Ο Χάρης έγινε μέρος της καθημερινότητα της.
"Για πες από ζωγραφική πως τα πας;" του έστειλε.
"Εξαιρετικά! Τα Χριστούγεννα είχαν έρθει τα μικρά μου ξαδέρφια και κάποια στιγμή μου ζήτησαν να τους κάνω ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο. Όταν το είδαν μου είπαν ότι ήθελαν δεντράκι όχι αεροπλάνο... :("
"Κοίτα αν το σκεφτείς και αυτό ταλέντο θέλει"
Εντάξει το άξιζα το λυπαμαι react.
"Το έδειξα και στο Δημήτρη μετά για να δω αν όντως ήταν τόσο αποτυχημένο και μου είπε ότι δολοφονώ την τέχνη της ζωγραφικής και να μην ξαναπιάσω μαρκαδόρο στα χέρια μου."
Τέτοια άσχετα θέματα συζητούσαν όλη την ώρα και όμως ποτέ δεν στέρεψαν από ιδέες. Οι ηλεκτρονικοί και τηλεφωνικοί διάλογοι τους κρατούσαν ώρες. Μόνο στο σχολείο δεν μιλούσαν. Η Αγγέλα αισθανόταν αμηχανία με τους συμμαθητές τους μπροστά ενώ ο Χάρης συμμερίζοταν τα ίδια αισθήματα. Ηταν κάπως αστείο σαν κλισέ αμερικανική ταινία. Κάπως γελοίο για τους ίδιους λόγους. Επίσης, ο Βασίλης δεν ήξερε. Οχι δηλαδή πως είχαν κάτι να κρύψουν, ήταν απλοί φίλοι, αλλά ο κόσμος που μέχρι τώρα είχαν μεγαλώσει μιλούσε πολύ και χωρίς νόημα...
Αυτά σκεφτόταν η Αγγέλα και ξεχάστηκε καθώς περπατούσε προς τη στάση. Είδε όμως το λεωφορείο να στρίβει στη γωνία και άρχισε να τρέχει για να προλάβει. Πέμπτη μεσημέρι και ο Βασίλης πάλι είχε μάθημα. Λεωφορείο λοιπόν.
Μόλις που πρόλαβε να μπει μέσα. Ήταν γεμάτο με κόσμο όπως και την προηγούμενη φορά. Λαχανιασμένη έψαξε γύρω της για μια άδεια θέση και τα μάτια της έπιασαν το Δημήτρη ο οποίος καθόταν πάλι μόνος του.
Ήταν σκυμμένος πάνω από ένα μικρό τετράδιο αλλά την είδε που κάθισε.
"Γεια..." είπε σε ένα τόνο που ακούστηκε σχεδόν εύθυμος.
"Γεια!" του χαμογέλασε εκείνη και κατέβασε τη τσάντα της. Η ματιά της έπεσε σε αυτό που ζωγράφιζε. Σκιές και στη μέση ένα άνθρωπος που έδειχνε μόνος και ανυπεράσπιστος. Χρησιμοποιούσε μάυρο μαρκαδοράκι όπως πάντα. Αλλά αυτός ο μαρκαδόρος της ήταν γνωστός.
"Από όσο ξέρω σου πήρε δώρο και άλλα χρώματα γιατί μαύρο;" ρίσκαρε και ρώτησε.
Δεν φάνηκε να πτοείται.
"Νιώθω ότι αυτή η ζωγραφιά πρέπει να είναι με μαύρο." είπε χωρίς να γυρίσει να την κοιτάξει.
"Από όσο έχω δει όλες οι ζωγραφιές σου είναι με μαύρο. Υπέροχες αλλά με μαύρο." συνέχισε ενώ η καρδιά της χτυπούσε δυνατά μήπως το είχε παρακάνει.
Κοινωνικό άγχος αλερτ.
Αλλά ο Δημήτρης ακουγόταν σχεδόν χαρούμενος που κάποιος τον ρωτούσε για τη δουλειά του με τόση ειλικρίνεια.
"Δεν πιστεύεις πως αν ζωγράφιζα αυτά που ζωγράφιζα με χρώματα θα έχαναν εντελώς το νόημα τους;"
"Σε αυτό έχεις δίκιο. Αλλά γιατί δεν προσπαθείς να ζωγραφίσεις κάτι πιο...ευτυχισμένο;"
Άφησε το μαρκαδόρο πάνω στο τετράδιο και την κοίταξε στα μάτια.
"Εσύ με τη ζωή σου είσαι ευτυχισμένη;"
Την σόκαρε η ερώτηση και έμεινε να σκέφτεται την απάντηση κοιτώντας τον. Αυτός δεν γύρισε το βλέμμα του και περίμενε υπομονετικά.
