Η Αγγέλα δεν ξυπνούσε ποτέ νωρίς τα πρωινά του Σαββάτου. Ποτέ με τη θέληση της. Ή σχεδόν ποτέ. Όπως εκείνο το Σάββατο που ξύπνησε στις εννιά και τέταρτο και χωρίς πολλές κουβέντες (γκρίνιες) άρχισε να ετοιμάζεται καθώς ήταν σίγουρη πως ο Δημήτρης δεν ήταν από τους ανθρώπους που τους αρέσει να περιμένουν. Θα συναντιόντουσαν στις δέκα.
Δεν το είχε πει στο Χάρη και ας μην ένιωθε ότι έκανε κάτι ένοχο. Κυρίως ωστόσο το έκρυψε από το Βασίλη ο οποίος τον τελευταίο καιρό είχε πολλά νεύρα και σαν από ένστικτο η Αγγέλα γνώριζε ότι αν τον ενημέρωνε η κατάσταση θα χειροτέρευε.
"Πάω για καφέ." ανακοίνωσε κάπου απροσδιόριστα αφού καλημέρισε τους γονείς της.
Το παιδί ωρίμασε ξύπνησε πριν τη μία!
Βγήκε έξω με παραπάνω ενθουσιασμό από όσο είχε συνηθίσει τον εαυτό της (που συνήθως σερνόταν) και κατευθύνθηκε προς το σχολείο.
Τον είδε πριν τη δει. Φορούσε μαύρα-όπως πάντα- και φαινόταν χαμένος στις σκέψεις του.
Έλεος, ποιος το κάνει αυτό;
Η κοπέλα επιτάχυνε για να τον συναντήσει και εκείνος ακούγοντας τα βήματα της γύρισε για να τη χαιρετήσει. Χαμογελούσε συγκρατημένα όπως τις περισσότερες φορές.
"Καλημέρα Αγγέλα! Θα σε πείραζε να μην καθίσουμε κάπου για πολύ αλλά να πάρουμε τον καφέ στο χέρι;"
"Όχι δεν με πειράζει! Άλλωστε στις 12 έχω μια δουλειά." είπε η Αγγέλα και δεν έλεγε ψέματα καθώς είχε υποσχεθεί στη θεία της να προσέχει τη μικρή της κόρη για κανά δίωρο.
"Από εδώ λοιπόν!" είπε ο Δημήτρης δείχνοντας ευθεία και ξεκίνησε να περπατάει. Η Αγγέλα τον ακολούθησε.
"Πως και μου ζήτησες να βγούμε για καφέ;" ρώτησε και ταυτόχρονα συνειδητοποίησε ότι αυτό που είπε ακούστηκε λίγο αγενές.
Γύρισε να την κοιτάξει σταματώντας να περπατάει.
"Ξέρεις δεν είμαι τόσο αντικοινωνικός όσο φαίνομαι, απλώς διαλέγω με προσοχή αυτούς που θέλω να έχω κοντά μου. Άλλωστε θέλω να σε γνωρίζω καλύτερα." της απάντησε ήρεμα.
Στην Αγγέλα ακούστηκε δίκαιο αυτό. Και εκείνη ήθελε να τον γνωρίσει καλύτερα.
"Δίνω πολλές φορές την εντύπωση ότι δεν θέλω κανέναν. Ισχύει άλλωστε. Κατά βάθος φοβάμαι να δένομαι. Ωστόσο, το πιστεύω αληθινά ότι πρέπει να διαλέγουμε προσεκτικά τους φίλους μας. Όχι να μην έχουν κανένα ελάττωμα. Αυτό δεν γίνεται. Απλώς να είμαστε με ανθρώπους που μας κάνουν ευτυχισμένους."
Στο μυαλό της Αγγέλας ήρθε η ερώτηση που της είχε κάνει μια μέρα στο λεωφορείο για το αν ήταν ευτυχισμένη, την οποία μάλιστα δεν είχε απαντήσει.
"Εσύ είσαι ευτυχισμένος;" τον ρώτησε τελικά. Ο Δημήτρης κατάλαβε την αναφορά και γέλασε.
