Η μοναξιά μου

31 5 3
                                    

Τελείωσε άλλη μια βαρετή μέρα. Αλλη μια μέρα βαβούρας , πόνου και θυμού. Αλλη μια Μερά που νιώθω τον θάνατο καλύτερο μου φίλο. Ο φίλος ο όποιος θα με βγάλει απο την δυστυχία μου κ θα με κάνει να μην πονάω πια.
Πήγα σπίτι πάλι μόνη. Το σπίτι ήσυχο και σκοτεινό πάλι. Η μαμα μου στην δουλειά μέχρι αργά το βράδυ, ως συνήθως . Δεν μου δίνει σημασία. Μερικές φορές αναρωτιέμαι αν ξέρει οτι ακομα υπάρχω[...]

Ημουν όλη μέρα στο κρεβάτι και κοιτούσα ,στην κυριολεξία, το ταβάνι. Σκεφτόμουν τον αδελφό μου τον Τσέις.

Εχει φυγει απο την ζωη εδω και 9 μηνες μακρια μου. Ημασταν διαφορετικά αδέλφια, αγαπημένα ολο και πιο πόλυ με την παάροδο του χρόνου, αλλά έφυγε.
Εφυγε!
Εκλεισε τα μάτια του οριστικά. 
Εφυγε!
Δεν με αποχαιρέτησε  πριν αυτοκτονήσει από την ταράτσα του σπιτιού μας[...].

Η μαμά μου γύρισε στις 00:00am το βραδύ. Δεν με χαιρέτησε, παλι. Κοιμήθηκε αμέσως, κουρασμένη ήταν απο το ξενύχτι.
Ημαστε δύο άνθρωποι ξένοι ζώντας στο ίδιο σπίτι. Από  τότε  πού ο μπαμπάς μου μας εγκατέλειψε η μαμά μου είναι αμίλητη.

Στο σχολείο χειρότερα είναι.  Η μοναξιά και εγώ. Και να'θέλα να είμαι κοινωνική δεν μπορώ.  Στο σχολείο με αποφεύγουν όλοι λόγο της εμφάνισης μου  και οι καθηγητές μου , στις αρχές τις σχολικής χρονιάς -της 3ης λυκείου - με λέγανε"συλλυπητήρια"

Δεν έχω φίλες . Μόνο παρέες κ αυτές ίσα - ίσα για να περνάω τον χρόνο μου στο σχολείο. Δεν βγαίνω βόλτες-είμαι  κλειστός ως άνθρωπος- είμαι απο εκείνους τους ανθρώπους που θα βγούν για να γίνουν λιώμα, πού θα πίνουν μέχρι το άλλο πρωί σε ένα παγκάκι. Αυτή είναι η ζωή μου. Δεν έχει καν νόημα. Την εχω σιχαθεί. Νιώθω τόσο μοναξιά. Δεν έχω κανέναν. Είμαι εγώ και η μοναξιά μου.


Εκλαιγα.

Εκλαιγα με λυγμούς. Φοβόμουν να μην με ακούσει η μαμά μου , θα με έπριζε για να κάνω ησυχια για να κοιμηθεί.
Πείρα 5 ντεπόν με μια κινηση.
Πήγα στο δωμάτιο μου.Ηταν σκοτεινό και κρύο. Ζαλιζόμουν. Αρπαξα το μαχαιράκι μου ,που είχα κρυμμένο στο κομοδινο , πείρα και το ουίσκι κατω απο το κρεβάτι και έπαιζα παλι το "παιχνίδι μου".
Καθώς έπινα μεγαλες γουλιές ουίσκι χάραζα το δέρμα στα μπουτια μου. Κανονικά θα έτσουζε πολύ αλλα το συνήθησα με τα χρόνια.
Τα μπούτια μου μάτωναν κ το αιμα κυλούσε στο πάτωμα και ενώνονταν μαζί με τον εμετό. Ζαλίζομαι. Το ουίσκι τελείωσε. Εβγαλα την τεκιλα και τη βότκα κάτω από το κρεβάτι μου και έπινα όποιο μπορούσα να δώ πρώτο.Πήρα ξανά το μαχαιράκι. Χάραζα τα χέρια μου. Σταμάτησα στις φλέβες του καρπού μου. Και συνέχισα με περισσότερη δύναμη σε εκεινο το σημείο και συνέχισα στα μπράτσα, στην κοιλιά... Το αίμα κυλούσε κ το σώμα μου το ένιωθα όλο και πιο κρύο.
Τα μπουκάλια άδειασαν, μαζί με το σώμα μου. Πήγε 03:00πμ.Τα χέρια και τα πόδια μου δεν με υπάκουαν πια.

Μοναχική ΨυχήWhere stories live. Discover now