Κεφάλαιο 1

5 1 0
                                    

~You only know a part of me.
I'm a universe full of secrets.~

Είναι μετρίου αναστήματος, μελαχρινή με σχιστά σκούρα καστανά μάτια, γλυκό χαμόγελο σε ένα πρόσωπο με σκληρές γωνίες, το όνομα της Έμμα. Μια γλυκιά μα ταυτόχρονα αρκετά σκληρή γυναίκα, ανέγγιχτη από συναισθήματα, μα πάρα πολύ καλό παιδί.
  Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά που της δίνουν τα άτομα που τη γνωρίζουν και πιστέψτε με είναι αρκετά. Από μικρή ζούσε τη ζωή της σαν να είναι η τελευταία της μέρα στη Γη, έκανε και συνεχίζει να κάνει τρελά πράγματα και να ζεί τη ζωή της στα άκρα, αυτή η μοναδικότητα της προς το τρόπο ζωής της είναι αυτό που γοητεύει τους πάντες γύρο της. Αρκετά όμως είπα για την ηρωίδα μας, θα σας αφήσω να την κρίνεται και να τη γνωρίσετε μόνοι σας.

  Από το μισάνοιχτο παράθυρο μπαίνουν οι πρώτες ηλιαχτίδες, η ώρα 7:00 μόλις την ξύπνησε ο ήχος από το ξυπνητήρι, πρώτη της κίνηση αφού σηκωθεί από το κρεβάτι είναι να ανοίξει τα παραθυρόφυλλα, για να μπορεί το φως του ήλιου να μπεί ανενόχλητο στο σπίτι. Δεν είναι καθόλου πρωινός τύπος, μα λόγο δουλειάς αναγκάστηκα σηκώνεται πρωί τουλάχιστον ας απολαύσει το ξημέρωμα. Αφού πήγε στο μπάνιο να πλύνει τα δόντια της και το πρόσωπο της και ντύθηκε με ένα απλό μαύρο τζιν, μαύρο κοντομάνικο πουκάμισο και τα αγαπημένα της μαύρα αθλητικά παπούτσια, κατευθύνθηκε προς τη κουζίνα να φτιάξει ένα βαρύ, σκέτο καφέ. Είχαν περάσει μόνο 20 λεπτά δεν της πέρνει αρκετό χρόνο να ετοιμαστεί για τη δουλειά της, εάν και δουλεύει σε μια από τις καλύτερες ναυτιλιακές εταιρίες στην Ελλάδα το ντύσιμο της δεν είναι και τόσο 'επίσημο' θα έλεγε κάποιος σχετικά με τη θέση της, διευθύντρια διαχείρισης πληρώματος*, αλλά δεν την ενδιαφέρει καθόλου άλλωστε κέρδισε τη θέση της με τη δουλειά και της και όχι με το ντύσιμο της και έτσι κανένας δεν την κρίνει γι' αυτό.
  Βγήκε στη βεράντα του διαμερίσματος της με τον καφέ στο ένα χέρι και τα τσιγάρα της στο άλλο, κάθησε στη καρέκλα, έβγαλε ένα τσιγάρο το έβαλε στα χείλη της, το άναψε και τράβηξε τη πρώτη τζούρα της μέρας, κάθε μέρα πριν πάει στη δουλειά της κάθεται στη βεράντα της απολαμβάνοντας τον καφέ της και το πρώτη της τσιγάρο, χαλαρώνει, γεμίζει ενέργεια και κουράγιο για τη δουλειά και της άλλωστε αυτός είναι ο τρόπος της για να 'ξυπνάει' το μυαλό της μετά από λίγες ώρες ύπνου. Η ώρα έφτασε 7:45 σιγά σιγά σηκώθηκε, έβαλε το άδειο πλέον ποτήρι καφέ στο νεροχύτη για να το πλύνει όταν γυρίσει σπίτι, πήρε τη τσάντα της μαζί με τα τσιγάρα, κλείδωσε το σπίτι και κατέβηκε κάτω στο γκαράζ, καβάλησε τη μηχανή της και έφυγε για την εταιρεία σε λιγότερο από 10 λεπτά θα ήταν εκεί, φρόντισε να βρεί ένα διαμέρισμα αρκετά κοντά στην εταιρεία της, δεν της άρεσε καθόλου να σπαταλάει τον χρόνο της στην κίνηση και γι' αυτό η μηχανή είναι το καλύτερο μέσο για να αποφύγει κανείς την κίνηση στους δρόμους της Αθήνας. Φτάνοντας στην εταιρεία, πάρκαρε τη μηχανή της και κατευθύνθηκε προς την είσοδο 
