Κεφάλαιο 5

367 69 46
                                    

Ήρθε η Δευτέρα και η Αναστασία είχε μάθημα στη σχολή. Ο Βασίλης είχε προσφερθεί να την πάει εκείνος αφού είχαν την ίδια ώρα μάθημα. Έτσι όταν χτύπησε το κουδούνι δεν ρώτησε ποιος ήταν και άνοιξε κατευθείαν. Όταν όμως άνοιξε την πόρτα μπροστά της εμφανίστηκε ο Νικήτας.

<Καλημέρα. Τι κάνεις εσύ εδώ;> τον ρώτησε η Αναστασία αφού δεν περίμενε να είναι τέτοια ώρα στο σπίτι της.

<Καλημέρα. Δεν χαίρεσαι που με βλέπεις;>

<Πως χαίρομαι. Απλώς δεν σε περίμενα. Νόμιζα ότι θα ήταν ο Βασίλης.>

<Ναι το ξέρω. Ήταν να έρθει να σε πάρει αυτός αλλά γύρισε αργά εχτές από τη δουλειά και μου ζήτησε να σε πάω εγώ.> της εξήγησε ο Νικήτας.

<Ααα οκ. Απλά περίμενε 5 λεπτά να βάλω παπούτσια και έρχομαι.> είπε και έφυγε για το δωμάτιο της.

Ο Νικήτας έριξε μία ματιά στο σαλόνι. Ήταν απλό σε καφέ τόνους. Καθώς κοιτούσε είδε σε ένα τραπεζάκι πολλές φωτογραφίες μαζεμένες. Ήταν η Αναστασία μικρή μαζί με τον πατέρα της λογικά. Κάπου στο βάθος είδε μια κορνίζα με μία κοπέλα που αυτός την ήξερε και την αγαπούσε όσο κανέναν άλλον στον κόσμο. Ένα δάκρυ κύλισε χωρίς να το καταλάβει. Του έλειπε πάρα πολύ. Απόρησε όταν την είδε αλλά πριν προλάβει να την αφήσει στη θέση της ακούστηκε η φωνή της Αναστασίας.

<Δεν είναι πολύ όμορφη;> τον ρώτησε κοιτάζοντας και αυτή την κορνίζα.

<Ναι πολύ.> της απάντησε εκείνος καθώς θυμόταν χαρούμενες στιγμές που έζησε μαζί της. Δεν μπορούσε να μην ρωτήσει από που την ήξερε η κοπέλα δίπλα του.

<Είναι η αδελφή του πατέρα μου. Ήταν βασικά. Δυστυχώς έχει πεθάνει.> του απάντησε εκείνη. Ο Νικήτας εξεπλάγην με αυτό που άκουσε. Ήξερε ότι η μητέρα του είχε έναν αδελφό αλλά του είχε πει ότι μένει μακριά και για αυτό δεν τον είχε γνωρίσει ποτέ. 

<Η αδελφή του πατέρα σου; Την είχες γνωρίσει ποτέ;> ρώτησε ακόμα έκπληκτος με αυτό που έμαθε.

<Ναι. Δύο μήνες πριν πεθάνει. Είχε καρκίνο και δεν της έμενε αρκετός καιρός ακόμα και ήθελε να δει για τελευταία φορά τον αδελφό της. Ήταν πολύ καλή γυναίκα αμέσως τη συμπάθησα. Κρίμα που έφυγε τόσο νέα. Είχε πολλά να ζήσει.> του εξήγησε η Αναστασία

<Ναι κρίμα.> Ο Νικήτας ήθελα να φύγει αμέσως από αυτό το σπίτι. Δεν είχε ιδέα για όλα αυτά. Τον παραξένεψε το ότι ο αδελφός της μητέρας του μένει στην Αθήνα και σχετικά κοντά στο πατρικό του και σε εκείνον του είχε πει ψέματα. <Πάμε;>

ΟΙ 6 ΦΟΙΤΗΤΕΣWhere stories live. Discover now