"Λοιπόν, δεν θα το έλεγα. Έχω πολλά στο μυαλό μου. Μην ξεχνάς άλλωστε πως πηγαίνω τρίτη λυκείου. Δίνω πανελλήνιες. Είναι ... βαρύ. Εν πάσει περιπτώση αυτό είναι ίσως το λιγότερο για μένα."
Ήταν αρκετά σοκαριστική η τελευταία αινιγματική δήλωση, αλλά η Αγγέλα σκέφτηκε ότι θα ήταν αδιάκριτο αν ρωτούσε. Ο καθένας πολεμούσε τις δικές του μάχες.
"Αρκετά με μένα όμως. Πες μου κάτι για σένα. Εγώ ζωγραφίζω το ξέρεις. Εσύ;" τη ρώτησε.
Η Αγγέλα μπήκε στον πειρασμό να του πει τα πάντα. Για το όνειρο της,για το γεγονός ότι προσπαθούσε να το πραγματοποιήσει αλλά δεν τα κατάφερνε, για το Χάρη, ακόμα και για το Βασίλη και τις κακοφιές του. Ο Δημήτρης δεν θα έκρινε. Ίσως ακόμα και να τη βοηθούσε. Να τη μάθαινε να ζωγραφίζει!
Όχι!
Ο εγωισμός της Αγγέλας θα την εμπόδιζε μια ζωή. Δεν θα έλεγε τίποτα στον πανέξυπνο Δημήτρη. Ντρεπόταν. Δεν μπορούςε να προβλέψει την αντίδραση του. Θα τα κατάφερνε μόνη της.
Together we stand, divided we fall είχαν τραγουδήσει κάποτε οι Pink Floyd.
"Εγώ...εγώ έχω κάνει πολλά πράγματα. Και κάθε μέρα σχεδόν ξεκιναω και κάτι καινούριο. Μέχρι να το παρατήσω κάπου στη μέση. Θέατρο,μπαλέτο,σύγχρονο,λατιν,χιπ-χοπ,πιάνο,προσκοπισμό,φωνητικά. Όλα είναι για μένα. Όλα μου αρέσουν. Τίποτα από αυτά δεν κράτησα."
Εντάξει τελικά το να του είχε πει για το όνειρο της ίσως να είχε πάει καλύτερα από αυτό.
Ο Δημήτρης χαμογέλασε.
"Ξέρεις κάτι; Μου φαίνεσαι όντως
για άνθρωπος που θέλει να τα δοκιμάσει όλα."
"Είναι σαν..." η Αγγέλα προσπαθούσε να εξηγήσει αυτό που αισθανόταν."Διψάω απίστευτα για ζωή. Αλλά πέφτω απότομα όταν απογοητεύομαι από τον εαυτό μου. Που συμβαίνει συχνά."
Ο Δημήτρης σταμάτησε απότομα να περπατάει.
"Καταλαβαίνω."
"Και διαβάζω βιβλία!" πετάχτηκε η Αγγέλα προσπαθωντας να ελαφρύνει το ξαφνικά περίεργο κλιμα. "Δεν με ενοχλεί το είδος. Αρκεί να μου τραβήξουν την προσοχή. Και να έχουν κάποιο νόημα. Να με επηρεάζουν. Καταλαβαίνεις τι εννοώ." συμπλήρωσε γρήγορα.
"Καταλαβαίνω. Χαίρομαι που διαβάζεις βιβλία. Το ακούσω σπάνια. Και εγώ διαβάζω." της είπε χαμογελώντας. "Κοίτα όμως, φτάσαμε!"
Ήταν ένα μαγαζί με ξύλινο πάτωμα και ξύλινο πάγκο. Ο ένας τοίχος ήταν γεμάτος με με μικρά στιχάκια. Η Αγγέλα έμεινε έκπληκτη. Ο Δημήτρης πρέπει να το πρόσεξε.
"Ωραίο ε; Μια μέρα είχα καθίσει εδώ και τα διάβαζα. Είναι ποιημάτων και γνωστών τραγουδιών. Ελληνικά και αγγλικά. Αλλά υπάρχουν και άλλες γλώσσες." την ενημέρωσε.
