Κεφάλαιο 3

242 25 0
                                    


Είχαν περάσει δύο εβδομάδες από την μέρα του Πάσχα, από εκείνη την μέρα που η Αριάδνη έζησε ό,τι πιο περίεργο και εξωπραγματικό θα μπορούσε να ζήσει ποτέ. Το είχε πάρει απόφαση πως δεν θα τον ξαναέβλεπε ποτέ της. Δεν λυπόταν ιδιαίτερα, διότι ήξερε ποιος ήταν και την δουλειά του. Ήταν ο βασιλιάς του κάτω κόσμου, ο κριτής των νεκρών. Ζούσε ανάμεσα σε ψυχές, τις κυρίευε. Μόνο σε αυτή την σκέψη ένιωθε ένα ρίγος να την διαπερνάει σε όλο το σώμα. Όμως ήταν εκθαμβωτικά όμορφος και είχε κάτι πάνω του που την έκανε να νιώθει ασφαλής.
Αμέσως μετά την μέρα που τον είδε, έψαξε ό,τι υπήρχε και δεν υπήρχε στο διαδίκτυο για αυτόν, ήθελε να μάθει περισσότερα. Παλιότερα οι άνθρωποι τον φοβόντουσαν, πράγμα που δεν της φαινόταν καθόλου περίεργο. Ωστόσο, είχαν συνδέσει το όνομα του με κάτι θετικό, τον πλούτο που βρισκόταν στη γη. Είχα διαβάσει και για την αρπαγή της Περσεφόνης° υπήρχαν όμως και μερικοί που πίστευαν πως πήγε με την θέληση της στον κάτω κόσμο.

Ήταν αργά τα μεσάνυχτα όταν η Αριάδνη καθόταν στο κρεβάτι της και σκεφτόταν όλες τι νέες πληροφορίες που είχε αποκτήσει εδώ και μέρες, χωρίς να σταματήσει να τις αναλύει. Όταν ξαφνικά, μέσα στο μισοσκότεινο δωμάτιο εμφανίστηκε μία μορφή που δεν άργησε να αναγνωρίσει. Ο Άδης έδειχνε ακόμα πιο σκοτεινός από το ίδιο το σκοτάδι που υπήρχε στο δωμάτιο της. Το κορίτσι τρόμαξε αρκετά από την ξαφνική εμφάνιση του.

"Τι στο-, τι κάνεις εδώ;" ρώτησε σοκαρισμένη. Δεν πίστευε πως θα τον ξαναέβλεπε. Νόμιζε πως αυτή η ιστορία είχε τελειώσει την πρώτη μέρα κιόλας που είχε αρχίσει.

"Νομίζω ο λόγος είναι φανερός° ήρθα για να σε δω" απάντησε και πλησίασε προς το μέρος της. Κάθισε στην άκρη του κρεβατιού και την κοιτούσε απευθείας στα μάτια ενώ ακόμα και τώρα, που καθόταν, η Αριάδνη ένιωθε σαν μία μινιατούρα μπροστά του. "Πως είσαι;"

"Καλά, υποθέτω" αποκρίθηκε ενώ ακόμα έδειχνε μπερδεμένη από την ξαφνική του εμφάνιση. "Εσύ;" ρώτησε τελικά.

"Καλά είμαι, μόνο που σύντομα θα πρέπει να κατέβω ξανά στο Κάτω Κόσμο. Βλέπεις, προτιμώ το σκοτάδι μου παρά τον ήλιο του Απόλλωνα, για αυτό και σε επισκέπτομαι αργά τα χαράματα".

"Συνέβη κάτι;" ρώτησε ενώ ανακάθισε.

"Μπορεί και ναι, μπορεί και όχι" απάντησε με μυστικοπάθεια. "Θα ήθελες να έρθεις μία βόλτα μαζί μου;".

"Που; Και τι σημαίνει μπορεί και ναι, μπορεί και όχι;"

"Ας πούμε πως θέλω να σου κάνω έκπληξη" αποκρίθηκε και η Αριάδνη φοβήθηκε πως θα την πήγαινε στον Κάτω Κόσμο, κάτι που δεν ήθελε σε καμία περίπτωση. Ποτέ της δεν αγάπησε ιδιαίτερα το σκοτάδι, γιατί από μικρή την τρόμαζε. Όσο για το τι κατοικούσε εκεί, δεν ήθελε ούτε να το σκέφτεται.

HadesOpowieści tętniące życiem. Odkryj je teraz