Κεφάλαιο 3

105 20 2
                                    

-Λυδία- 

Με το που κλείσαμε το τηλέφωνο με τον Λουκά μπήκα στο Facebook από το κινητό μου, μπήκα στο προφίλ του και μετά στους φίλους του. Άρχισα να ψάχνω για αυτή την Ξένια, ελπίζοντας πως δεν έχει άλλη εκτός από αυτήν που ψάχνω. Μετά από ένα δεκάλεπτο ψάξιμο δεν βρήκα τίποτα, πουθενά. 

"Ξαδέρφη σου λέει μετά.. Εδώ δεν την έχει καν στο Facebook..Και αν ήταν ξαδέρφη του γιατί δεν μου το είχε πει πιο νωρίς; Τότε που συζητούσαμε για τις οικογένειές μας; Κάτι δεν μου αρέσει εδώ πέρα.." μονολόγησα.

Βγήκα απ'το Facebook και πήγα απευθείας στις επαφές μου, αφού βρήκα το τηλέφωνο του καλύτερου φίλου του Λουκά απέμεινα να κοιτάω την οθόνη του κινητού μου. Άρχισα να στριφογυρίζω το κινητό στα χέρια μου προσπαθώντας να πάρω μια απόφαση. Μετά από πολύ ώρα απλά πάτησα το πράσινο κουμπί και έγειρα το κεφάλι μου στον τοίχο όσο περίμενα να σηκώσει το τηλέφωνο ο Αντρέας.

"Λυδία..έγινε κάτι;" είπε με τη βραχνή φωνή του, βγάζοντας με από τις σκέψεις μου.

"Ρε 'συ Αντρέα εσύ δεν τα είχες με την ξαδέρφη του Λουκά; Την πως την λένε μωρέ.... Εμ...Ξένια;" όση ώρα περίμενα να το σηκώσει είχα σκεφτεί τι θα έκανα. Θα έριχνα άδεια για να πιάσω γεμάτα.

"Όχι, Θάλεια την λένε. Ο Λουκάς δεν έχει καμία ξαδέρφη που να την λένε Ξένια πως σου ήρθε αυτό..; Βασικά γιατί ρωτάς;" αποκρίθηκε γεμάτος περιέργεια.

"Η ξαδέρφη μου με ρώτησε,  δεν ξέρω γιατί αλλά δεν θυμόμουν να της πω και είπα να σε πάρω τηλέφωνο γιατί αν δεν θυμόμουν θα έσκαγα." είπα και γέλασα.

"Χαχα που ξέρεις μπορεί να με γουστάρει η ξαδέρφη σου!" γέλασε και εκείνος.  "Τι νάρκισσος που είναι αυτός ο άνθρωπος."  σκέφτηκα.

"Ποτέ δεν ξέρεις! Τέλος πάντων σε αφήνω γιατί κάποιος μου χτυπάει την πόρτα, θα τα πούμε αύριο στη σχολή!" ψέλλισα και έκλεισα το τηλέφωνο πριν προλάβει να μου πει τίποτα άλλο.

Άφησα το κινητό μου πάνω στο κρεβάτι και ξάπλωσα. Ένιωθα κενή και προδομένη για ακόμα μια φορά. Τα δάκρυα δεν άργησαν να κάνουν την εμφάνισή τους. Άρχισαν να μουσκεύουν τα μάγουλά μου αλλά τα σκούπισα αμέσως.

"Δεν σου επιτρέπω να κλάψεις πάλι, φτάνει!" είπα στον εαυτό μου και σηκώθηκα από το κρεβάτι. Χωρίς να χάνω χρόνο, βρήκα τα παπούτσια μου και τα φόρεσα, πήρα το κινητό μου, μια ζακέτα και έφυγα σαν κυνηγημένη από το σπίτι.

Lost Soul [Χαμένη Ψυχή]Onde histórias criam vida. Descubra agora