Κεφάλαιο 2ο

147 6 2
                                    

                                  Ξύπνησα στην αγκαλιά του, τον άγγιξα απαλά στα χείλη, ήταν σαν να μην είχε περάσει ούτε μια μέρα από τότε που χωρίσαμε, κάθε φορά που κάναμε έρωτα ήταν σαν τότε, σήκωσα τον κορμό μου για να δω το ρολόι που ήταν στο κομοδίνο από την μεριά του, με το που είδα ότι η ώρα είχε πάει 21:00 και εγώ βρισκόμουν ακόμα στο σπίτι του, πήγα να σηκωθώ για να ετοιμαστώ και να φύγω, αλλά ένιωσα το χέρι του να με τραβάει απαλά πίσω στα σεντόνια, τα χείλη του συνέθλιψαν τα χείλη μου στην στιγμή. Μετά από ώρες σηκωθήκαμε και ντυμένοι όπως όπως πήγαμε στην κουζίνα για να φάμε κάτι, τελικά μετά από αρκετό ψάξιμο στα ντουλάπια της κουζίνας τα οποία ήταν ολίγον τι ανάστατα, φτιάξαμε δύο τοστ και ήπιαμε από ένα τσάι με άρωμα τριαντάφυλλο. Αποφάσισα να μείνω εκεί όλο το βράδυ, ξαφνικά χωρίς να χρειαστεί να του κάνω κάποια ερώτηση, άρχισε να μου εξιστορεί τι έγινε την ημέρα που σκοτώθηκε ο Πέτρος.

«Την ημέρα που πήγα να βρω τον αδερφό σου στα χωράφια, τσακωθήκαμε και ντρέπομαι που το λέω, αλλά εμμέσως πλην σαφώς είπα την μητέρα σου γυναίκα ελευθέρων ηθών γιατί μου είχε πει η κυρά Καλλιόπη ότι ο αστυνομικός είχε ερωτική σχέση με την μητέρα σου, τέλος πάντων αφού είπαμε βαριές κουβέντες και πλακωθήκαμε, εγώ άρχισα να περπατώ προς το αυτοκίνητό μου, όταν μπήκα μέσα ο Πετρής έβγαλε το όπλο του και πυροβόλησε το τζάμι του οδηγού. Μετά εγώ άνοιξα το ντουλάπι που υπάρχει στην θέση του συνοδηγού, ούτε που θυμάμαι με τι σκοπό το άνοιξα, το μόνο που βρήκα ήταν το όπλο του Μαθιού, το αισθανόμουν τόσο βαρύ στο χέρι μου σαν πυρωμένο σίδερο, βγήκα απ' το αυτοκίνητο κρατώντας το μόνο για να τον σταματήσω, πίστευα ο ηλίθιος ότι βλέποντας το ο Πετρής, θα καταλάβαινε ότι αυτό που πάει να συμβεί είναι μεγάλη ηλιθιότητα και θα έκοβε την φόρα που είχε πάρει μόνος του, αλλά τον εξαγρίωσε περισσότερο, αφού παλέψαμε με εμένα να προσπαθώ να του το πάρω, άκουσα έναν πυροβολισμό τον είδα να πέφτει κάτω και γύρω απ' το σώμα του να σχηματίζεται μια λίμνη αίματος, ο πυροβολισμός που άκουσα ήρθε από τον εξοστρακισμό του όπλου και η σφαίρα πήγε στο νεφρό του από την οποία και πέθανε.»    

                           Όση ώρα μου τα εξιστορούσε όλα αυτά κοίταζε το πάτωμα ούτε μια φορά δεν με κοίταξε στα μάτια, εγώ σηκώθηκα τρεκλίζοντας από αυτά που είχα ακούσει και περπάτησα τα λίγα βήματα που μας χώριζαν, γονάτισα για να βρεθώ στο ύψος που ήταν το πρόσωπό του.

«Άρα πήρες την ευθύνη για κάτι που επί της ουσίας δεν έφταιγες, στο γράμμα που μου έστειλες, μου τα εξηγούσες αυτά, έτσι;»

«Ναι»  σήκωσα  το  πρόσωπό  του  και   τον  κοίταξα  βαθιά  στα  μάτια,  ότι  είχα  ζήσει  χώρια  του, άρχιζε να σβήνει και την θέση τους να παίρνουν διάφορες στιγμές που είχα ζήσει μαζί του, με σήκωσε απ' το πάτωμα, με έβαλε να κάτσω στα γόνατά του και άρχισε να με φιλάει ❤️❤️

Αρετούσα

Απέξω σε μισώ, μέσα μου όμως σε αγαπώOnde histórias criam vida. Descubra agora