3. Ο Εισβολέας

925 82 2
                                    

     Η Ελίνα ξανάπεσε στο κρεβάτι. Οι εικόνες της συνάντησης με τη Λόρα έμοιαζαν να σβήνουν αλλοιωμένες στο μυαλό της. Τα είπαμε πράγματι προχτές ή ήταν πιο παλιά; Κοίταξε έξω από το παράθυρο τον τοίχο της απέναντι πολυκατοικίας. Το κίτρινο φως της κολόνας του δρόμου τρεμόπαιξε. Η κοπέλα σηκώθηκε για να κλείσει τα πατζούρια. Μόλις άνοιξε το τζάμι, ένα δροσερό αεράκι χάιδεψε το πρόσωπό της και οι μικρές κουρτίνες κλυδωνίστηκαν σαν τα κύματα μιας άχρωμης θάλασσας. Κάτω στον δρόμο δεν κυκλοφορούσε κανείς. Ο μακρινός ήχος του αυτοκινητόδρομου ήταν ενοχλητικός και μονότονος.
     Έκλεισε τα πλαστικά παντζούρια και το δωμάτιο βυθίστηκε στο σκοτάδι. Στράφηκε προς το κρεβάτι της. Κάτω από το σεντόνι της, από τη βάση του κρεβατιού μέχρι το μαξιλάρι, κρυβόταν κάτι μεγάλο.
     Κάποιος ήταν ξαπλωμένος εκεί. 
     Η κοπέλα μαρμάρωσε στη θέση της. Ο λαιμός της, ξερός, δεν την άφηνε ούτε να καταπιεί ούτε να φωνάξει. Το μυαλό της πάλευε να δώσει μία εξήγηση, μα δε μπορούσε να πιαστεί από κάπου. Ένα παγωμένο συναίσθημα έμπηγε τα κοφτερά νύχια του σε κάθε λογική σκέψη που τολμούσε να φυτρώσει στο κεφάλι της. Καθώς αυτός – αυτό – που ήταν ξαπλωμένο εκεί σηκώθηκε αργά μαζί με τα σκεπάσματα, η Ελίνα ούρλιαξε, οπισθοχώρησε σκοντάφτοντας στο ψηλό φωτιστικό δαπέδου.
     Τράβηξε τη μεταλλική αλυσίδα και η λάμπα δίπλα της άναψε. Το σεντόνι ήταν στη θέση του και τίποτα δεν κινιόταν πια.
     Η Ελίνα κατέρρευσε στο πάτωμα, μαζεύτηκε στη γωνία και έκλαψε μέσα στα τρεμάμενα χέρια της. 
     Όταν συνήλθε, πήγε ως το κομοδίνο με την πλάτη της κολλημένη στον τοίχο, παρακάμπτοντας το κρεβάτι, λες και αν το πλησίαζε περισσότερο θα ξυπνούσε ξανά το άυλο ον που κατοικούσε στα σκεπάσματά της. Άρπαξε το κινητό της και έτρεξε ως το μπάνιο. Θα έπαιρνε τηλέφωνο τον Ντίνο. Έπρεπε να ερχόταν εκεί, να την συνέφερνε. Ας τον ξυπνούσε, δεν την απασχολούσε ακόμα κι αν χρειαζόταν να ξυπνήσει τη μισή Αθήνα, αρκεί να είχε έναν άνθρωπο κοντά της να την ηρεμήσει. Θα του έλεγε τι συνέβαινε, θα της εξηγούσε εκείνος ότι είδε απλώς ένα όνειρο, ότι έπρεπε να ηρεμήσει και να πέσει να κοιμηθεί. Έπειτα, η Ελίνα θα του έλεγε να πάρει τον κώλο του και να έρθει, κι εκείνος θα ερχόταν γιατί δεν θα την είχε ακούσει ποτέ ξανά τόσο τρομαγμένη.
     Ναι, έτσι θα γίνουν τα πράγματα, σκέφτηκε η Ελίνα και μπήκε στις «ΕΠΑΦΕΣ». Πάτησε «Κλήση» στο «Ντίνος μου!» και περίμενε. Ένιωθε κρύα τα πλακάκια του στενόχωρου μπάνιου κάτω από τις γυμνές πατούσες της.
     «Ο συνδρομητής που καλέσατε έχει το τηλέφωνό του απενεργοποιημένο. Παρακαλώ, καλέσ-»
     Θα τον πάρω στο σταθερό, αποφάσισε η Ελίνα, ενώ προσπαθούσε να καταπνίξει μια ανησυχητική σκέψη.
     -Ο Ντίνος ποτέ δεν κλείνει το κινητό του όταν κοιμάται.
     -Μήπως απλά έχει τελειώσει η μπαταρία του κινητού του;
     -Μα καλά, δεν θυμάσαι τι σου είχε πει; «Πάντα το έχω και θα το έχω ανοιχτό τα βράδια. Μπορεί να χρειαστείς οτιδήποτε, μωρό μου, κι έτσι θα είμαι πάντοτε έτοιμος για δράση!».
     -ΣΚΑΣΕ! Κάνεις σαν να τα ξέρεις όλα!
     Η Ελίνα ταρακούνησε το κεφάλι της για να σταματήσει την εσωτερική λογομαχία.
    Κοίταξε τριγύρω για το ασύρματο τηλέφωνο. Πάνω στο πλυντήριο, δίπλα από τον νιπτήρα. Όπως ήταν επόμενο, όμως, το ασύρματο δεν βρισκόταν στην τουαλέτα. Έτρεμε και μόνο στην ιδέα ότι θα χρειαζόταν να ξαναμπεί στο δωμάτιό της για να το ψάξει.
     Σήκωσε πάλι το κινητό της. Θα τον καλούσε από εκεί. Υπολόγισε ότι θα την έφταναν οι μονάδες στην κάρτα της για ενα σύντομο τηλεφώνημα σε σταθερό.
     Κινούσε μηχανικά τον αντίχειρά της προς τα πάνω, ψάχνοντας στις επαφές της για να βρει το «Ντίνος μου!/Σπίτι».
     Δεν αντιλήφθηκε αμέσως ότι όλες οι επαφές έγραφαν το ίδιο:

