Κεφάλαιο 43ο

1K 111 16
                                    

Έχω τρομάξει τη ζωή μου. Τι στο καλό ειναι αυτο; Μέσα απο το μικρο παραθυράκι παρατηρώ κάτι μεγαλο και σκοτεινό καφέ στο πάτωμα. Είναι αναμφίβολα τριχωτό ,με μεγαλα νύχια και ,μεταξύ μας, αηδιαστική φάτσα. Φαίνεται σαν να κοιμάται ή δεν ξέρω και εγω τι. Κάνω τρομαγμένα βήματα προς τα πίσω και επειδή είμαι και ηλίθια χτυπάω και στην απέναντι πλευρά ,συγκεκριμένα πανω στην αλλη πορτα. Ένας ήχος σαν μπλιαχ ακούγεται απο μέσα ενω η πόρτα τρανταζεται ολόκληρη. Πετάγομαι μέτρα μακρια ουρλιάζοντας ενω περιμένω το άγνωστο κτήνος να ηρεμήσει. Οταν οι κραυγές του ησυχάζουν δεν είμαι σίγουρη πια αν θέλω να συνεχίσω να βρίσκομαι εδώ κάτω.

<<Πρέπει να βρω τον Nick.>> ψιθυρίζω στον εαυτό μου.
Πριν πάω να ανέβω το πρωτο σκαλί μια γνωστή  μελωδια ακούγεται σε όλο τον χωρο.
Η μελωδία ενος πιάνου. Μα που έχω ξανά ακούσει αυτή τη μελαγχολική σύνθεση;
Ακούγεται απο εδώ κάτω,μέσα από κάποια απο αυτές τις πόρτες. Επιστρέφω πίσω στις πόρτες και κοιτώ το παραθυράκι της κάθε μιας. Τι μπορεί να ακούγεται σαν μελωδία πιάνου;Κάποιο κτήνος;Κάποιος δαίμονας;Αποκλείεται...
Κλείνω για λίγο τα ματια μου καθώς η μελωδία παίρνει μεγαλύτερες εκτάσεις.
Το βρήκα. Βρήκα που έχω ξανά ακούσει τη μουσική. Ηταν τη πρωτη μέρα μου στη σχολή. Ακουγόταν αυτή η μελωδία και την έψαχνα  αλλά δεν το βρήκα ποτε. Ποιος τη παίζει;Ανοίγω τα ματια μου και συνειδητοποιώ πως η τελευταία πόρτα που δεν κοίταξα ηταν αυτή ,η μεγάλη, στο τέλος του διαδρόμου. Περπατω δειλά δειλά προς τη πόρτα. Είναι πιο ιδιαίτερη. Περα απο το χρωμα της που είναι σκούρο γκρι και το μέγεθος της ,που είναι μεγαλύτερη ,έχει διάφορα σκαλίσματα πανω απεικονίζοντας σχεδια που δεν βγάζουν κανένα νόημα. Όταν φτανω στη πόρτα αρχίζω να φοβαμαι για το τι θα δω εκεί μεσα.Η μελωδία του πιάνου είναι πιο δυνατή. Σίγουρα είναι εδώ μέσα. Χωρίς αλλη σκέψη σηκώνομαι στις μύτες των ποδιών μου και κοιτώ απο το μικρο παράθυρο ,αλλά το μονο που φαίνεται είναι το απόλυτο σκοτάδι.

Ίσως πρέπει να ανοίξω τη πόρτα για να δω καλυτερα.

Σκέφτομαι ασυναισθητα και χωρίς να κάνω αλλη σκέψη ακουμπω το χερι μου στη κλειδαριά της πόρτας υπνωτισμενη με τη μελωδία του πιάνου. Λίγο πριν τραβηξω το μεγαλο σιδερένιο πομολο μια γνωστή φωνη ουρλιάζει απο πίσω μου.

<<Bellaaa!>> ακούγεται η φωνή του Nick σταματώντας με απότομα.

Ανοίγω τα μάτια μου σαν να ξυπνησα μόλις απο εναν λύθαργο. Γυρίζω το κεφάλι μου στον Nick ο οποίος έχει ερθει κοντά μου.

The Unequal BattleDonde viven las historias. Descúbrelo ahora