όνειρο.Το κρύο μου σώμα επέπλεε στον ωκεανό σαν να ήμουν το πιο ασήμαντο πράγμα στον κόσμο,όχι ότι είμαι και κάτι διαφορετικό τώρα.

Σέρνω τα πόδια μου στο σαλόνι και κοιτάω το ρολόι,5:00 τα ξημερώματα.Δεν εκπλήσσομαι που είμαι μόνη μου σπίτι.Οι γονείς μου είναι χωρισμένοι και η μητέρα μου ήταν με γκόμενο τον οποίο τον είχε και πριν χωρίσει με τον πατέρα μου.Μου έλεγε ότι είναι με τις φίλες της όμως.

Σε λίγες ώρες θα ήμουν στο σχολείο.Πρώτη μέρα στην Β'Λυκείου.

Δεν θέλω να μιλήσω για το καλοκαίρι μου,όλοι ξέρουμε εκείνο το κορίτσι που περνάει το καλοκαίρι της στην Αθήνα,χωρίς φίλους και ακόμα και αν της ζητήσουν κάποιοι να πάει μαζί τους για μπάνιο εκείνη θα κάτσει μέσα γιατί το σώμα της δεν είναι 'κατάλληλο'.

Έχει περάσει ήδη μια ώρα και είμαι σίγουρη ότι ήδη κάποιες κοπέλες θα έχουν ξεκινήσει να βάφονται και να ισιώνουν τα μαλλιά τους.Τα ίσιωσα και εγώ και έτσι ίσως να είμαι λιγάκι καλύτερη.

Τα ρούχα είναι απαίσια.Ποιόν κοροϊδεύω;Δεν φταίνε τα ρούχα.

Περπατάω προς το σχολείο,έχοντας ακουστικά στα αυτιά μου.

Τόσος κόσμος,με φοβίζει ο κόσμος αλλά τους είχα συνηθίσει.Αγκαλιάζονται,ουρλιάζουν.Το προαύλιο εκτός από ψεύτικες βλεφαρίδες ήταν γεμάτο και από ψεύτικα χαμόγελα και από ψεύτικες αντιδράσεις.

Εμένα δεν μου μίλαγε κάνεις,φυσικά.Ήξερα που είναι η τάξη μου.Απέξω είναι εκείνοι που μισώ.Όλους τους μισώ,απλά εκείνους περισσότερο.

Αρχικά,ας εξηγήσω λίγο τα στρατόπεδα του σχολείου,αν και δεν χρειάζεται γιατί μπορείτε να φανταστείτε ποιά είναι.Το λίγο διαφορετικό σε εμάς είναι ότι υπάρχουν δύο παρέες 'κακών' αγοριών.Η μια είναι αυτή που βλέπω μπροστά μου,οι τσάμπα μάγκες που κάνουν παρέα και με κάποια κορίτσια που θεωρούνται φίλες τους αλλά πραγματικά το μόνο που γίνεται είναι να τις λένε χοντρές για πλάκα ενώ δεν είναι γιατί αν ήταν δεν θα βρισκόντουσαν σε αυτή την παρέα και πέφτει και κάνα φάσωμα με εκείνες καμιά φορά.Η άλλη η παρέα είναι οι πραγματικοί μάγκες που δεν τους πειράζει κάνεις,είναι γεροδεμένοι,ψηλοί και ναι το όνειρο κάθε κοριτσιού,ξέρω ξέρω.

-Γεια σου Ερμιόνηηη,φωνάζουν κάποιοι ειρωνικά.

-Ομόρφηνες μωροοοό μου.

Μπαίνω γρήγορα στην τάξη και κάθομαι σε ένα θρανίο.Δεν τους μίλησα καν γαμώτο.Κοιτάω όλες αυτές τις τελείες κοπέλες,αυτές που αγαπιούνται περισσότερο και κατεβάζω το βλέμμα.

Στο απέναντι θρανίο κάθεται κάποιος και μέσα από τα μαλλιά μου βλέπω ότι είναι από εκείνη την παρέα των πραγματικά κακών παιδίων.Βάζω λίγο πίσω τα μαλλιά μου για να τον δω καλύτερα.Φυσικά και είναι όμορφος και γυμνασμένος.Είναι εκείνος για τον οποίο μιλάνε όλες,ο Άλεξ.Θα νιώθω αμήχανα για όλη την χρονιά με αυτόν δίπλα μου.

-Μην κάτσεις εδώ ρε μαλάκα,θέλω να κάθομαι μόνος μου για να μπορώ να κοιμάμαι πιο άνετα,λέει σε έναν φίλο του.Έχει βελούδινη φωνή.

Έτσι αυτός ο φίλος κάθεται δίπλα μου αφού δεν υπήρχαν αλλά άδεια θρανία.Ευτυχώς που αυτοί δεν ασχολούνται μαζί μου γιατί δεν θα το άντεχα.Κρύβομαι,καλύτερα κάτω από τα μαλλιά μου.

Ο αγιασμός έγινε όπως κάθε χρόνο,νόμιζα ότι θα λιποθυμίσω από την ζέστη.Εγω ούτε σορτσάκι ούτε τιραντάκι μπορούσα να φορέσω έτσι όπως ήμουν.

Όπως φεύγαμε είδα τον Άλεξ έξω να καπνίζει,ήταν με την παρέα του στον απέναντι δρόμο.

Μπροστά μου εμφανίζονται πάλι αυτοί.

-Κωλάρα έχεις Ερμιόνη,γκομενάρα είσαι.

Γέλαγαν τόσο δυνατά.Κατέβαζα την μπλούζα μου όσο μπορούσα να την κατεβάσω και ρούφαγα την κοιλιά μου.

Με την άκρη του ματιού μου είδα εκείνον να βγάζει τον καπνό του και να κοιτάει το συμβάν,μέχρι που ξαναστράφηκε στην παρέα του.

Ατέλεια ΤελειότηταWhere stories live. Discover now