Ελίνα :-Χ
30-11-16

Ελίνα :-Χ
30-11-16

Ελίνα :-Χ
30-11-16

     Η κοπέλα πέταξε το κινητό στο πάτωμα λες και ξαφνικά πήρε τη θέση του αναμμένο κάρβουνο. Έκλεισε το στόμα με την παλάμη της. Η καρδιά της επιτάχυνε κι άλλο.
     Βγήκε στον μακρόστενο διάδρομο με το τρεμάμενο χέρι της ακόμα να πιέζει τα χείλη της με δύναμη.
     Με τρία μεγάλα, εσπευσμένα βήματα βρέθηκε στο δωμάτιό της με την ελπίδα ότι θα έβρισκε αμέσως το ασύρματο τηλέφωνο. Το εντόπισε σε μία καρέκλα δίπλα από το κρεβάτι. Λίγο πριν το φτάσει, άκουσε βήματα.
     Όχι, Θεέ μου
     Γύρισε πίσω και είδε να μπαίνει στο δωμάτιό της ένας άγνωστος άντρας. 
     Όχι, όχι, όχι!
     Περπατούσε αργά προς το μέρος της.
     «Μη με πλησιάζεις!» φώναξε η Ελίνα και έκανε μερικά αργά βήματα προς τα πίσω. Η φωνή της έμοιαζε να ακουγόταν από πολύ μακριά, αδύναμη και βραχνή.
     Ο άντρας ήταν ψηλός και γεροδεμένος, είχε αραιά, λιγδιασμένα μαλλιά και ψυχρό βλέμμα στα μάτια του. Δεν έμοιαζε καθόλου με αυτόν που έβλεπε στο όνειρό της. Παρόλα αυτά, είχε κι αυτός στο δεξί του καρπό το ίδιο μακάβριο τατουάζ. Το χαμόγελό του προμήνυε θάνατο.

1. Όνειρα ΓλυκάTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang