Κεφάλαιο 2.🍃

38 3 0
                                    


Pov Λύδιας.

Είμαστε είμαστε όλοι μαζεμένοι στο τραπέζι. Εγώ, η γιαγιά, ο παππούς , οι γονείς μου και τα τρία μου αδέλφια. Όπως μπορείτε να καταλάβατε γίνεται πανικός και η ανάκριση πάει σύννεφο.

Μπ: και για πες κόρη μου πως ήταν η Ιταλία; Πέρασες ωραία; Ρώτησε ενώ πιρουνισε μια ντομάτα.

Λ:καλή πολύ καλή. Άλλος λαός, άλλη κουλτούρα, αλλά μυαλά.. απάντησα ενώ κοίταζα τη γιαγιά που μου γεμίζει το πιάτο λες και είμαι κανένα πεντάχρονο.

Λ:πήγα και από το νεκροταφείο. Ειπα και σταμάτησαν όλοι να τρώνε. Είναι βαρύ το πράγμα και ειναι πολύ λογικό.

Πα(πους): δεν είχες έρθει στη κηδεία..το χωριό είπε πολλά..ξέρεις ότι μάλλον είχατε ξεγράψει ο ένας τον άλλον...κάτι τέτοιες σαχλαμάρες..

Σάστισα όταν το άκουσα αυτό. Ήρθε στη μνήμη μου εκείνη η ημέρα στην σικελια. Σκοτείνιασε το βλέμμα μου πράγμα που αντιλήφθηκαν όλοι. Αχ και να ξέρατε τι έχει συμβεί σε αυτά τα 3 χρόνια.

Λ:εγώ έχω να πω πως αν δεν ξέρουν να μην μιλάνε. Ειπα νευριασμενη και εποιασα το πιρούνι μου.

Ακούς εκεί! Ο καθένας λέει ότι του κατεβαίνει χωρίς να ξέρει ή να φαντάζεται ότι κάτι πολύ σοβαρο έχει προκύψει για να μην είμαι εκεί που έπρεπε να ήμουν. Φυσικά όμως η συζήτηση αυτή δεν θα τελείωνε εκεί.

Μπ: παντως σε παίρναμε τόσα τηλέφωνα για να δούμε αν θα ερχόσουν..ειναι ντροπή λυδια αυτό που έγινε. Που ακούστηκε να μην έρθεις εσυ στην κηδεία του αδερφού σου! Όλοι πονέσαμε δεν ήσουν η μόνη. Όλοι είμασταν εκεί..μα έλειπε ένας από την «οικογένεια» όπως λες και εσυ. Τόσο πολύ τον αγαπούσες; Που του το ξεπλήρωσες έτσι;

Λ: ΦΤΑΝΕΙ! ΩΣ ΕΔΩ! ΑΝ ΔΕΝ ΞΕΡΕΤΕ ΜΗΝ ΣΧΟΛΙΑΖΕΤΕ.

Μπ: ΜΑ ΔΕΝ ΜΑΣ ΕΙΠΕΣ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΤΟ ΛΟΓΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΡΘΕΣ. ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΜΕΡΕΣ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΑΜΕ ΤΗ ΚΗΔΕΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΠΟΤΕ ΘΑ ΣΗΚΩΣΕΙ Η ΛΥΔΙΑ ΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΤΗΣ. Αποκρίθηκε σε εμένα νευριασμένος και πλεον είμασταν και οι δυο όρθιοι στο τραπέζι ενώ οι υπόλοιποι παρακολουθούσαν την συζήτηση.

Λ: ΔΕΝ ΕΧΩ ΝΑ ΔΩΣΩ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ ΣΑΣ! ΣΕ ΟΠΟΙΟΝ ΗΤΑΝ ΝΑ ΠΩ ΣΥΓΓΝΩΜΗ ΤΟ ΕΙΠΑ ΚΑΙ ΑΣ ΜΗΝ ΠΗΡΑ ΠΟΤΕ ΑΠΑΝΤΗΣΗ. ΟΣΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΠΟΥ ΤΟΥ ΕΧΩ ΤΟΥ ΤΗ ΔΕΙΧΝΩ ΜΕ ΤΟ ΤΡΟΠΟ ΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΞΕΡΕΙ. Ειπα ενώ σηκώθηκα από το τραπέζι πηγαίνοντας στον πίσω κήπο.

Έκατσα στη καρέκλα και άρχισα να κλαίω βουβά κοιτώντας συνέχεια τον ουρανό. Το ήξερα καλά ότι ήταν μεγάλη ασέβεια που δεν ήμουν κοντά εκείνη την ημέρα. Είχα το χρέος να ήμουν εδώ ότι και αν γινόταν..αλλά μερικές φορές δεν ειναι τόσο εύκολα όλα.

Δεν ξέρω ποτέ πέρασε η ώρα και από μεσημέρι πήγε απόγευμα . Εκεί στην ίδια θέση με δάκρυα στα μάτια αναπωλούσα τις παλιές στιγμές με τα αδέρφια μου, την οικογένεια μου..σε όλα ήταν μέσα και εκείνος.. ειναι μια πληγή που πονάει από εκείνη τη γαμημενη στιγμή που άκουσα από το τηλέφωνο τι συνέβη. Νομίζω ότι εκείνη τη στιγμή δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Είχαν μουδιασει τα πόδια μου η καρδια μου ένιωσα να σκίζεται στα δυο και ένα σφίξιμο στο στομαχι που νόμιζα ότι ανα πάσα ώρα και στιγμή θα μου κόψει το οξυγόνο.

Ξαφνικά ένιωσα ένα χέρι να μου χαϊδεύει απαλά την πλάτη. Γύρισα και είδα την γιαγιά η οποία μου χαμογέλασε νοσταλγικά και έκατσε στην δίπλα ακριβώς καρέκλα.

Λ: ήρθες και εσυ να μου κανείς κήρυγμα; Της ειπα ειρωνικά και φάνηκε να στεναχωριέται.

Γ: όχι αγάπη μου. Εγώ δεν θα σε κρίνω δεν ειναι η δουλειά μου αυτή. Ο καθένας πενθεί διαφορετικά. Είναι σεβαστό αν δεν είχες το κουράγιο να έρθεις.. είπε γλυκά ενώ μου κράτησε τα χέρια.

Λ:δεν ειναι ότι δεν ήθελα να έρθω βρε γιαγιά.

Γ:τότε; Τι συνέβη; Ρώτησε με απορία.

Λ:δεν μπορούσα να φυγω από τη χώρα. Δεν γινόταν...

Την ένιωσα να σφίγγεται και είδα στο βλέμμα της το αίσθημα του φόβου.

Γ:τι συνέβη λυδια; Έγινε κάτι, έκανες κάτι; Πες μου παιδί μου.

Λ:εκείνη την μέρα που με πήρατε τηλέφωνο για να μου πείτε...ξέρεις..ήμουν σε κατάσταση σοκ όπως όλοι μας άλλωστε.. πήρα το αμάξι και βγήκα στους δρόμους. Δεν έβλεπα τίποτα πέρα από μια θολούρα στα μάτια μου.

Και τότε άρχισα να θυμάμαι σχεδόν τα πάντα.

〰️〰️〰️〰️〰️〰️〰️〰️〰️〰️〰️〰️〰️〰️〰️

Γεια σας!

Τι κάνετε;

Ελπίζω να σας αρεσει μέχρι τώρα η πλοκή της ιστορίας.

Τα λέμε σε επόμενο κεφάλαιο.🤍

Κρητικό Πάθος.Where stories live. Discover now