Chapter Three

15 1 0
                                    

Πρέπει να είχε περάσει καμιά ώρα. Είχε καλύψει ελάχιστα μέτρα και ένιωθε το σχέδιο της να καταρρέει. Καθώς δεν κινούταν όσο πριν το σώμα της άρχισε και πάλι να τρέμει από το κρύο. Τα χέρια της μπαινόβγαιναν στις τσέπες του μπουφάν καθώς πολλές φορές τα έβγαζε νομίζοντας πως θα πέσει. Είχαν κοκαλώσει και αυτά όπως και τα χαρακτηριστικά του προσώπου της. Το περπάτημα της από μακριά έμοιαζε με αυτό ενός μεθυσμένου. Οι χοντρές λεύκες μπότες που ηταν σχεδιασμένες όχι για περπάτημα άλλα για σκι την εμπόδιζαν ακόμα περισσότερο. Δεν υπήρχε περίπτωση να συνεχίσει έτσι. Χρειαζόταν ξεκούραση για να ανακτήσει δυνάμεις. Μπορεί να ήταν πολύ δυναμική και γεμάτη θέληση άλλα οι κουρασμένοι μύες της απαγόρευαν οποιαδήποτε πράξη ηρωισμού...Η πυξίδα τρεμόπαιξε αλλά μέσα στο σκοτάδι εκείνη δεν μπόρεσε να διακρίνει τους μικροσκοπικούς δείκτες. Περπάτησε τρία συνολικά βήματα ακόμα με το ζόρι. Εκεί τα δύο πανύψηλα έλατα άφηναν μια αχνή δέσμη φωτός του μικρού φεγγαριού να τα διαπεράσει. Τώρα ήξερε που πήγαινε. Συνέχισε το περπάτημα προσέχοντας να μην βάζει πολύ βάρος στο πονεμένο της πόδι. Προχωρούσε αντίθετα από τον δείκτη που σημάδευε πίσω της τον βορρά. Κάλυψε μια αξιόλογη για την κατάσταση της απόσταση καθώς ο πόνος είχε ελαττωθεί. Δεν υπήρχε περίπτωση να μπορούσε να καταφέρει την ανηφόρα εκείνη την στιγμή. Το άδειο της στομάχι γουργούριζε συνεχώς, το κρύο ειχε αχρηστέψει τα χέρια της και αντί για νερό έχωσε στο στόμα της μια χούφτα χιόνι και περίμενε υπομονετικά να λιώσει και να βρέξει το στεγνό για τόσες ώρες στόμα της... Βρήκε ένα κενό ανάμεσα σε δύο τεράστιους βράχους και σωριάστηκε εκεί βαριά ανασαίνοντας. Κούρνιασε πάνω τους και μετατράπηκε σε μια ανθρώπινη μπάλα η οποία μέτρησε για λίγο τις αναπνοές της και βρισκόταν σε βαθύ ύπνο μέχρι να φτάσει στο νούμερο εξήντα δύο.

Έρωτας στο χιόνι.Where stories live. Discover now