Αυτό θύμισε στην Αγγέλα τα λόγια του Χάρη.
"Είναι αλήθεια πως μιλάς Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά και Ιταλικά; Πως;
"Ο Χάρης μιλάει πολύ, έτσι δεν είναι;" ανασήκωσε το ένα φρύδι ο Δημήτρης. Η Αγγέλα τα έχασε για δευτερόλεπτα μα επανήρθε. Στο μεταξύ η κοπέλα στο πάγκο τους ρώτησε την παραγγελία. Η Αγγέλα την αναγνώρισε. Την έλεγαν Άρια και πήγαινε τρίτη λυκείου στο σχολείο τους. Είχε μαύρα μακριά μαλλιά και μια κόκκινη ανταύγεια και ήταν το απόλυτο πνεύμα αντίδρασης και δεν φοβόταν να το δηλώσει. Η Αγγέλα τη θαύμαζε όσο δεν έπαιρνε αλλά δεν είχαν γνωριστεί ποτέ. Γνωρίζονταν όμως με το Δημήτρη γιατί χαιρετήθηκαν με χαμόγελα, κάτι που σόκαρε την Αγγέλα μιας και ο Δημήτρης χαμογελούσε σε πολύ συγκεκριμένα άτομα. Έδωσαν στην Άρια την παραγγελία και ο Δημήτρης γύρισε σε εκείνη.
"Εμ, ναι μου το ανέφερε..."έσπευσε να απαντήσει η Αγγέλα. Ο Δημήτρης γέλασε.
"Το ξέρω, δεν πειράζει. Πως τις έμαθα; Ε, οι γλώσσες μοιάζουν μεταξύ τους και εγώ είχα δύο χρόνια που δεν έβγαινα έξω." έκανε μια παύση σαν να μην ήταν σίγουρος για αυτό που είχε πει. "Και τέλος πάντων έπρεπε κάπως να περάσω την ώρα μου."
"Όπως και ο Βασίλης." αναφώνησε η Αγγέλα και αμέσως το μετάνιωσε. Της είχε ξεφύγει. Ο Δημήτρης την κοίταξε έκπληκτος σαν να είχε χάσει τα λόγια του.
"Α, ναι;" ρώτησε με την αμηχανία φανερή. "Ο κάθε άνθρωπος έχει το δικό του επίπονο...παρελθόν." είπε τελικά.
Η Αγγέλα κοιτούσε αμήχανα την ξαφνικά εξαιρετικά ενδιαφέρουσα παρασκευή των καφέδων τους.
Τελικά ο Δημήτρης στράφηκε να πάρει τους καφέδες που είχε ετοιμάσει η Άρια.
Κάθισαν στον πάγκο και μίλησαν για ένα σωρό πράγματα που δεν είχαν καμμιά σχέση μεταξύ τους. Κάποια στιγμή η Άρια μπήκε στη συζήτηση και εκείνη και ο Δημήτρης άρχισαν να δείχνουν στην Αγγέλα κάποιους από τους στίχους που τους περιτριγύριζαν εξηγώντας της από που προέρχονταν.
Τελικά, η Αγγέλα και ο Δημήτρης ευχαρίστησαν την Άρια για τους καφέδες και την παρέα και έφυγαν από το μαγαζί.
Η Αγγέλα είχε όρεξη για αποκαλύψεις.
"Ξέρεις Δημήτρη, μιλάς! Δεν το περίμενα αυτό. Σε φοβόμουν λίγο..."του είπε και ήλπιζε να κατάφερε το σκοπό της. Να μάθει και τίποτα για εκείνον δηλαδή.
"Είχες δίκιο. Απλώς είμαι πολύ επιλεκτικός. Στο είπα και πριν. Και επιφυλακτικός." της απάντησε ήρεμα. Κάτι στον τρόπο που το είπε έκανε την Αγγέλα να μην ξέρει τι να απαντήσει. Ήταν εκείνος που έσπασε τη σιωπή.
" Είναι εντεκάμιση. Τι δουλειά είπες ότι έχεις στις δώδεκα;"
"Εμ, δεν είπα. Έχω υποσχεθεί στη θεία μου, τη μητέρα του Βασίλη, να προσέχω τη μικρή μου ξαδέρφη."