  <<Καλημέρα κυρία Παπαδοπούλου>> της είπε ο ρεσεψιονίστ δίνοντας της την εταιρική της ταυτότητα, η οποία της έδινε πρόσβαση στα περισσότερα μέρη της εταιρείας ένα από αυτά είναι το ασανσέρ και το γραφείο της
  <<Καλημέρα και σε εσένα>>
του είπε με ένα χαμόγελο και κατευθύνθηκε προς το ασανσέρ για να πάει στο γραφείο της.  Στη διαδρομή μέχρι το γραφείο της, χαιρετούσε όποιον έβλεπε άλλωστε τους περισσότερους τους ηξερε, όπως και οι περισσότεροι την ξέρανε, μια όμορφη γυναίκα με γυμνασμένο σώμα στα τριάντα της δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητη, όπως σας είπα με την αύρα της κατάφερνε να γοητεύει τους περισσότερους γύρο της άντρες και γυναίκες, μα είχε καταφέρει να κερδίσει και τον σεβασμό από όλους τους συναδέλφους της.
  Όταν έκατσε στη καρέκλα του γραφείου η γραμματέας της μπήκε μέσα κρατώντας κάποια χαρτιά στα χέρια της
  <<Αυτά είναι για υπογραφή>> τα άφησε μπροστά της και έκανε ένα βήμα πίσω
  <<Επίσης σήμερα στις 10:00 έχετε συμβούλιο και το αφεντικό ζήτησε να σας δει στο γραφείο του μόλις έρθετε>>
  <<Καλημέρα και σε εσένα Μαρία>> την ειρωνεύτηκε και ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη της νεαρής γραμματέας
  <<Σου είπε μήπως τι με θέλει πρωί πρωί>> τη ρωτησε, ένα αρνητικό νεύμα ήταν αρκετό σαν απάντηση
  <<Είναι τώρα εδώ>> ξανά ρώτησε     
  <<Ναι ήρθε πάρα πολύ νωρίς σήμερα>> μια έκφραση απώλειας σχηματίστηκε στο πρόσωπο της, τον Νίκο, το αφεντικό όπως τον λένε όλοι, τον ήξερε πολύ καλά ήταν φίλοι χρονια, πριν αυτός γίνει CEO της εταιρίας, όταν ακόμη και οι δυο ήταν ενεργεί ναυτικοί, ποτέ δεν ερχόταν στην εταιρεία πριν τις 10:00. Με μια κίνηση του χεριού τους η Μαρία γύρισε πίσω στο γραφείο της, αφού υπέγραψε τα χαρτιά που της έφερε σηκώθηκε να πάει στο γραφείο του
  <<Οποίος με ζητήσει να περιμένει δεν θα αργήσω>> είπε και πήγε στο ασανσέρ, μέχρι να φτάσει έξω από το γραφείο του σκεφτόταν τι θα μπορούσε να θέλει να της πεί, σίγουρα ήταν σημαντικό αλλά το μυαλό της δεν πήγαινε πουθενά, και αυτό την ανησυχούσε.
  Όταν έφτασε έξω από το γραφείο του χαιρέτισε τη γραμματέα του και χτύπησε την πόρτα, πριν ακούσει το τυπικό <<Ναι>> άνοιξε και μπήκε μέσα.
  <<Στον ύπνο σου με έβλεπες>> τον ειρωνεύτηκε
  <<Καλημέρα και σε εσένα>> της αποκρίθηκε, πλησίασε τον γραφείο του και έκατσε στην καρέκλα απέναντι του
