prologue

56 12 6
                                    


°○•°○•°○•°○•°○•°○•°○•°○•°○•°○•°○•°

'Τρέχα' ακουγόταν από παντού. 

Φωνές ανδρών και γυναικών, παιδιών και ενηλίκων.

Το νερό είχε ξεχειλίσει τους δρόμους της πόλης και όλοι έψαχναν να βρουν καταφύγιο.

Η μαμά μου με τράβηξε απότομα από το χέρι μου και με έβαλε στο αμάξι.

Οδηγούσε με μανία προς το αεροδρόμιο, μη δίνοντας σημασία στα αυτοκίνητα που προσπαθούσαν να προσπεράσουν το ένα το άλλο.

Σειρήνες ηχούσαν παντού και μπορούσες να διακρίνεις τρόμο στα πρόσωπα όλων.

Ο δρόμος ειχε νερά αλλα ηταν ανηφορικός σε αντίθεση με την επίπεδη πόλη μας.

"Ο μπαμπάς;" ρωτησα με ανάμεικτα συναισθήματα.

"Θα μας συναντήσει στο σημείο." 

Δεν είπα κάτι άλλο. Χάθηκα στις σκέψεις μου. Παραδόθηκα στους δαιμονες μου.

Λίγο πρίν κλείσω τα μάτια μου, ενα δυνατό κορνάρισμα και μετα χάος.

Ολα γίναν τοσο γρήγορα, μα τα αντιλαμβάνομαι τόσο αργά.
Κραυγές. Πόνος. Τρόμος.

Άνοιξα απότομα τα μάτια μου και ανακαθισα ιδρωμένη στο κρεβατι μου. Με γρήγορες κινήσεις σηκώθηκα και κατευθύνθηκα προς το μπανιο. Εβγαλα τα ρουχα μου χωρίς να κανω θόρυβο και άνοιξα το ντουζ.

Το νερο ηταν παγωμένο μα δε με ένοιαζε. Ήθελα να ξεπλυνω τις λεπτομέρειες απο πανω μου, να τις διώξω, να τις ξεχασω. Για μια στιγμή νομιζα οτι τα κατάφερα μα η πραγματικότητα με χτύπησε με το που παραδόθηκα στο άγγιγμα της ζέστης πετσέτας.

Ειχαν περασει μολις 3 βδομάδες μα μου φαινόταν σαν χθες.
3 βδομάδες στον δρομο, στο αστυνομικό τμήμα, σε αεροπλάνα, στη πρόνοια και τελικά στο καινούριο μου σπίτι, το σπιτι της θειας μου.

Η ώρα ειχε παει 4.
Δεν μπορουσα να κοιμηθω ομως.
Δεν ήθελα να ξαναζήσω την κάθε στιγμή μέσω κάποιου φρικτού εφιάλτη. Δεν ήθελα να με κοροϊδέψει το ίδιο μου το μυαλο.

°○•°○•°○•°○•°○•°○•°○•°○•°○•°○•°○•°

You Were The Beginning Of The End #TBA2019Where stories live. Discover now