2. ΤΟ ΓΚΑΛΑ

7.4K 442 37
                                    

Της άνοιξε την πόρτα του ακριβου αυτοκινήτου του και μπήκε και αυτός δίπλα της. Έκανε νόημα στον οδηγό να ξεκίνησει. Έκατσε οσο πιο άκρη μπορούσε,ένιωθε άβολα δίπλα του. Κοιταγε εξω απο το παράθυρο και εκείνος είχε ανοίξει το ταμπλετ του. Είχαν μια σιωπή μέσα στο αυτοκίνητο,σαν να μην υπήρχε εκεί ένιωθε. Έφτασαν σχεδόν γρήγορα στον προορισμό τους,ο οδηγός της άνοιξε την πόρτα της και της έσωσε το χερι του γαι να κατέβει,κατέβηκε και εκείνος και σταθηκε δίπλα της. Ολοι οι δημοσιογράφοι και οι ρεπόρτερ,άρχισαν να απαθανατιζουν την στιγμη. Ένιωσε άβολα πολυ. Εκείνος σαν να το κατάλαβε,έβαλε το χερι του στην μέση της και την τράβηξε δίπλα του,έκανε νόημα να σταματήσουν και πέρασαν. Όταν ένοιωσε το χερι του στο δέρμα της,ένοιωσε ενα ρεύμα να την διαπερνάει. Προχώρησαν και ανέβηκαν τα σκαλιά της εισόδου. Μόλις μπήκαν μέσα,θυμήθηκε γιατί συχαινεται αυτά τα δήθεν μέρη. Όλοι σνομπ,και μιμουαπτου ηταν. Προχώρησαν δίπλα δίπλα αμιλητοι,ουτε καν ακουμπούσε ο ένας τον άλλο,σταμάταγαν σε διάφορες παρέες και την σύστηνε σαν να ηταν ενα διακοσμητικό στοιχειο,ουτε καν την κοιταγε. Ένιωσε οτι ήθελε να του φωνάξει,να του ανοίξει το κεφάλι στα δυο. Αφού η ωρα πέρασε και δεν είχαν ανταλλάξει ουτε μια κουβέντα,εκατσαν στο τραπέζι δίπλα δίπλα. Όλοι μίλαγαν μεταξύ τους,μονο εκείνη ηταν μονη της. Δεν ήξερε κανέναν και ένιωθε άσχημα. Σηκώθηκε να παει.στην τουαλέτα,ουτε καν γύρισε να την κοιτάξει.
Μπήκε στην πρωτη άδεια τουαλέτα που βρήκε. Έκλεισε την πόρτα και έκατσε στην λεκάνη επανω να χαλαρώσει.
- Την είδε την μικρή που έφερε ο Κινγκ μαζί του?
- Την είδα
- Ποια λες να ειναι?
- Δεν με νοιάζει,οποια και να ειναι σιγά μην ξέρει να τον ικανοποιησει,το βράδυ στο κρεβάτι μου θα έιναι.
- Πολύ σίγουρη είσαι.
- Είμαι κορίτσι μου,γιατί ξέρω τι θέλω και τι θέλει και πίστεψε με το κανω τόσο καλα που ενα κοριτσάκι δεν μπορεί να με συναγωνιστει.
- Προσεξε,εχεις πολύ μεγάλη αυτοπεποίθηση και κάποια μέρα θα πέσεις απότομα.

Ποια ειναι αυτή? Πως μίλαγε έτσι για εκείνη? Ένιωσε θυμό. Βγήκε απο την τουαλέτα και πήγε στο τραπέζι της. Στην θέση της καθότανε μια αλλη κοπελα,τον κράταγε αγκαλιά και αυτός της μίλαγε και της γελαγε. Ένιωσε παρησαχτη. Όπως ηταν έκανε μεταβολή και έφυγε. Δεν χρειαζόταν να ήταν εκει,αλλωστε ηταν δεν ήταν κανένας δεν θα το πρόσεχε.
Βγήκε εξω,σταμάτησε ενα ταξί και έφυγε για το σπίτι της.
Μπηκε μεσα στο σπίτι και ανεβηκε στο δωμάτιο της. Εβγαλε το φόρεμα της και φόρεσε την πιτζαμα της,ξεβαφτηκε και έστειλε μύνημα στις φίλες της οτι δεν θα πήγαινε μαζί τους εντέλει. Ξάπλωσε στο κρεβάτι της και προσπάθησε να  χαλαρωσει,άκουσε ξαφνικα φωνές,σηκώθηκε να δει ποιος ηταν άνοιξε η πόρτα της απότομα και τα έχασε ξαφνικα.
- Πες μου,για ποσο μαλακά με θεωρεις?
- Ορίστε?
- Σε ρώτησα κάτι. Πες μου.
Την είχε πιασει απο τα χέρια και την ταρακουνουσε.
- Με πονάς.
- Γαμω το κέρατο μου,που πάω και μπλεκω ο μαλακάς. Σηκωθηκες και έφυγες χωρίς να μου πεις τίποτα. Με έκανες ρεζιλι,ποια νομίζεις πως είσαι?
- Μπα,καταλαβες οτι υπάρχω? Είχα την εντύπωση οτι δεν σε ένοιαζε. Αλλωστε όταν σηκωθηκα,και πήγα στην τουαλέτα γυρνοντας η θέση μου είχε καλυφθει,και περναγες καλα απο οτι είδα. Δεν ήθελα να σας ενοχλησω.
- Θα με τρελανεις μα το θεό. Την επόμενη φορά που θα το κανεις αλήθεια στο λέω θα σου δώσω ενα μαθημα που θα το θυμάσαι για όλοι σου την ζωή.
- Με απειλεις κύριε Κινγκ?
- Πάρτο όπως θες.
Και με αυτά τα λόγια έκανε μεταβολή και έφυγε.

