Μνήμες που πονάνε

23 6 4
                                    

Άνοιξα τα μάτια μου σιγά σιγά, το εκτυφλωτικό φως του ήλιου εισέβαλλε μέσα στο δωμάτιο μου. Κοίταξα το ψηφιακό ρολόι έδειχνε δύο. Τίναξα τα σκεπάσματα από πάνω μου και πήγα ως το μπάνιο με μεγάλη δυσκολία.

Προχώρησα ως τον νιπτήρα άνοιξα το κρύο νερό και έβρεξα το πρόσωπο μου ψάχνοντας στα τυφλά να βρω μια πετσέτα να σκουπιστώ, μπήκα στην μπανιέρα και για ένα γρήγορο ντουζ.

Έκλεισα τα μάτια και άφησα το καυτό νερό να με χαλαρώσει δεν μπορούσα να θυμηθώ τι έγινε. Μισή ώρα μετά βρίσκομαι κουκουλωμένη στο κρεβάτι μου. Δεν είχα διάθεση για τίποτα. Οι εικόνες επανέρχονται σιγά σιγά στο μυαλό μου. Το πρώτο πράγμα που θυμάμαι είναι το πρόσωπο του άντρα να με κοιτάζει έντονα. Θα ορκιζόμουν ότι στο πρόσωπο εκείνου του άντρα έβλεπα τον Μάρκο.

Είναι δυνατόν;

Από τις σκέψεις μου με έβγαλε ο ήχος της πόρτα που άνοιξε με τους γονείς μου να μπαίνουν αμίλητοι. Η ματιά του πατέρα μου σήμαινε μπελάδες.

«Πέρασαν σχεδόν δύο χρόνια. Κλεισμένη στον εαυτό σου ή στο εργαστήρι σου», είπε, «έδειξα παραπάνω κατανόηση απ' όσο έπρεπε αλλά σταματάει εδώ. Δεν βγαίνεις έξω παρά μόνο για να πας ως το νεκροταφείο. Έκοψες κάθε επαφή με τους φίλους σου. Έμεινες πίσω στα μαθήματα. Δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο αυτή η κατάσταση. Δεν μου αφήνεις άλλη επιλογή. Θα σε στείλω στην θεία σου στην Αμερική».

«Όχι» Μόλις άκουσα την είδηση πετάχτηκα πάνω. «Με τίποτα»

«Σου δίνω δύο επιλογές είτε θα προχωρήσεις την ζωή σου και θα περάσεις τα μαθήματα, είτε θα φύγεις.» και βγήκε από το δωμάτιο κοπανώντας την πόρτα πίσω του.

«Μαμά;» ρώτησα με απόγνωση.

Δεν ήρθε να με κανακέψει όπως άλλες φορές. «Αυτή τη φορά θα συμφωνήσω με τον πατέρα σου» το πρόσωπο της ήταν ανέκφραστο. Έκανε μεταβολή βγαίνοντας κι εκείνη από το δωμάτιο.

Ακούμπησα με την πλάτη στο κεφαλάρι του κρεβατιού αγκάλιασα τα γόνατα μου αφήνοντας άλλη μια φορά να ταξιδέψω σε περασμένες, ξεχασμένες μνήμες.

Τότε το χαμόγελο κοσμούσε στα χείλη μου και η χαρά δε με εγκατέλειπε ποτέ. Είχα ζήσει ευτυχισμένα κοντά του μου πρόσφερε αυτό που γύρευε περισσότερο η ψυχή μου, ζεστασιά, αγάπη. Ήταν το άλλο μου μισό. Μαζί σχεδιάζαμε το κοινό μας μέλλον.

«Μάρκο μου...», είπα ανάμεσα στα αναφιλητά μου, «γιατί με άφησες πίσω; Εγώ θα έπρεπε να βρισκόμουν στο χώμα όχι εσύ.»

Τα κεφάλαια θα ανεβαίνουν μια φορά την εβδομάδα. Περιμένω τις παρατηρήσεις σας και τα σχόλια σας.

Ως την επόμενη φορά!

Καρδιοχτύπια στα θρανίαWhere stories live. Discover now