Ghost Dog

63 8 0
                                    

"Μίκα!"

Που πήγε η κοντή πάλι;

Κοίταξα τριγύρω την αυλή όμως δεν την είδα, τα παιχνίδια της ήταν παρατημένα στο γρασίδι και αυτή άφαντη.

Έβαλα το χέρι μου δίπλα από το στόμα μου και ξανά φώναξα το όνομα του σκυλιού μου.

"Μίκα! Που είσαι κοπέλα μου;"

Έκανα τον χαρακτηριστικό ήχο με τον οποίο καλούν τα σκυλιά. Η Μίκα όμως πάλι δεν εμφανίστηκε. Λογικά την πήρε η μαμά μαζί της στο σούπερ μάρκετ παλι.

Γύρισα και κατευθύνθηκα προς την πόρτα του σπιτιού. Την άνοιξα κι εκείνη την στιγμή άκουσα το τρίξιμο της καγκελοπορτας που έχουμε στην αυλή μας.

"Επιτέλους Μίκα, που τριγυρνάς όλη μέρα;" Της φώναξα και αμέσως μετά έσκυψα για να της χαϊδέψω την πλάτη.

Εκείνη όμως ούτε ένα βλέμμα δεν μου έριξε, από την καγκελοπορτα προχώρησε όλο ευθεία, μπήκε κατευθείαν στο σπίτι και χάθηκε στο σαλόνι.

Περίεργο.

Συνήθως έχει όρεξη για παιχνίδι.

Η τσιριδα της μαμάς μου, που ήρθε έξω από τον δρόμο, διαπέρασε τα αυτιά μου. Άνοιξα την καγκελοπορτα και έτρεξα κοντά της.

Στεκόταν στο πεζοδρόμιο και έκλαιγε ενώ οι σακούλες του σούπερ μάρκετ ξεχύνονταν στο πάτωμα. Οι γείτονες ήταν στα μπαλκόνια και κοιτούσαν το ίδιο σημείο που κοιτούσε σοκαρισμένη και η μαμά μου.

Ακολούθησα το βλέμμα της και μόνο τότε παρατήρησα το σταματημένο αμάξι μπροστά από το σπίτι μας και τον οδηγό του να έχει κλείσει το στόμα του με την παλάμη μου.

Κοίταξα στο σημείο που όλα τα μάτια ήταν καρφωμένα και ευχήθηκα να μην το είχα κάνει ποτέ.

Το νεκρό σώμα της Μίκα κυτονταν στην άσφαλτο.

Ένα ουρλιαχτό σκάλωσε στον λαιμό μου. Η πίεση έκανε τα γόνατα μου να λυγισουν και να χτυπήσουν το έδαφος με βδουπο.

Δάκρυα τόσο απελπισίας όσο και τρόμου κύλησαν στα μάγουλα μου ανεξέλεγκτα.

Την επόμενη βδομάδα όλοι με νόμιζαν για τρελή. Προσπαθούσα να τους εξηγήσω ότι είχα δει την Μίκα να μπαίνει στο σπίτι, όσοι το άκουγαν όμως με κοιτούσαν με το βλέμμα που έσταζε λύπηση.

Ενας μήνας αργότερα

Οι τέσσερις άσπροι τοίχοι ένιωθα να με κατά πλακώνουν.

Από τι φαίνεται επέμενα αρκετά για το ότι είχα δει την σκυλίτσα μου, με αποτέλεσμα να με κλείσουν σε ψυχιατρείο.

Ξέρω ότι δεν είμαι τρελή. Το ξέρω. Όπως επίσης ξέρω ότι την είδα.

Ακόμα την βλέπω μερικές φορές όταν με βγάζουν βόλτα στον κήπο οι γιατροί. Μου κουναει την ουρίτσα της.

Εκείνη την μέρα, μετά από τόσο καιρό, ήρθε κάποιος να με δει.

Ήταν η κυρία Κλερ, η γειτόνισσα μας. Μια ηλικιωμένη και πολύ συμπαθητική κυριούλα, ήσυχη, που την αγαπούσε πολύ η Μίκα γιατί κάθε φορά που περνούσαμε απέξω της πετούσε μπισκότο.

Ανακαθησα στο κρεβάτι μου και χαμογέλασα στην κυρία Κλερ που μπήκε μέσα κλείνοντας την πόρτα πίσω της.

Καθησε κοντά μου και μου έπιασε το χέρι.

"Κοριτσάκι μου, σε κλείσανε εδώ μέσα οι άτιμοι γιατί δεν μπορούν να δουν την αλήθεια"

"Χαιρομαι που ήρθετε κυρία Κλερ. Τι εννοείται με αυτό;" Την ρώτησα ευγενικά. Πάντα αγαπούσε αυτή τη γριούλα.

"Εννοώ πως δεν είσαι τρελή μικρή μου"

Καθησα στα γόνατά μου και την κοίταξα με μισοκλειστα ματιά.

"Δηλαδή;"

"Δηλαδή, εκείνη την μέρα... Είδα κι εγώ την Μίκα να μπαίνει στο σπίτι σας".

Scares you? Where stories live. Discover now