Την επόμενη μέρα άνοιξε τα ματια της,χαμογελώντας,μόλις όμως θυμήθηκε την προηγούμενη μέρα χάθηκε το χαμόγελο της. Δεν ήθελε να σηκωθεί με τίποτα απο το κρεβάτι της. Ήθελε να μεινει εκει για παντα. Ήθελε να ηταν όλα ενα κακο όνειρο...! Σηκωθηκε,απρόθυμα απο τον κρεβάτι της και αφού έκανε την καθημερινή της ρουτίνα,κατέβηκε κάτω. Βρήκε τον παππού της στην τραπεζαρία να κάθεται,όχι βέβαια μονος αλλα με τον μέλλον σύζηγό της. Ούτε σήκωσε τα ματια να την κοιτάξει,να πει ενα καλημέρα. Και ήθελε να την παντρέψει με αυτον τον ψυχρό άνθρωπο ο παππούς της. Είπε μια καλημέρα και έκατσε στην θέση της. Σαν να μην υπήρχε την υποδέχτηκαν και οι δυο. Επαιζε με το φαγητο της,ουτε καν άκουγε τίποτα γύρω της. Είχε απομονωθεί στον δικο της κοσμο. Κάποια στιγμη άκουσε τον παππού της να της μιλάει.
- Σου μιλάω Αγάπη.
- Συγνώμη παππού δεν σε άκουγα. Τι με ρωτήσες?
- Όχι εγώ ο αρραβωνιαστικός σου σε ρώτησε κάτι.
Στην λέξη αρραβωνιαστικός,ξινισε τα μούτρα της. Ποσο ψεύτικη ακουγοτανε στα αυτιά της.
Την είδε εκείνος αλλα δεν είπε τίποτα. Δεν έκανε τίποτα.
- Τι με ρωτησατε κυριε Κινγκ?τον ρώτησε με ενα ίχνος ειρωνείας μέσα. Εκείνος το κατάλαβε και αφού έσκασε ενα στραβό χαμόγελο της είπε..
- Την Παρασκευή προλαβαινεις να τα ετοιμασεις ολα για τον γαμο?
- Ποιον γαμο?
- Τον δικο μας.
- Τόσο γρήγορα παππού θελεις να με ξεφορτωθεις? Τι σου εχω κανει? Ρώτησε τον παππού της με παράπονο.
- Αγάπη δεν ειναι τα πραγματα όπως νομίζεις.
Δεν ήθελε να ακούσει τίποτα άλλο. Γύρισε κοίταξε τον Φαίδων και του ειπε.
- Τιμή μου που με ρωτάτε. Απορω πως δεν τα έχετε όλα έτοιμα να μου πείτε να πάω να σας περιμένω.
- Το σκέφτηκα. Αλλα μετα λέω πρωτη φορά παντρεύεσαι ας της δώσω μια χαρά.
- Καλοσύνη σας. Ναι θα τα έχω ετοιμα. Αλλωστε δεν χρειάζομαι και τιποτα. Πολιτικο γαμο σ ενα δημαρχείο θα κάνουμε και με την φόρμα μου μια χαρά θα είμαι.
- Κανείς λαθος,μικρή μου αν νομίζεις οτι θα παντρευτουμε έτσι. Στην εκκλησία θα έρθεις με νυφικό και κουμπάρους.
- Ορίστε?
-Αυτό που άκουσες. Και ξεκινά της προετοιμασίες και ασε τα πεισματα. Λοιπον Παρασκευή στις 7 στον Αγιο Φιλιππα θα
παντρευτουμε.
Σηκώθηκε,χαιρέτησε και έφυγε.
Και εγώ έμεινα να κοιτώ την ζωή μου να χάνετε. Δεν είχα τίποτα ποια. Και δεν μπορουσα να φύγω. Δεν είχα κανέναν. Τι θα εκανα?

  Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ....!Où les histoires vivent. Découvrez maintenant