Ένα εκτυφλωτικό φως τον θάμπωνε. Έτσι ειναι ο θάνατος Sam? Εσύ πρέπει να ξέρεις... Είπε ψιθυριστά στον αδερφό του περιμένοντας απάντηση. Πίστεψε πως ειναι το τέλος. Πόσο αφελής.
-Προσπαθείς να αυτοκτονήσεις ή κάτι? Άκουσε να του φωνάζει μια γνώριμη φωνή. Η αλήθεια ήταν πως ναι. Αυτό ήθελε να κάνει. Ήθελε να δώσει τέλος στην ζωή του. Δεν ήθελε να της το πει. Δεν ήξερε καν αν ήταν αλήθεια όλο αυτό. Μπορεί να τα κατάφερα και να είμαι στον παράδεισο. Σκέφτηκε. Ένα δυνατό χτύπημα στο πρόσωπό του κατάφερε να τον ξυπνήσει. Το μυαλό του καθάρισε απο ολες αυτές τις σκέψεις και είδε την αλήθεια κατάματα. Αυτό το αγγελικό πρόσωπο, είναι αληθινό. Δεν είμαι νεκρός. Κάθε άλλο. Η κοπέλα απορούσε για μία ακόμα φορά. Έδειχνε και έναν τρόμο στο βλέμμα της. Τόσο περίεργο! Δεν είναι από αυτές που τρομάζουν εύκολα.
- Τώρα σε θυμάμαι! Είσαι εκείνος απο το νοσοκομείο. Με τρομάζεις κάπως, καλύτερα να φύγω. Είπε εκείνη σίγουρη πια για την τρέλα του. Η έτσι νόμιζε.
-Συγγνώμη δεν ήθελα να σε τρομάξω. Έχω ένα είδος ασθένειας και χάνομαι στις σκέψεις μου κάποιες φορές. Είπε ευγενικά. Ήταν φυσιολογικός. Η κοπέλα φάνηκε πεπεισμένη από τα λόγια του.
-Είμαι η Amelia. Ήταν απλή. Τόσο απλή που άγγιζε την τελειότητα.
-Dean. Είπε εκείνος. Ήταν χρόνια που δεν χαμογελούσε. Παρόλα αυτά για οσο μιλούσαν ήταν χαμογελαστός. Έφυγε από πάνω του αυτή η πικρία που είχε. Κάθησαν σε ενα παγκάκι. Απλά. Όλα ήταν απλά. Ήρεμα. Έβρεχε δυνατά και έφερνε γαλήνη και στους δύο. Δεν ήξερε γιατί κάθησε μαζί του. Δεν μπορούσε να καταλάβει την συμπεριφορά της. Προσπαθούσε να μπει μέσα στο μυαλό της αλλά δεν τα κατάφερνε.
-Τι προκάλεσε αυτή την ασθένεια που έχεις? Τον ρώτησε εκείνη μετά από ώρα σιωπής.
-Η μοναξιά μου μάλλον. Δεν μίλησαν. Ξανά σιωπή. Δεν χτιζόταν να μιλάνε. Κοιτάζονταν απλά και ο κόσμος ήταν πιο φωτεινός. Πιο απλός.
Το βλέμμα της Amelia έπεσε σε ένα τύπο που τους κοιτούσε επίμονα. Άλλαξε. Δεν ήταν ο εαυτός της. Θλίψη εμφανίστηκε στο πρόσωπο της, κάτι που ο Dean αναγνώριζε πολύ καλά.
-Τι σου συμβαίνει? Είπε εκείνος.
-Τίποτα Πρέπει να φύγω... Απάντησε εκείνη και σηκώθηκε βιαστικά.
Πλησίασε τον περίεργο τύπο απέναντι τους. Τι κάνει? Δεν γίνεται. Όχι. Εκείνος άρχισε να την χαϊδεύει σε όλο της το σώμα. Την εγδινε βιαστικά. Εκείνη κοίταξε τον Dean. Δεν το ήθελε αυτό που έκανε. Μπροστά του. Η θλίψη δεν έφυγε στιγμή από το πρόσωπο της. Ο Dean έκλεισε τα μάτια του ελπίζοντας να μην τα ξανά ανοίξει. Έκανε λάθος. Τον χρειαζόταν. Το ήξερε. Για αυτό το έκανε. Για να του το δείξει.
Ξανά σκοτάδι. Οι σκέψεις του ήταν μπερδεμένες. Μέσα στο σκοτάδι διέκρινε το πρόσωπό της. Όμως ήταν θλιμμένη ξανά.
Δεν πρέπει να ξανά κάνω το ίδιο λάθος! Πρέπει να την βοηθήσω. Πρέπει! Με χρειάζεται. Όπως με χρειαζόσουν και εσύ Sam. Κάθε φορά κι εσύ μου το έδειχνες νε τον τρόπο σου. Με χρειαζόσουν, όμως δεν σε βοήθησα. Δεν πρέπει να ξανά κάνω το ίδιο λάθος!
Λίγες στιγμές αργότερα ο Dean κατάλαβε οτι βρισκόταν στο ίδιο σημείο. Διέκρινε στην άκρη του ουρανού τον ήλιο να βγαινει. Πόση ώρα βρισκόταν εκεί?
Πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό δεν ένιωθε χαμένος. Ήξερε τι έπρεπε να κάνει. Η Amelia για άλλη μια φορά είχε φύγει αναπάντεχα απο την ζωή του. Όμως του είχε δώσει ένα σημάδι. Χρειαζόταν την βοήθεια του και ο Dean το ήξερε. Ήθελε να την βοηθήσει. Έπρεπε να την βοηθήσει.
Δεν θα την βρεις.
Ο Dean τώρα ειχε σηκωθεί από το παγκάκι και βάδιζε στην άσφαλτο σέρνοντας τα πόδια του προς άγνωστη κατεύθυνση.
Στο κεφάλι του ηχούσε η ίδια φωνη.
Ξεχασε την Dean, δεν θα την βρεις.
Σταματήσε και έπιασε το κεφάλι του και με τα δύο του χέρια. Μετά από λίγο τα άφησε ελεύθερα να πέσουν. Σήκωσε το κεφάλι του αργά προς τον ουρανό και ανάσαινε σταθερά.
Θα την βρω... ψιθύρισε ο Dean.
Για σένα Sam.