Τα Χριστούγεννα, όλα είναι δυνατά!

410 33 21
                                    

Χριστούγεννα σήμερα. Τα λαμπάκια στο δέντρο φεγγοβολούν μες τη νύχτα και συνθέτουν ένα απέραντο νανούρισμα. Ξαπλωμένος όπως είμαι στον καναπέ, μες το σκοτάδι, ακούω καμπανάκια. Ανοίγω τα μάτια μου, δεν ακούω τίποτα. Τα ξανακλείνω και να ‘τα, πάλι στο κεφάλι μου να χτυπούν. Τα λαμπάκια τώρα τρεμοπαίζουν σαν ντραμς που παίζουν πριν τη μεγάλη στιγμή. Σαν να περιμένουν κάτι σπουδαίο να συμβεί. Περιμένω με τα μάτια κλειστά, να δω για πόσο ακόμα τα καμπανάκια θα μου κάνουν συντροφιά. Καθώς περίμενα, ο ύπνος με συνεπήρε.

Ξύπνησα μετά από λίγο, μ’ ένα τίναγμα. Κάτι με είχε ξυπνήσει, μα δε μπορούσα να καταλάβω τι. Έβλεπα όνειρο; Δεν θυμάμαι καθόλου. Όταν πια είχα ηρεμήσει, τα καμπανάκια ξαναγύρισαν στ’ αυτιά μου και χτυπούσαν πιο γρήγορα από πριν. Λες και προσπαθούσαν να με κάνουν να χορέψω στο ρυθμό τους. Δεν είχα τέτοια όρεξη όμως. Ήθελα απλά να παρακολουθώ το μοτίβο που δημιουργούσαν τα λαμπάκια στο δέντρο, προσπαθώντας να μάθω τη σειρά της αλλαγής του ρυθμού τους. Μόνο αυτό ήθελα να κάνω.

Ήμουν μόνος την ημέρα που όλοι γιόρταζαν και χαίρονταν με τη γέννηση του μικρού αυτού και ταυτόχρονα μεγάλου Ανθρώπου. Θα έπρεπε κανονικά να είμαι μαζί με την οικογένειά μου, να τραγουδάμε χριστουγεννιάτικα τραγούδια και να γελάμε με παλιές αναμνήσεις και αστεία. Δεν ήθελα τίποτε τέτοιο όμως. Δεν θα άντεχα να χαλάσω την διάθεση και των γύρω μου. Μου αρκούσε ο εαυτός μου και η ησυχία που είχα εκείνη τη στιγμή στο καναπέ μου. Μου αρκούσε;

Ο κόσμος μου έμοιαζε εκατομμύρια χιλιόμετρα μακριά και αυτό τουλάχιστον μου άρεσε. Οι άνθρωποι που πραγματικά νοιάζονταν για εμένα, ήταν λίγοι και θα ήθελα να παραμείνουν τόσοι. Τέτοια ώρα εκείνοι θα ήταν έξω και θα διασκέδαζαν ή σε κάποιο σπίτι γελώντας. Θα μπορούσα να είμαι κι εγώ, μα είχα επιλέξει για μοναδική συντροφιά της βραδιάς, τον εαυτό μου και τα λαμπάκια του χριστουγεννιάτικου δέντρου μου.

Ξαφνικά, η πόρτα χτύπησε. Πετάχτηκα πάνω απότομα, δεν περίμενα κανέναν εκείνη τη στιγμή και επίσης κανείς δεν ήθελε να είναι εδώ. Το χτύπημα έγινε εντονότερο, δυνάμωνε κάθε δευτερόλεπτο που αργούσα να ανοίξω την πόρτα. Τελικά την άνοιξα. Αυτό που αντίκριζα δεν ήταν αυτό που περίμενα να δω –όχι ότι περίμενα κάτι, αλλά όχι αυτό. Ήταν ο μοναδικός άνθρωπος που ήξερα πως δεν θα μπορούσε να είναι εδώ σήμερα, γιατί είχε πεθάνει πριν τρία χρόνια από ένα ατύχημα στην δουλειά. Ήταν ο πατέρας μου.

-Μπαμπά… μα πως;

-Χριστούγεννα είναι ρε! Τόσα χρόνια σου το έλεγα, ακόμα να το συνειδητοποιήσεις; Τα Χριστούγεννα τα πάντα μπορούν να συμβούν!

Τα Χριστούγεννα, όλα είναι δυνατά!Donde viven las historias. Descúbrelo ahora