Όταν σ'το είπα...

1.2K 316 81
                                    

Δεν ήσουν εκεί όταν το έμαθα. 

Όταν πήγα στον γιατρό και μου είπε ότι οι μέρες μου ήταν μετρημένες. Το άγχος, μου είπε. Το αλκοόλ, μου είπε. Η μοναξιά, μου είπε. Η κούραση, μου είπε. Το τσιγάρο, μου είπε.

Δεν με ένοιαζε.

Με έκλεισαν σε ένα δωμάτιο και μου είπαν ότι θα προσπαθήσουν να με σώσουν. Εκείνοι με σκότωναν πιο πολύ όμως. Κάθε μέρα απορροφούσαν την ζωή από μέσα μου. Κάθε μέρα και πιο πολύ.

Κι εγώ σκεφτόμουν εσένα.

Αναρωτιόμουν τι έκανες με ποια πήγαινες... Πήγαινες; Δεν ήξερα. Απλά ρωτούσα τον εαυτό μου εάν. Σε έχασα από εκείνο το βράδυ. Και σε σκεφτόμουν συνεχώς. Οι σκέψεις με τρέλαιναν μέσα σε εκείνο το κουτί.

Χάπια, θεραπείες, κι άλλα χάπια, κι άλλες θεραπείες. Και κανείς δεν ήταν εκεί. Κανείς δεν ήρθε να με δει. Κανείς δεν ήρθε να με παρηγορήσει. Τόσοι που μου είχαν υποσχεθεί συντροφιά, αλλά ήταν άφαντη. Ήμουν άλλη μια πλούσια γυναίκα την οποία ήθελαν για λεφτά και μόνο.

Είχα μείνει μόνη.

Είχα μείνει αβοήθητη.

Είχα μείνει μόνη...

Ένα βράδυ καθόμουν στην πολυθρόνα του δωματίου και κοιτούσα έξω από το παράθυρο. Οι ώρες μου ήταν μετρημένες. Το ήξερα ότι θα γινόμουν ένα με το σκοτάδι. Το ήξερα ότι ήμουν χαμένη υπόθεση.

Ακόμα και οι γιατροί με είχαν παρατήσει.

Πήρα το τηλέφωνο στο χέρι και αναζήτησα τον αριθμό σου. Ήσουν ο τελευταίος που είχα καλέσει. Ήσουν ο πρώτος αριθμός στις επαφές.

Δεν σε είχα ξεχάσει. Όχι. Δεν μπορούσα. Δεν μπορούσα μετά από εκείνα τα βράδια που μου χάρισες, που μου άλλαξαν την ζωή, έστω για λίγο.

Και σε κάλεσα.

Μπιπ.

Μπιπ.

Μπιπ.

Μπιπ.

"Ζ;" με ρώτησες και ένα κουρασμένο γέλιο ξεγλύστρισε από το ξηρό μου στόμα.

"Υ," σου συστήθηκα και δεν απάντησες.

"Κάποτε σε ερωτεύτηκα, αλλά άλλαξες, γι'αυτό σε ξέχασα. Τώρα όμως πεθαίνω και καλύτερα που σ'το είπα."

Παρέμεινες σιωπηλός. Δεν σε πίεσα, όμως. Δεν ήθελα να μου πεις ψέματα. Δεν ήθελα να με παρηγορήσεις.

Ήθελα να με καταλάβεις.

Ήθελα να με θυμάσαι.

"Υ;" με ρώτησες και εγώ δεν απάντησα.

Το τηλέφωνο γλύστρισε από το χέρι μου και η φωνή σου χάθηκε. Τα μάτια μου κοιτούσαν μακριά, κάπου βαθιά στο σκοτάδι της νύχτας.

Ούτε αστέρια, ούτε φεγγάρι για να λάμψουν την άβυσσο. Τίποτα. Μοναχά ένα μαύρο πέπλο που είχε τυλίξει ό,τι ζωντανό υπήρχε.

Έτσι άρχισε να τυλίγει κι εμένα. Αργά-αργά έβλεπα το σώμα μου να γίνεται ένα με το σκοτάδι. Χανόμουν στη κρύα νύχτα, μόνο που αυτή ήταν αιώνια.

Πριν τα μάτια μου κλείσουν, τότε κατάλαβα ότι είχα...

Κάνει λάθος.

ΤΕΛΟΣ

Όταν... [✔]Dove le storie prendono vita. Scoprilo ora