"Όταν μεγαλώσω θα κάνω φοβερά γκράφιτι! Θα είναι τεράστια και όλοι θα μένουν με το στόμα ανοιχτό!" έλεγε και ονειρευόταν μεγάλους τούβλινους τοίχους κτηρίων ζωγραφισμένους με έντονα χρώματα ή αλλες φορές απλά ασπρόμαυρους. Φανταζόταν επιβλητικές φιγούρες με εκφραστικά μάτια που κοιτούσαν επικριτικά τον κάθε δειλό περαστικό, αποδοκίμαζαν κάθε άσχημη φιγούρα αυτής της κοινωνίας. Σκεφτόταν μπερδεμένα σχέδια που όποιος τα έβλεπε συνολικά, ήταν σαν να κοιτουσε κατάματα την αλήθεια με όλα της τα προβλήματά.
Παράξενο όνειρο για ένα μικρό κοριτσάκι. Μερικοί λίγοι το αποκαλούσαν πολύ ώριμο. Άλλοι γελούσαν με τις χαζές φαντασιώσεις του μικρού παιδιού. "Γιατί τι είσαι παιδί μου, καμμιά αλήτισσα;" ρωτούσε ενοχλημένη η μητέρα της.
Μόνο ο Βασίλης έμενε σιωπηλός και δεν έλεγε τίποτα. Την άφηνε να εξηγεί τις ζωγραφιές σας. Τα γκράφιτι της. Και μετά την ρωτούσε προβληματισμένος: "Ποια αλήθεια;" αλλά η Αγγέλα δεν ήξερε πως να απαντήσει. Ήξερε όμως ότι τα γκράφιτι της θα είχαν κάτι να πουν. Μια ιστορία, ένα μήνημα να περάσουν.
Μετά όμως ο Βασίλης μεγάλωσε και καμμιά φορά αναρωτιόταν αν η ξαδέρφη του είχε ακόμα το ίδιο παιδικό όνειρο. Και η Aγγέλα μεγάλωσε και σταμάτησε να μιλάει για τις επαναστατικές της φαντασιώσεις. Νομίζω ότι υπάρχει μια λέξη για αυτό. Συμβιβάστηκε.
Κάποια όνειρα απλά ήταν αποτέλεσμα της άγνοιας της παιδικής ηλικίας. Δεν πίστευε πια ότι θα κατάφερνε να μάθει να κάνει γκράφιτι. Είχε μεγαλώσει για να γίνει μια ήσυχη κοπέλα με την παρέα της, τις φιλοδοξίες της και το κρυφό της όνειρο. Δεν είχε μεγαλώσει για είναι πρωτότυπη.
Είχε προσπαθήσει όμως λίγο. Είχε ψάξει με τις ώρες στο Ίντερνετ, είχε αντιγράψει εικόνες, είχε μάθει τεχνοτροπίες αλλά της έλειπε η τόλμη να βρει έναν πραγματικό δάσκαλο. Οι ζωγραφισμένες φιγούρες που ονειρευόταν μικρή θα την αποδοκίμαζαν.Αυτά σκέφτονταν όσο σχεδίαζε το αγγείο, όπως της είχε πει ο καθηγητής των καλλιτεχνικών. Σαν από ειρωνεία οι γονείς της την είχαν στείλει πρώτη λυκείου σε ένα σχολείο στο οποίο θεωρούσαν κάθε μορφή γκράφιτι βανδαλισμό. Ήταν ένα από αυτά τα σοβαρά, ιδιωτικά σχολεία που στα φυλλάδια και στις ιστοσελίδες μιλάνε για πραγματική γνώση και όταν σε πείθουν και φοιτάς εκει ψάχνεις να βρεις αν είσαι εσύ το λάθος ή αυτοί. Είχε πλάκα όμως το γεγονός ότι ο τοίχος απέναντι από αυτό το σχολείο ήταν στολισμένος με ένα γκράφιτι. Το πιο όμορφο γκράφιτι που είχε δει η Aγγέλα τη ζωή της.
Απεικόνιζε ένα ξανθό αγόρι με γαλάζια μάτια και μεγάλο, υπέροχο χαμόγελο να γελάει αληθινά με και με τη ψυχή του. Στο μικρό κόσμο της Αγγέλας η τέχνη απεικόνιζε συναισθήματα μόνο στη θεωρία. Και όμως εκείνη η ζωγραφιά ήταν στην πράξη ότι είχε ακούσει η Αγγέλα για ένα αριστούργημα. Το αγόρι έμοιαζε με άγγελο που προστατεύει τους έφηβους του σχολείου. Κανείς δεν είχε ιδέα ποιος το είχε κάνει. Υπήρχαν όμως κάποιοι πολύ λίγοι που ήξεραν ποιον απεικόνιζε, αλλά σπάνια ψιθύριζαν το όνομα του. Ήταν μια μικρή πόλη και λέγονταν πολλά. Η Αγγέλα από την εμπειρία της θα έλεγε πως στην πραγματικότητα δεν ήταν τίποτα από αυτά. Ο Βασίλης της είχε ορκιστεί πως δεν ήξερε τίποτα.
Το κουδούνι χτύπησε και η Αγγέλα πέταξε το μολύβι στην κασετίνα της. Η γραμμοσκιαση δεν έχει πάντα πλάκα. Έφυγε με γρήγορα βήματα από την τάξη.
