Θα είναι αλλιώς φέτος.

95 20 16
                                    

Παρόν

Είτε μου αρέσει είτε όχι θα έρθει  κάποια στιγμή  αργά ή γρήγορα -πάντως  αναπόφευκτα- όπου θα με έχουν εγκαταλείψει όλοι και όλα. Θα έχω χάσει πρόσωπα  και πράγματα και κυρίως θα έχουν αλλάξει καταστάσεις.

Σε περίπτωση όμως που δεν γίνουν όλα αυτά - ακόμη και εάν εγώ πεθάνω πρώτη πριν προλάβουν να με εγκαταλείψουν και στην τελική αρνηθώ να αποδεχτώ πως όλα αυτά θα συνεχίσουν χωρίς εμένα -, θα πρέπει τότε να αποδεχτώ πως εγώ θα είμαι αυτή που έφυγε.

   __________________________________

3 χρόνια πριν…

"Σε πόση ώρα θα πρέπει να ξεκινήσουμε για να προλάβουμε;" Ρωτάω και ας ξέρω την απάντηση. Κάθε χρόνο την ίδια ώρα φεύγουμε από το σπίτι. Στις τρείς ακριβώς το κτελ αποχωρεί από την Αθήνα με προορισμό την Θεσσαλονίκη.

Βλέπω την μαμά μου να με στραβό κοιτάει από το σαλόνι, κλείνοντας με φόρα το φερμουάρ από το  μαύρο μου σακ βουαγιάζ. Δεν παίρνω ποτέ απάντηση.

Δεν δίνω περισσότερη σημασία.

Περίμενα πως και πως να έρθει το καλοκαίρι για να φύγω επιτέλους από την Αθήνα, ποτέ δεν μου άρεσε, ποτέ δεν την συμπάθησα. Από μικρή για κάποιο λόγο ένιωθα ξένη, πνιγόμουν ακόμα και μέσα στο ίδιο μου το σπίτι, αυτό το συναίσθημα δεν έλεγε να
φύγει.

Και  αυτό είναι μόνο η αρχή.

Τον τελευταίο χρόνο εγώ και ο Νικήτας ταξιδεύουμε μόνοι, καλύτερα γιατί όλοι ξέρουμε πως είναι ταλαιπωρία να κάνει η γιαγιά ένα ταξίδι οκτώ ωρών και την επόμενη πάλι το ίδιο.
Ούτε που θυμάμαι πως αποφασίστηκε όλο αυτό,  απλά ήταν καιρός να γίνει και έτσι έγινε. Ευτυχώς.

Πήγα γρήγορα στο δωμάτιο μου να κοιτάξω μήπως ξέχασα κάτι πρώτου κατέβω με το ασανσέρ κάτω για να περιμένουμε όλοι μαζί το ταξί να έρθει.

Φορτώσαμε τους δύο σάκους. Η μαμά έχει πάρει αγκαλιά τον Νικήτα και δεν λέει να τον αφήσει. Πάντα έτσι κάνει και για κάποιον λόγο πλέον με ενοχλεί αρκετά.

Αφού επιτέλους ξεκόλλησαν ο ένας από το άλλον  , με αποχαιρέτησε και εμένα λέγοντας μου κυρίως να μην ξεχάσω να την παίρνω τηλέφωνο, όπως  πίστευε πως έκανα όλες τις προηγούμενες χρονιές. Πότε δεν ξέχασα απλά δεν ήθελα.

Λίγο πριν μπω στο ταξί και φύγω αποχαιρέτησα και τον μπαμπά. Τον φίλησα στο μάγουλο πράγμα το οποίο θα ξανακάνω του χρόνου την ίδια εποχή τώρα. Νιώθω έναν κόμπο στο στομάχι κάθε φορά που σκέφτομαι πως πρέπει να πάω κάπου πολύ μακριά για να τον φιλήσω ή να τον αγκαλιάσω. Νιώθω άσχημα και άβολα και μόνο στην ιδέα να τον ρωτήσω γιατί δεν το κάνει πιο συχνά από μόνος του, αλλά αν ήθελε θα το έκανε  σωστά;

Εν Λευκώ. Donde viven las historias. Descúbrelo ahora