Η πρώτη της σκέψη ήταν ο Χάρης που την έκανε να αισθάνεται καλά. Στη συνέχεια όμως σκέφτηκε το χαμένο όνειρο της να μάθει να κάνει γκράφιτι και μούντωσαν οι σκέψεις της. Σκέφτηκε και άλλα πράγματα. Το σχολείο της που πια δεν το καταλαβαινε και την πόλη της που πια δεν της ταίριαζε.
"Δεν ξέρω..."ψυθίρισε τελικά. Και τότε συνέβη κάτι πολύ παράξενο.
Ο Δημήτρης χαμογέλασε κανονικά της ανακάτεψε παιχνιδιάρικα τα μαλλιά και σηκώθηκε να πατήσει το κουμπί χωρίς να απαντήσει. Στη συνέχεια, στάθηκε όρθιος δίπλα της ενώ κρατιόταν από το χερούλι και κοιτούσε μπροστά.
Η Αγγέλα δεν ήξερε τι να πρωτοσκεφτεί. Άνοιξε από συνήθεια το κινιτό της για να δει την ώρα. Αλλά φαίνεται πως η μέρα θα γίνοταν ακόμα πιο παράξενη γιατί ο Δημήτρης έσκυψε για να δει και χωρίς την αυτοκυριαρχία που συνήθως τον διακρίνει, κοίταζε με έκληξη και απορία το φόντο της οθόνης της, το γκράφιτι με το δέντρο.
"Σου αρέσει αυτό;" ρώτησε και η φωνή του ήχησε κάπως συγχυσμένη.
"Ναι, πολύ. Γιατί ρωτάς;" τον κοίταξε και εκείνη απορημένη.
Το λεωφορείο όμως σταμάτησε και ο Δημήτρης κατέβηκε χωρίς να βγάλει λέξη και χωρίς να ρίξει ματιά πίσω του.
Η Αγγέλα έμεινε να τον κοιτάει εμβρόντητη από το παράθυρο. Αμφέβαλλε αν τον συγκεκριμένο θα τον καταλάβαινε ποτέ.
Παρόλα αυτά ήταν μια συμπεριφορά αλλοπρόσαλλη ακόμα και για τον εκκεντρικό Δημήτρη.
Έδιωξε τη σκέψη από το μυαλό της.
Λίγες ώρες αργότερα και ενώ πάλευε να λύσει κάτι ασκήσεις στα Μαθηματικά η πόρτα του δωματίου της άνοιξε. Ήταν ο Βασίλης που ξάπλωσε στο κρέβατι της.
"Για πες αγγελάκι, τι νέα;"
"Από διανύσματα τι ξέρεις;"
"Τίποτα για αυτό πήγα στη θεωρητική."
"Μιεχ...Καμμια συμβουλή;"
"Ξεκινά αλλάζοντας κατεύθυνση."
"Ποτέ. Εγώ και τα Αρχαία μαλώσαμε εδώ και πολύ καιρό. Και εξάλλου υπάρχει μόνο μία φυσική επιλογή και αυτή είναι η Φυσική." είπε η Αγγέλα και γέλασε μόνη της.
Αστείο με θεωρεία της εξέλιξης και φυσική μαζί...είμαι ιδιοφυία.
"Λυπάμαι..." της απάντησε ο Βασίλης και όντως λυπόταν που η ξαδέρφη του πίστευε πως έχει καλό χιούμορ και ακόμη θα κατέληγε να γίνει φυσικός.
Η Αγγέλα ήταν το μόνο παιδί σε ολόκληρο το γνωστό σόι της που θα πήγαινε θετική. Τουλάχιστον πήγαινε σε κάτι κόντρα.
Γκλιν! Ο χαρακτηριστικός ήχος του μηνύματος.
"Αχά για να δούμε τι λέει αυτός που σου έστειλε μήνημα για το θέμα!" σχολίασε παιχνιδιάρικα ο Βασίλης και σήκωσε το κινητό της από το κομοδίνο. Αλλά ξαφνικά του κόπηκε η όρεξη για αστεία.
Η Αγγέλα που δεν έβρισκε πως θα αποδείξει αυτό που της ζητούσε η άσκηση δεν παρατήρησε την αλλαγή.
"Αγγέλα;" φώναξε σχεδόν ο ξάδερφος της και μόνο τότε κατάλαβε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Το αγγελάκι για το Βασίλη σήμαινε πλάκα, το Αγγέλα πρόβλημα. "Με το Χάρη ακόμα για μαρκαδόρους λέτε;" είπε με φωνή περισσότερο τρομοκρατημένη παρά ειρωνική.