Με τα κιούπια θα ασχουλούμαστε τώρα;
Βρήκε την παρέα της και όλοι μαζί ξεκίνησαν γελώντας να βγουν στο προαύλιο.
Ήταν μικροκαμωμένη με μαύρα κοντά ίσια μαλλιά μέχρι λίγο πιο κάτω από τα αυτιά και είχε καταπράσινα μάτια. Είχε συνηθίσει να πέφτει πάνω της κάποιος ψηλότερος.
"Ωω συγγνώμη! Α εσύ είσαι αγγελάκι! Εσένα έψαχνα! Θα πάμε στη γιαγιά να φάμε το μεσημέρι!"
Ήταν ο Βασίλης, πρώτος ξάδερφος της που πήγαινε τρίτη λυκείου. Η Aγγέλα ήταν πολύ χαρούμενη που ξαναέκαναν παρέα. Για δύο χρόνια ο Βασίλης φορούσε μαύρα,δεν πολυμιλούσε και απέφευγε σχεδόν τους πάντες. Η μητέρα της της είχε αναφέρει ότι είχε κατάθλιψη. Η Αγγέλα δεν γνώριζε όμως γιατί. Ή τι ακριβώς ήταν η κατάθλιψη. Μια εικόνα που της ερχόταν στο μυαλό ήταν από αυτές τις χαριτωμένες ζωγραφιές που έβλεπε στην αρχική της στο Τουίτερ και απεικόνιζαν κοπελίτσες να ράβουν μια λαμπερή καρδιά. Ο Βασίλης ωστόσο έδειχνε καλύτερα φέτος.
"Εντάξει θα τα πούμε!" του φώναξε και έτρεξε να προλάβει τους φίλους της.
Η ώρα πέρασε και το κουδούνι για σχόλασμα χτύπησε. Η Aγγέλα κατευθύνθηκε προς την έξοδο όπου την περίμενε ήδη ο Βασίλης. Ήταν και κάποιος άλλος εκεί. Η Αγγέλα τον αναγνώριζε.
Χάρης. Τρίτη λυκείου, τις παρασκευές τραγουδούσε σε ένα μπαρ.
Ήταν ένα μικρό σχολείο σε μια στενόμυαλη πόλη, όλοι ήξεραν κάτι ο ένας για τον άλλο. Αναρωτήθηκε αν ήταν φίλοι με το Βασίλη μιας και ήταν συμμαθητές. Δεν μιλούσαν πάντως. Κοιτούσαν σε διαφορετικές κατευθύνσεις κάπως αμήχανα.
Καθώς την είδε να πλησιάζει ο Βασίλης την χαιρέτησε χαρούμενα.
"Αγγελάκι! Έλα πάμε!"
Έτσι την φώναζε. Αγγελάκι. Βέβαια αυτά τα όμορφα πλάσματα που κατοικούσαν στον ουρανό απείχαν αρκετα από την εικόνα που είχε η Αγγέλα για τον εαυτό της.
Περπατούσαν σιωπηλοί. Ήταν μια πολύ ηλιόλουστη μέρα.
"Δεν είστε συμμαθητές με το Χάρη;" ρώτησε η Αγγέλα αδιάφορα για να αρχίσει κουβέντα.
Ο Βασίλης έκανε έναν παράξενο μορφασμό σαν να ήταν επίπονη η ερώτηση. Η Αγγέλα φαντάστηκε κάποιο ερωτικό τρίγωνο ή κάποια ξεχασμενη υπόσχεση για ξύλο σε ένα έρημο, δημόσιο σχολείο το βράδυ, που ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε. Πράγματα συνιθισμενα δηλαδή εκεί που είχε μεγαλώσει.
"Μπα! Δεν γνωριζόμαστε." απάντησε τελικά ο Βασίλης.
"Μάλιστα..." μάταιη η προσπάθεια για συζήτηση. Ο Βασίλης κοιτούσε αλλού. Πάλι ήταν στις κακές του.
Έφτασαν στο σπίτι της γιαγιάς τους η οποία δεν παρέλειψε να σχολιάσει ότι έδειχναν και οι δύο πολύ κουρασμένοι.
"Πως πήγε το σχολείο;" τους ρώτησε πρόσχαρα.
Αναστέναξαν και οι δύο ενοχλημένοι.
"Σχολείο ήταν,πως θα μπορούσε να πάει;" γέλασε ο Βαςίλης.
Η Αγγέλα αυθόρμυτα σκέφτηκε πως ήταν πολύ μακριά από το όνειρο της.~~ Hello! Σχεδόν δεν το πιστεύω ότι είμαι ξανά εδώ με καινούρια ιστορία ! Βασικά όχι και τόσο καινούρια. Περιμένει στα πρόχειρα εδώ και δύο χρόνια. Την βρήκα, τη διόρθωσα και here I am. Γράψτε σχόλια και ψηφιστε.
Till next time,
-Argi
P.S no offense για τα κιούπια, ελεύθερο σχέδιο για πάντα!
YOU ARE READING
Talkin' Walls (Ελληνικό)
Teen FictionΗ Αγγέλα είχε ένα όνειρο που ποτέ δεν πραγματοποίησε. Να μάθει να κάνει γκράφιτι, να μάθει να είναι επαναστάτρια. Ο Βασίλης, ο ξάδερφος της το ήξερε. Όλοι οι άλλοι το είχαν ξεχάσει. Φαίνεται όμως πως η Αγγέλα δεν είναι η μόνη που αγαπάει τα γκράφιτι...