🖤2

67 22 8
                                    

Για αρκετά λεπτά ο άνδρας παρατηρούσε το χώρο γύρω του. Δεν ήθελε να κάτσει πάλι στα μεγάλα μαρμάρινα σκαλιά. Μια δύναμη και μια επιθυμία τον τραβούσε ήθελε να μπει στο εσωτερικό του αρχοντικού. Μετά από λίγο πρόσεξε πως σε ένα απ τα μεγάλα παράθυρα του το ξύλο που το κάλυπτε είχε πέσει. Μπορούσε να περάσει αν ήθελε, χωρούσε. Κοίταξε για λίγο αβέβαιος γύρω του και αποφάσισε να περάσει. Εκείνη τη στιγμή για λίγα δευτερόλεπτα όταν κατάλαβε ότι πέρασε μέσα ένιωσε σαν να πέρασε μια άγνωστη πύλη μια πύλη που ίσως να μη... Έδιωξε τη σκέψη απ το μυαλό του και προχώρησε. Ο χώρος ήταν στενός σκοτεινός και μακρύς δεν έβλεπε. Άναψε το φακό του κινητού του. Πρόσεξε πως ο τοίχος γύρω του ήταν σκαλισμένος με σχέδια, σχέδια που με το πέρασμα του χρόνου είχαν ξεθωριάσει. Τα χαιδεψε για λίγο. Ήταν πολύ όμορφα και ας είχαν χάσει τη γοητεία τους. Αποφάσισε να προχωρήσει. Σε λίγο στα ρουθούνια του έφτασε η μυρωδιά της μούχλας της σκόνης της εγκατάλειψης μα και ένα όμορφο γλυκό άρωμα. Ήταν σίγουρος πως ήταν γυναικείο. Είχε μια τόση μεθυστική γλυκά που τον ζάλισε για λίγο. 'Σκέψου λογικα' είπε στον εαυτό του. Μετά από λίγο κατάλαβε πως το στενό δωμάτιο τελείωνε και μπροστά του ξεπροβαλε μια μεγάλη σάλα. Ένας κατεστραμενος πολυέλαιος κρεμόταν ίσα ίσα και πίσω στο βάθος τα μεγάλα σκαλιά που οδηγούσαν στα δωμάτια. Κοιτούσε έκπληκτος γύρω του. Ο χώρος ήταν υπέροχος.Εκεινη τη στιγμή το κορίτσι είδε τον ήλιο να χάνεται και σκέφτηκε πως ποτέ ως τώρα δεν είχε προσπαθήσει να δει το εσωτερικό του μεγάλου αρχοντικού. Σηκώθηκε δίστασε για λίγο μα αποφάσισε να διασχίσει τη μεγάλη παλιά μπαλκονοπορτα και να βρεθεί μέσα. Άθελά της ανατρίχιασε. Το δωμάτιο ήταν τεράστιο. Το μόνο που είχε μείνει ήταν οι παλιές γαλάζιες κουρτίνες να χορεύουν στο χάδι του αέρα. Πέρασε δίπλα τους και τις ακουμπήσε. Έκλεισε τα μάτια της γιατί ένιωσε μια γλυκιά ζάλη. 'Συνελθε' είπε στον εαυτό της και έτσι προχώρησε προς τα μέσα. Σε λίγο βρέθηκε μπροστά σε μια υπέροχη μεγάλη σάλα με έναν παμπάλαιο πολυέλαιο. Μα σε λίγο ξαφνιάστηκε. Πρόσεξε πως ο άνδρας που δεν συμπαθούσε ήταν και κείνος εκεί λίγο πιο κάτω στα αριστερά της. Τον κοίταξε με απορία. Τότε γύρισε και κείνος και την κοίταξε με ανοιχτό στόμα. Το άρωμα του κοριτσιού πλανιοταν στην ατμόσφαιρα. 'ώστε το άρωμα είναι δικό της' σκέφτηκε εκείνος. Κοιτούσαν ο ένας τον άλλον μες τη σιωπή. Το πλάσμα καθόταν ακόμα στη στέγη μα άρχισε να γελά δυνατά. Και τσαφ εξαφανίστηκε και έσκασε με φόρα στο κέντρο της σάλας σκορπώντας γύρω του σκόνη. Οι δύο τους τιναχτηκαν και κοίταξαν ταυτόχρονα προς το μέρος του πλάσματος. Σιωπή. Μόνο οι γρήγορες ανάσες τους ακούγονταν στο χώρο. Και οι δύο τους σκέφτηκαν πως μάλλον είναι όνειρο. Το πλάσμα δεν ήταν όμορφο και το χαμόγελο του απαίσιο. Το πλάσμα κούνησε το χέρι και αμέσως ο χώρος γέμισε με πολλές μικρές φωτεινές μπαλίτσες που αιωρούνταν γύρω τους στέλνοντάς ένα απαλό φως. Εκείνη κοίταξε τρομαγμένη τον άνδρα δίπλα της. Είχε καλύψει την απόσταση ανάμεσα τους από ένστικτο για κείνη. Φοβήθηκε για κείνη. Την κοίταξε σαν να της έλεγε μη φοβάσε. Το πλάσμα γέλασε μοχθηρα. Με μια κηνηση των χεριών του ακούστηκε ένας δυνατός κρότος. Το σπίτι σείστηκε ολόκληρο. 'Τώρα δε μπορείτε να βγείτε από δω μεσα' τους είπε.Κοίταζαν το πλάσμα για αρκετή ώρα. Ξαφνικά εκείνο ψιθύρισε κάτι και οι δύο τους γονατισαν στο σκονισμένο πάτωμα. Ο χώρος ήταν ψυχρός. Σε λιγο οι ανάσες τους ήταν κοφτές. Ξαφνικά κάτι σαν νερό ή υγρό άρχισε ξεχειλίζει από τα σκαλιά με τόση δύναμη που πριν προλάβουν να καταλάβουν τους είχε είδη καλύψει . Όλος ο χώρος γέμισε με το νερό εκείνο. Τώρα θα δούμε είπε το πλάσμα και κοίταξε επίμονα το κενό.

Μια αλλόκοτη ιστορία #GR contest (#JJASC19) #TYS 2019Donde viven las historias. Descúbrelo ahora