O Βασίλης κάτι φορές είναι such a drama queen!
"Είμαστε φίλοι και λέμε και για άλλα πράγματα εκτός από τους μαρκαδόρους. Δεν καταλαβαίνω γιατί το κάνεις θέμα!" του απάντησε με ηρεμία.
"Φίλοι; Και με το Χάρη;" συνέχισε ο ξάδερφος της στον ίδιο τόνο.
"Γιατί τι το κακό έχει ο Χάρης;"
Η Αγγέλα ένιωθε ενοχλημένη.
Γιατί ο Βασίλης συγχύζεται τόσο πολύ με αυτό το θέμα;
"Δεν έχει κάποιο εμ...κακό...εε...απλά είναι συμμαθητής μου!"
Ο Βασίλης κόμπιαζε.
"Και επειδή είναι συμμαθητής σου;" οπωσδήποτε η απάντηση του ξαδέρφου της δεν ήταν αυτό που περίμενε. Αλλά γιατί κόμπιαζε τόσο πολύ;
Η Αγγέλα δεν πίστευε ότι θα αισθανόταν ποτέ τόσο έντονα αυτό το συναίσθημα, αλλά τώρα το ένιωθε ολόψυχα. Το πίστευε ακράδαντα. Ο Βασίλης κάτι έκρυβε.
"Εμ...απλώς δεν θέλω να έχεις σχέση με συμμαθητή μου!" είπε ο Βασίλης όχι και πολύ πειστικά.
"Φίλοι είμαστε!" φώναξε τώρα και η Αγγέλα.
Εεεεεε ναι σωστά.
"Βασίλη τι έχεις; Τι σε ενοχλεί;"ρώτησε τον ξάδερφο της ήρεμα η κοπέλα και τον πλησίασε.
"Τίποτα. Τίποτα,απλώς να ξέρεις ότι άμα θες να μάθεις κάτι...εμ...σωστά...να έρθεις να ρωτήσεις εμένα." της είπε κοιτάζοντας την στα μάτια. Έδειχνε πολύ θλιμμένος.
Η Αγγέλα δεν έβγαλε νόημα από τη φράση του ξαδέρφου της. Ούτε κατάλαβε γιατί έχει στεναχωρηθεί τόσο πολύ. Αλλά δεν ήθελε να συνεχίσει τη συζήτηση. Τα είχε ξαναδεί αυτά τα θλιμμένα μάτια. Τα έβλεπε συνεχόμενα για σχεδόν δύο χρόνια όσο ο Βασίλης είχε κατάθλιψη. Και ότι και αν ήταν αυτό που τον στεναχωρούσε, η Αγγέλα δεν θα το ξανάφερνε στην επιφάνεια.
"Εντάξει!" του είπε γλυκά και τον αγκάλιασε. "Και άκου αλήθεια δεν έχουμε κάτι. Απλώς είμαστε φίλοι και μιλάμε. Αυτό."
ΑΥΤΟ, ΑΥΤΟ.
Ο Βασίλης την αγκάλιασε και αυτός και μετά δήλωσε ότι πρέπει να διαβάσει για αύριο και έφυγε.
Η Αγγέλα σκέφτηκε ότι ο Χάρης και τα μηνύματα του είχαν φοβερό bad timing.
Τελικά,εξουθενωμένη καθώς ήταν από εκείνη την παράξενη ημέρα και έχοντας να τελειώσει αυτές τις ασκήσεις της Μαθηματικά που είχε αφήσει στη μέση, απάντησε στο Χάρη λίγο πριν πέσει να κοιμηθεί. Και αν και εκείνη δεν είδε το μήνυμα παρά το επόμενο πρωί, εκείνος δεν παρέλειψε να της στείλει καληνύχτα.~~
ΧΑΒ ΦΑΒ ΕΝΤ ΚΙΠ ΜΕΙΚΙΝΓΚ ΣΑΙΕΝΣ ΤΖΟΟΥΚΣ.
-ΕΓΩ
PS. Πήρα το χρόνο μου για το παρτ για να κάνω teasing στα πλήθη αναγνωστών μου ΧΕΧ
VOCÊ ESTÁ LENDO
Talkin' Walls (Ελληνικό)
Ficção AdolescenteΗ Αγγέλα είχε ένα όνειρο που ποτέ δεν πραγματοποίησε. Να μάθει να κάνει γκράφιτι, να μάθει να είναι επαναστάτρια. Ο Βασίλης, ο ξάδερφος της το ήξερε. Όλοι οι άλλοι το είχαν ξεχάσει. Φαίνεται όμως πως η Αγγέλα δεν είναι η μόνη που αγαπάει τα γκράφιτι...