Δ Ο Λ Ο Φ Ο Ν Ι Α

419 44 19
                                    

Η Heather ξύπνησε όταν οι πρωινές ακτίνες του ήλιου, εισέβαλαν μέσα στο μικρό δωμάτιό της, αναγκάζοντας την να ξυπνήσει από τον -όχι και τόσο ήρεμο- ύπνο της.

Έτριψε αργά τα μάτια της και κοίταξε το δωμάτιο γύρω της.
Όλο το βράδυ, η εικόνα του βρισκόταν χαραγμένη και η "συνάντηση" τους ,περιφερόταν διαρκώς στο μυαλό της σαν ρόδα του λούνα παρκ.

Μπορούσε να νιώσει τα μαύρα μάτια του να την παρακολουθούν, να τρυπώνουν βαθιά στο μυαλό της ψάχνοντας τα πιο βαθιά μυστικά της.

Όλο το βράδυ νόμιζε πως άκουγε φωνές να λένε ψιθυριστά το όνομά της, σκιές να εισβάλουν στο δωμάτιο της από το μικρό ξύλινο παράθυρο που υπήρχε δίπλα από το κρεβάτι της.

"Τα λέμε σύντομα..Heather."
Η παρακάτω φράση, επαναλαμβανόταν συνέχεια στο μυαλό της, σαν χαλασμένη κασέτα.

Κούνησε το κεφάλι της δεξιά και αριστερά, σαν να ήθελε να διώξει τις σκέψεις της (πράγμα αδύνατον) και σηκώθηκε χωρίς ιδιαίτερη όρεξη από το κρεβάτι της.

Ήταν Παρασκευή, πράγμα που σήμαινε πως η σχολή της θα τελείωνε το απόγευμα και θα ήταν ελεύθερη για όλο το υπόλοιπο Σαββατοκύριακο.
Δεν θα έκανε κατι ιδιαίτερο βέβαια, αλλά μόνο και μόνο στην ιδέα, η Heather ένιωθε το σώμα της να χαλαρώνει από το άγχος και την πίεση του Πανεπιστημίου.

Λίγο αργότερα είχε ετοιμάσει την τσάντα και όλα της τα πράγματα και είχε ήδη ξεκινήσει, το δρόμο της για την πανεπιστημιούπολη.

Που να ήξερε όμως, πως καθώς εκείνη έφυγε ανέμελη από το σπίτι της ,κάποιος άλλος πέρασε κατάκοπος την πόρτα του σπιτιού του για πρώτη φορά σήμερα, έπειτα από την χθεσινή τους "συνάντηση".

Έβγαλε την στενή του μπλούζα η οποία ήταν γεμάτη με λεκέδες φρέσκου αίματος, αφήνοντας τους κοιλιακούς του εκτεθειμένους και ξάπλωσε στο μικρό καναπέ που υπήρχε στο ισόγειο.

Εκείνος, παρά το γεγονός ότι το σπίτι του ήταν διώροφο, προτιμούσε να χρησιμοποιεί το ισόγειο και το υπόγειο.

Το σπίτι του δεν είχε και πολλά πράγματα.
Έναν καναπέ, μια τηλεόραση (που συχνά εμφάνιζε χιόνι) , ένα τραπέζι φαγητού και ένα κρεβάτι με χαλασμένες σουστες.

Πότε δεν ενδιαφέρονταν για το πώς έδειχνε το σπίτι του, όμως θα έκανε μία πλήρη ανακαίνιση σε λίγο καιρό.

Έβγαλε ένα πολύ μεγάλο χρηματικό ποσό μέσα στο βράδυ και είχε σκοπό να το εκμεταλλευτεί με κάθε ευκαιρία.

Η δολοφονία της Daisy Hilton δεν ήταν κάτι το δύσκολο.

Λίγο μετά την "συνάντησή" του με την Heather , βρισκόταν ήδη μέσα στο σπίτι της Hilton.
Συνήθως, του ήταν κάπως δύσκολο να εντοπίσει το θύμα, ειδικά στις περιπτώσεις που το θύμα το ίδιο, ήξερε ότι η ζωή του απειλείται.

Μόλις μπήκε στο μικρό διαμέρισμα της ,ο ήχος του νερού αντηχούσε σε όλο το σπίτι κάνοντας τον να καταλάβει, πως η δουλειά του θα τελείωνε πολύ πιο εύκολα και επώδυνα απ' όσο φανταζόταν.

Δεν είχε κάποιο συνηθισμένο τρόπο με τον οποίο σκότωνε τα θύματά του.
Του άρεζε περισσότερο να τα βλέπει να υποφέρουν μέχρι να αφήσουν την τελευταία τους πνοή, και να βλέπει την ψυχή τους να βγαίνει μέσα από το σώμα τους ,κατευθυνόμενη προς το άπειρο.

Δεν ήταν καθόλου δύσκολο γι αυτόν να την στραγγαλίσει μέσα στην λευκή (γεμάτη πολύχρωμα σαπούνια) μπανιέρα της.

Η Daisy Hilton, τριαντάχρονη αστυνομικός, είχε ξεθαψεί ανώνυμα αρχεία για το παρακλάδι της ιταλικής μαφίας στην Αμερική και ως γνωστόν, η μαφία δεν είχε τίποτα παραπάνω να κάνει από το να πληρώσει έναν από τους καλύτερους δολοφόνους της Αμερικής για να μείνουν σίγουροι, πως εκείνη θα έβγαινε μια και καλή έξω από τις υποθέσεις τους.

Εκείνος, συνηθισμένος πλέον στις δολοφονίες, τύλιξε το σώμα της μέσα σε μια σακούλα σκουπιδιών, διέγραψε ότι υλικό υπήρχε από τις κάμερες ασφαλείας του διαμερίσματος τις τελευταίες τρεις μέρες και έθαψε προσεκτικά το σώμα της στο πάτο της εγκαταλελειμμένης, ρυχής λίμνης που υπήρχε κάτι χιλιόμετρα παρακάτω. 

Αν η αστυνομία τον ανακάλυπτε, το σώμα του θα σαπίζε μέσα σε ένα μικροσκοπικό κελί φυλακής.

Πράγμα που κανένας δεν θα ζητούσε.

Η αλήθεια είναι, πως ποτέ δεν κατάλαβε πως βρέθηκε μπλεγμένος με τις δολοφονίες και την ιταλική μαφία.

Παρόλα αυτά δεν ήταν κάτι που έκανε από ανάγκη.
Του άρεζε να σκοτώνει κόσμο.

Ίσως να έφταιγαν γι'αυτο οι πορσελάνινες κούκλες της αδερφής του ,που από μικρός, είχε ιδιαίτερη αδυναμία στο να τις ξεριζώνει τα κεφάλια και να τα πετάει σαν πετραδάκια από το παράθυρο του δωματίου του.

Ίσως να έφταιγε και αυτό.

Έπιασε ένα τσιγάρο από την τσέπη του παντελονιού του και βγήκε στο μπαλκόνι αδιαφορώντας για το κινητό του που χτυπούσε σαν τρελό πάνω στον χαλασμένο καναπέ.

Ήταν δύσκολη μέρα σήμερα.

Destroyed Where stories live. Discover now