~Τα κυρία γεγονότα της πλοκής είναι φανταστικά. Όχι ιστορικά. Τα κύρια πρόσωπα του έργου είναι φανταστικά. Οι οικογένειες και οι τοποθεσίες που αναφέρονται είναι πραγματικές. Το βιβλίο πραγματεύεται την ιδέα του αν και δεν αναφέρεται σε γεγονότα της ιστορίας. Αν αυτά που θα διαβάσετε είχαν συμβεί, τότε ο κόσμος θα ήταν εντελώς διαφορετικός~
Ο αέρας έμοιαζε αποπνικτικός, σαν μεσημέρι ιουλιάτικο, αν και ήταν μόλις αρχές του Ιούνη. Ίσως δεν ήταν πραγματικότητα, ίσως ήταν ακόμα η πάχνη της φωτιάς που δεν έλεγε να διαφύγει από τις μύτες τους.
Ήταν ένα μικρό καραβάνι οχτώ αλόγων με καβαλάρηδες που ο καθένας κουβαλούσε ένα καλάθι με ένα πολύτιμο φορτίο. Δεν άκουγαν τον αέρα που περνούσε σφυρίζοντας μέσα από τις φυλλωσιές των δέντρων. Άκουγαν μόνο τις κραυγές και τα ουρλιαχτά των απολιθωμένων νεκρών.
Όδευαν αργά προς το σημείο συνάντησης τους, που είχαν κανονίσει πριν λίγες ημέρες, λίγες στιγμές πριν την Πτώση. Μόνο που τότε βρίσκονταν στην πατρίδα τους, στην Πόλη που τους γέννησε και τώρα η ξενιτιά πάλευε μα αποτύγχανε να καλύψει το κενό της απώλειας. Δε θα επέστρεφαν ποτέ στην πατρίδα. Όμως, αυτό μπορούσε να ανατραπεί, τουλάχιστον για τις επόμενες γενιές. Για αυτό θα συγκεντρώνονταν εκείνο τα βράδυ αυτοί οι οχτώ.
Ίππευαν για κάμποση ώρα, ο καθένας βυθισμένος στη σκέψη του, μέχρι που έφτασαν στο σημείο συνάντησης, ένα εκκλησάκι, στους πρόποδες του Ολύμπου, στη Θεσσαλία. Είχαν ξεκινήσει από τον Βόλο με τα άλογα κάτω από άκρα μυστικότητα και προσέχοντας συνέχεια για ύποπτα βλέμματα ή κινήσεις. Έδεσαν τα ζώα σφιχτά, πήραν τα πολύτιμα καλάθια και προχώρησαν στα ενδότερα της εκκλησίας.
Εκεί, τους περίμεναν, ως συμφωνηθέν, δύο μοναχοί και δύο μοναχές, όλοι τους παιδιά από ευκατάστατες οικογένειες και με σημαντική μόρφωση.
Οι οχτώ έβγαλαν τους μαύρους μανδύες, αποκαλύπτοντας τα πρόσωπά τους. Έπειτα, άνοιξαν τα καλάθια κι έβγαλαν ο καθένας από ένα μωρό, που άρχισαν να κλαίνε σχεδόν χορωδιακά. Τότε, για να μην τους ακούσει κανένας, άρχισαν οι μοναχοί να χτυπούν της καμπάνες της εκκλησίας, καταφέρνοντας να καλύψουν τη συναυλία των νεογνών.
Πρώτη μίλησε μια καστανόξανθη γυναίκα, γύρω στα είκοσι πέντε, που κρατούσε ένα νεογέννητο αγόρι στα χέρια της, με μάτια στο χρώμα των φτερών του κόρακα.

ESTÁS LEYENDO
Οι Ελευθερωτές {Cover Made By THEICEWOLVES} {ON HOLD} {Returning In 2021}
Ficción históricaΤι θα συνέβαινε αν οι Έλληνες κατόρθωναν να ανακτήσουν την Κωνσταντινούπολη από τους Τούρκους, μετά την Άλωση του 1453;