"Τη Μαρίνα." σχολίασε ο Δημήτρης. Η Αγγέλα έμεινε έκλπηκτη.
"Ναι, τη Μαρίνα! Πως το ξέρεις;"
Ο Δημήτρης γούρλωσε τα μάτια. "Δεν είμαι σίγουρος, πρέπει να τον έχω ακούσει να το αναφέρει." είπε γρήγορα κοιτώντας κάτω. Κάτι δεν πήγαινε καλά.
Ο Δημήτρης συνήλθε σύντομα. "Καλός καφές;" της χαμογέλασε.
"Ναι, πολύ καλός."
"Α, και Αγγέλα;" συμπλήρωσε σε έναν αναπάντεχα ευχάριστο τόνο. Η κοπέλα γύρισε και τον κοίταξε. "Πρέπει να βγείτε με το Χάρη." της χαμογέλασε.
ΧΕΧΕΧΕΧΕΧΕΧΕΧΕΧΕ.
Συγκοπή.
"Ναι, πρέπει!" του ανταπέδωσε το χαμόγελο κάπως περίεργα.
Δεν μίλησαν και πολύ μέτα από αυτή τη δήλωση. Ήταν ο καθένας χαμένος στις σκέψεις του. Η Αγγέλα σκέφτηκε πως ήταν υπέροχο να βρίσκεται με κάποιον χωρίς να έχει την υποχρέωση να μιλάει συνέχεια. Σε λίγο ο περίπατος εκείνο το ηλιόλουστο αλλά ψυχρό πρωινό έλαβε τέλος. Είπαν αντίο και πήρε ο καθένας το δρόμο του. Ίσως τελικά και ο Δημήτρης να μην ήταν τόσο τρομαχτικός.
Βράδυ της ίδια ημέρας, η Αγγέλα πρόσεχε ακόμη την εξάχρονη Μαρίνα.
Δεν είχε κάτι άλλο να κάνει και έψαχνε και μια καλή δικαιολογία να δει Ντίσνεϊ χωρίς τύψεις ότι είναι 16 χρόνων γαϊδ...άνθρωπος.
Έτρωγαν ποπ κορν και έβλεπαν το Inside Out (η Αγγέλα μπορεί να έκλαιγε και λίγο) όταν χτύπησε το κινητό της. Σηκώθηκε για να μιλήσει.
"Αγγέλα που είσαι;" ακούστηκε η φωνή της Εύας αρκετά αναστατωμένη.
"Είμαι στο σπίτι της θείας μου. Προσέχω τη Μαρίνα. Έγινε κάτι;" η Αγγέλα είχε ανησυχήσει.
"Πότε ξεμπερδεύεις;"
Η Αγγέλα κοίταξε το ρολόι. "Θεωρητικά έχω ξεμπερδέψει. Τώρα απλά κλαίω εξαιτίας μιας ταινίας που..." ξεκίνησε να λέει τον πόνο της.
"Λοιπόν,γυρνώντας να περάσεις από φούρνο κοντά στο φροντιστήριο μας. Και κοίτα απέναντι. Υπάρχει κάτι που πρέπει να δεις. Πάρε με τηλέφωνο μόλις τα καταφέρεις. Κλείνω τώρα!" διέκοψε η Εύα με πρωτοφανή ανησυχία.
"Έγινε!...μήπως..." αλλά η φίλη της είχε ήδη κλείσει το τηλέφωνο.~2:53
ΑΥΤΟ ΘΑ ΠΩ ΜΟΝΟ.
-Ihavetoputmylifetogetherandstopwritingshitat3am.
BINABASA MO ANG
Talkin' Walls (Ελληνικό)
Teen FictionΗ Αγγέλα είχε ένα όνειρο που ποτέ δεν πραγματοποίησε. Να μάθει να κάνει γκράφιτι, να μάθει να είναι επαναστάτρια. Ο Βασίλης, ο ξάδερφος της το ήξερε. Όλοι οι άλλοι το είχαν ξεχάσει. Φαίνεται όμως πως η Αγγέλα δεν είναι η μόνη που αγαπάει τα γκράφιτι...