Chapter 3

29 2 0
                                    

Νάνσι'ς POV

Οδηγώ σχεδόν δύο ώρες. Επιτέλους φτάσαμε και παρατηρώ την Τζία η οποία τρέμει με το που μπαίνουμε στην μικρή μας πόλη. Ε βέβαια, έφυγε και έριξε μαύρη πέτρα πίσω της. Μας ξέχασε, με ξέχασε βασικά. Μετά από όλα όσα έγιναν κοιτούσε μόνο τον εαυτό της και πίστευε όλα όσα της έλεγαν οι γονείς της. Έχουμε να κάνουμε μία πολύ μεγάλη συζήτηση.

"Νάνσι ειλικρινά μετά από αυτό που έκανες σήμερα δεν θέλω να σε ξαναδώ μπροστά μου! Γαμώτο δεν φοβάσαι; Είχαν σκοπό να μας σκοτώσουν!" φωνάζει.

"Τζία προφανώς και φοβάμαι! Όμως μην ξεχνάς ότι εν τέλει δεν το έκαναν. Ο Μπράιαν σε αγάπησε.."

"Μήπως σε πήραν με το μέρος τους; Μήπως όλο αυτό είναι μία παγίδα για εμένα; Γαμώτο γιατί σε εμπιστεύτηκα;" σχεδόν κλαψουρίζει. Το άγχος κορυφώνεται όταν μπαίνω στον περιφερειακό δρόμο.

"Τζία σύνελθε γαμώ! Θα φτάσουμε και μην κατέβεις από το αμάξι! Θα το κάνω εγώ. Θα τους ρωτήσω τι ξέρουν και θα μπω μέσα και θα φύγουμε!" απαντώ.

"Νιώθεις ακόμα πράγματα για τον Τζακ;" η φωνή της μαλακώνει. Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν μου πέρασε από το μυαλό. Θα δω τον Τζακ μετά από όλα αυτά.. η αλήθεια είναι πως όταν μου έστειλε το μήνυμα για να συναντηθούμε δεν το σκέφτηκα.

" Όχι." ξεστομίζω και φρενάρω απότομα. Φτάσαμε. Φτάσαμε στο σημείο όπου ξεκίνησαν όλα. Σαν χθες μου φαίνεται που ήρθα φουριόζα από το σπίτι της Τζίας για να τους κάνω παρατήρηση για την φασαρία και που τον αντίκρισα για πρώτη φορά. Ποιος να μας το έλεγε ότι η ζωή μας θα άλλαζε ριζικά μετά από αυτό. Έχω χάσει και τις δύο φίλες μου, η μία έχει μεταλλαχτεί σε μία προκατειλημμένη φοβητσιάρα και η άλλη είναι απλώς μια υπόθεση εξαφάνισης. Και επίσης υπάρχουν λυκάνθρωποι. Αν είναι δυνατόν, εγώ γιατί έχω ακόμη τα λογικά μου;

"Δεν είναι κανείς εδώ! Στο είπα είναι παγίδα." λέει η Τζία και την αγνοώ κατεβαίνοντας από το αμάξι. Σοκάρομαι όταν με ακολουθεί.

Όντως, κανείς δεν είναι εδώ. Προχωρώ προς το παγκάκι και το μάτι μου πέφτει πάνω σε ένα μπουκάλι μπύρας somersby. Η αγαπημένη του Τζακ. Πλησιάζω περισσότερο και παρατηρώ πως είναι σφραγισμένη.

"Εντάξει Νάνσι, ήρθαμε, δεν είναι εδώ, μπες μέσα στο αυτοκίνητο να φύγουμε." ακούω την Τζία από πίσω μου. "Ίσως είναι σε μία γωνία και γελάνε τα καθήκ.." συνεχίζει όμως την φωνή της καλύπτει ένα ουρλιαχτό..λύκου που στην συνέχεια πολλαπλασιάζεται. "Νάνσι στο αμάξι τώρα!" ουρλιάζει η Τζία. Ο χαμός από τις φωνές των λύκων γίνεται όλο και μεγαλύτερος και έχω αρχίσει να πανικοβάλλομαι. Αρπάζω το μπουκάλι και τρέχω προς το αυτοκίνητο. Δεν ξέρω σε πόσο λίγο χρονικό διάστημα κατάφερα να βάλω μπρος και να γκαζώσω προκειμένου να φύγουμε όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Την στιγμή που φτάνω στο τέλος του περιφερειακού ένας γκρίζος λύκος πετάγεται στον δρόμο. Ακούω την Τζία να ουρλιάζει και εντελώς αυτόματα προσπερνώ τον λύκο κάνοντας έναν ελιγμό. Παρά την ταραχή μου κοιτάζω τον καθρέφτη και βλέπω τον λύκο τρομαγμένο να χάνεται στο δάσος. Τα χέρια μου τρέμουν και με δυσκολία οδηγώ. Χρειάζομαι μία στάση όμως ταυτόχρονα θέλω να φτάσω όσο πιο γρήγορα γίνεται στο σπίτι μου. Η Τζία ανασαίνει βαριά και είναι έτοιμη να κλάψει. "Θα πεθαίναμε!" φωνάζει.

Πισω στο σκοταδι 2Where stories live. Discover now