Κεφάλαιο 4

9 0 0
                                    

« Το στον διαολο;» Φώναξα δυνατά κοιτώντας το βρεγμένο μου φόρεμα.

« Συγγνώμη.» Είπε στον πιο ψεύτικο, άθλιο και χλευαστικο τόνο που μου εχουν απευθυνθεί ποτέ. Δεν είναι σοβαρός.

« Επίτηδες το έκανες!» Ακούστηκα θυμωμένη και έστρεψα το βλέμμα μου σε εκείνον. Τα δάχτυλα του ήταν στολισμένα με δαχτυλίδια, τυλιγμένα γύρω από το κόκκινο, πλαστικό και άδειο πλέον ποτήρι.

« Φυσικά και όχι.» Μου απάντησε στον ίδιο τόνο. Στο πρόσωπο του είχε σχηματιστεί ένα στραβό χαμόγελο. Ήμουν έτοιμη να τον χτυπήσω δυνατα.
Όλα τα βλέμματα πλέον είναι πάνω μας - έπρεπε να το περιμένω από την στιγμή που έχω έρθει σε αντιπαράθεση με το πιο γνωστό άτομο στην πόλη.

« Εισαι μαλακας!» Είπα ξανά προσπαθώντας να τον προσπεράσω. Ήμουν θυμωμένη, λερωμένη και η κακομαθημένη συμπεριφορά του φταίει για αυτό. Για ποιον λόγο να το κάνει εξ' αρχής;

« Δεν μπορείς να κυκλοφορείς έτσι για πολύ.» Παρατήρησε όμως αποφάσισα να αγνοήσω την φωνή του, να την αφήσω να χαθεί μέσα στην μουσική. Δεν υπήρχε περίπτωση να δώσω περισσότερη σημασία σε εκείνον.
Οπως επίσης δεν μπορούσα να βρω την Χάνα αυτή τη στιγμή για να σηκωθούμε να φύγουμε.

Κόκκινη από τον θυμό μου εσπρωξα γεμάτη αγένεια πάρα πολυ κόσμο, ώσπου το μάτι μου έπεσε στην άσπρη πόρτα της εξόδου.

Σωτηρία.

Χωρίς δεύτερη σκέψη, ανοιξα την πόρτα ορμωντας έξω στην αυλή.
Η μουσική γινόταν ολοένα και χαμηλότερη όσο απομακρυνομουν, η αυλή ήταν άδεια. Ήμουν μόνη μου.
Επιτέλους μόνη μου.
Βρωμαγα τεκίλα. Η αίσθηση της στο ύφασμα με ενοχλούσε και τα πόδια μου πονούσαν.
Έφτασα δίπλα στην πισίνα και έκατσα στο έδαφος.
Το νερό ήταν ήρεμο, η πισίνα δεν δούλευε αυτή τη στιγμή. Είχε άσπρα φώτα και ήταν τεράστια και πεντακαθαρη. Το μάρμαρο που καθόμουν πάνω ήταν επίσης λευκό, πεντακάθαρο και γλιστρούσε κάπως. Στηρίχτηκα στην σκάλα και έβγαλα τα παπούτσια μου, αφήνοντας τα στην άκρη και βούτηξα τα πόδια μου στο κρύο νερό.

Και μετά, ακολούθησε απόλυτη απόλαυση. Ηρεμία.

Έκλεισα τα μάτια μου για λίγο. Η μουσική ήταν σαν βουή στο κεφάλι μου. Ο αέρας ήταν παγωμένος γιατί ο καιρός είχε αρχίσει να ψυχραινει λίγο.

« Θα είσαι άρρωστη αύριο.» Η φωνή του Άρον Μπλέικ με έβγαλε από την ηρεμία μου. Ένιωσα την παρουσία του δίπλα μου. Με αργές κινήσεις στάθηκε εκεί.
Δεν άνοιγα τα μάτια μου. Ήθελα να κάτσω για λίγο ακόμη έτσι, στον δικό μου κόσμοκακρια από ο, τι έγινε σήμερα. Και εκείνος έχει βαλθεί να το καταστρέψει.

A DEAL WITH MY NEIGHBOR Место, где живут истории. Откройте их для себя