Σ' όλους τους δρόμους της πόλης αυτής, θυμάμαι τον είδα από χιλιάδες οπτικές,
από ψηλά από μέσα και με φύση και χωρίς
δεν έχει φύγει,
όπου και να ταξιδεύω με πνίγει
μείνε μακριά μου,
όπως και τα ακυρωμένα εισιτήριά μου
Ξέρω πως δεν είναι σωστό,
μα σε κρατώ ακόμα βαθιά μου,
για να σε γράφω στα ξεχασμένα χαρτιά μου
Δίπλα μου,
περνάνε κάτι πλάτες που θυμίζουν τη δική σου
πάλι καλά που δε με ξέρουν,
σκέψου αν με ήξεραν πόσο ακόμα θα μπορούσα να υποφέρω...
Σε αυτή την προσπάθεια για φυγή,
αφήνω πίσω μου μία ραγισμένη φωνή
ίσως κάποια μέρα να ακουστεί,
πως μία αγάπη δεν κατάφερε να αναστηθεί
Σκέφτομαι πως κάποιοι άνθρωποι απλά είναι φτιαγμένοι για ν' αγαπιούνται σ' ένα σύμπαν παράλληλο
με όνειρα δίχως αύριο
σκέφτομαι πως σε λάθος άτομα αισθήματα ξοδεύω
και από απάτη,
την κρύα εκδίκηση γυρεύω
Και διάβασε και αυτό,
αν θεωρείς ότι δεν σου είναι αρκετό:
εγώ έβγαλα ψαλίδι,
όταν εσύ έβγαλες χαρτί
κι εσύ έβγαλες πέτρα,
όταν εγώ έβγαλα μολύβι
Εσύ κράταγες το οινόπνευμα για τις φλόγες
κι εγώ τον χειμώνα για τις μαραμένες μου γλαδιόλες
τον δήθεν έρωτα που ζήσαμε μαζί,
τον έκρυψα εκεί που κανένας άνθρωπος δεν πατεί
κανείς δε θα μπορέσει να τον βρει,
γιατί όσο ζω δεν θα τον ξυπνήσει ποτέ ξανά η δική σου επαφή
YOU ARE READING
αттιѕ |√
Poetry⋄⋯Φρούτα ώριμα, φρούτα του πάθους, φρούτα με μία δόση αναλώσιμου δάσους⋯⋄