  <<Πες μου τι με θέλεις και γιατί ήρθες τόσο νωρίς στην εταιρεία>> ο άντρας απέναντι της γέλασε
  <<Εταιρία μου είναι, νομίζω μπορώ να έρχομαι ότι ώρα θέλω>> της απάντησε με ένα γελάκι
   <<Έλα Νίκο πες μου τι θες και άσε τα αστεία, έχω πολύ δουλειά>> σιγά σιγά έχανε την υπομονή της, δεν φημιζόταν άλλωστε γι' αυτή
   <<Έμμα όπως ξέρεις έχουμε επεκταθεί και στην Αμερική, τα γραφεία στο Λας Βέγκας είναι έτοιμα, θέλω λοιπόν να πας για ένα μήνα και να στελεχώσεις την εταιρεία με ικανό προσωπικό>> στο άκουσμα των λέξεων του έμεινε στην κυριολεξία με ανοιχτό το στόμα. Στην αρχή νόμιζε ότι της έκανε πλάκα, μα με το σοβαρό του ύφος κατάλαβε πως μιλούσε σοβαρά
   <<Νίκο ξέρεις πως είμαι υπεύθυνη για τα πληρώματα των καραβιών σου έτσι; Και όχι της εταιρείας σου>>
  <<Είσαι η καλύτερη που έχω σε παρακαλώ Έμμα>> χτύπησε τα χέρια της στη καρέκλα και σηκώθηκε όρθια
  <<Μαλακίες>> φώναξε και άρχισε να περπατάει νευρικά μέσα στο γραφείο
  <<Αρχικά είναι τέλειος ηλίθιο να ανοίξεις ναυτιλιακή εταιρεία στο Λας Βέγκας και δεύτερον σου είπα πως εγώ σε αυτή τη σκατο- πόλη δεν ξανά πάω τι στο διάολο δεν κατάλαβες και μου ζητάς να πάω εκεί και μάλιστα για ένα ολόκληρο μήνα>> τα νεύρα της την είχαν κυριεύσει, του είχε εξηγήσει πως δεν της αρέσει αυτή η πόλη και τώρα της ζητάει να πάει 
  <<Αρχικά μην φωνάζεις θα σε ακούνε όλοι που βρίζεις σαν λιμενεργάτης και δεύτερον κάτσε κάτω ζαλίστηκα να σε βλέπω να πας πέρα δώθε>>
  <<Στα αρχιδ...>>
  <<Έμμα!>> Φώναξε και σηκώθηκε από τη θέση του και την πλησίασε, έβαλε τα χέρια του στους ώμους της και την κοίταξε στα μάτια
  <<Είναι μόνο για ένα μήνα και μόνο εσένα εμπιστεύομαι, Έμμα σε παρακαλώ>> της είπε με ήρεμο τόνο, αναστέναξε και έφυγε από το άγγιγμα του, πλησίασε τον καναπέ και έκατσε
  <<Μου σπας τα νεύρα, αλλά δεν μπορώ να σου αρνηθώ>> του είπε και αυτός με χαμόγελο την πλησίασε και την αγκάλιασε
  <<Είσαι υπέροχη>> της είπε και η Έμμα στριφογύρισε τα μάτια της
  <<Πάρε ρεπό για το υπόλοιπο της μέρας και πήγεναι να ξεκουραστείς και να ετοιμάσεις τα πράγματα σου, το βράδυ πετάς>>
  <<Ααα! Τόσο σίγουρος ήσουν ότι θα πάω. Χριστέ μου είσαι απαίσιος>> είπε και σηκώθηκε να φύγει από το γραφείο του, καθώς απομακρυνόταν τον άκουσε να της φωνάζει πως την αγαπάει και ως απάντηση του έδειξε το μεσαίο δάχτυλο της.
  Κατέβηκε φουριόζα στα γραφείο της, άρπαξε την τσάντα της και τα κλειδιά της
  <<Θα λείπω για τον επόμενο μήνα>> φώναξε στη γραμματέα της καθώς έμπαινε στο ασανσέρ. Μόλις έφτασε σπίτι χύθηκε στον καναπέ και ξεφύσιξε, έκλεισε για λεπτά τα μάτια της να ηρεμήσει και να συνειδητοποιήσει ότι το βράδυ πετάει για το Λας Βέγκας

Η ΚρυμμένηWhere stories live. Discover now