27.

261 23 28
                                    

Οι γονείς είναι σαν τον Θεό: Θέλεις να ξέρεις ότι υπάρχουν κάπου και θέλεις να έχουν καλή γνώμη για εσένα, αλλά τους καλείς μόνο όταν χρειάζεσαι κάτι.

Chuck Palahniuk - 1963, Αμερικανός συγγραφέας.

-----------------------------------------------------------------


Οι ίδιες σκέψεις ταλάνιζαν και τον Ερωτόκριτο. Κάθε που ένιωθε να τον παίρνει ο ύπνος, άλλαζε πλευρό, προσπαθώντας να διώξει την εικόνα τους από το μυαλό του: Ο ένας έκλαιγε στην αγκαλιά του άλλου κι εκείνος έστεκε εκεί χωρίς να ξέρει τι να κάνει ή τι να πει, ειδικά όταν ο Υάκινθος αποχώρησε και κλείστηκε στο γραφείο, λες και δεν ήθελε να του πει τίποτα έπειτα από τον τσακωμό τους. Κατανοούσε όμως πως αυτό που είχε περισσότερη σημασία γι' αυτόν ήταν η Πανωραία και το μωρό, κάτι που ίσχυε και για τον ίδιο. Έτσι, πάτησε ξυπόλητος στο πάτωμα, πήρε το ποτήρι με το ουίσκι που είχε ξεμείνει στο τραπεζάκι και μπήκε στο γραφείο.

Ο Υάκινθος, με το βλέμμα κολλημένο ακόμη στο ταβάνι χαμένος στις σκέψεις που τον είχαν καταπιεί, άκουσε την πόρτα και γύρισε το κεφάλι του στη μεριά του, πήρε μία βαθιά εισπνοή και ανακάθισε διατηρώντας την ψυχραιμία του.

''Ξημέρωσε σχεδόν.'' Ο έρωτάς του βολεύτηκε στην άκρη του στρώματος και ήπιε μια γουλιά από το ποτό του, χαζεύοντας από τα ανεβασμένα στόρια τη λεία επιφάνεια της θάλασσας - τόσο ήρεμη και γαλήνια όσο θα έπρεπε να είναι και οι δύο άνθρωποι που αγάπησε περισσότερο από καθετί άλλο. Μόνο που εκείνος αντί θα τους φέρει την αγαλλίαση που και οι τρεις τους ποθούσαν, τους δημιουργούσε συνεχώς προβλήματα. 

''Πώς είσαι;'' συμπλήρωσε στρέφοντας το βλέμμα στην πρησμένη μύτη του.

"Είμαι ήρεμος εξωτερικά και βράζω σαν καμίνι μέσα μου. Πόσα μπορώ να αντέξω από αυτό το αρχίδι; Ειλικρινά απορώ", απάντησε και άναψε ένα τσιγάρο, "Εσύ πώς είσαι; Δεν ανοίγεις λιγάκι το παράθυρο, δεν έχω άλλη δύναμη γι' απόψε..." ρούφηξε με μανία τον καπνό για να εισχωρήσει βαθιά μέσα του, ενώ ο Ερωτόκριτος έκανε όπως του είπε και επέστρεψε κοντά του, παίρνοντας το τσιγάρο από το χέρι του.

''Έχεις αντοχές, δε σε φοβάμαι'', του είπε, '' Ξεχνάς όμως ότι μου έσωσε τη ζωή. Σε αυτό θα έπρεπε να στέκεσαι.''

"Θα σταθώ σε αυτό μόλις συνειδητοποιήσω πως τόσο καιρό βασανιζόμουν τζάμπα και βερεσέ για τον μαλάκα τον πατέρα μου. Για ένα τίποτα, για μια φιγούρα που απλώς ήθελε να τα γαμήσει όλα και τα κατάφερε", απάντησε ξερά κλέβοντάς του το ποτήρι με το ποτό.

Βάλε φαντασία 2 : Τον... κλάψαμε τον μακαρίτηWhere stories live. Discover now