•Κεφαλαιο 8•

52 5 8
                                    

Νίκος.

Είχα μόλις επιστρέψει από το πρωινό μου τρέξιμο στην παραλιακή. Στο σπιτι επικρατούσε απόλυτη ησυχία πράγμα που σημαίνει ότι η Δανάη κοιμάται ακόμα εφόσον ήταν Κυριακή και δεν είχε κάτι να κάνει πέρα από το να βγει για καφέ. Χωρίς να χάσω χρόνο ξεντύθηκα και κατευθύνθηκα προς το μπάνιο ώστε να βγάλω τον ιδρώτα από πάνω μου.

Μόλις τελείωσα με το καθιερωμένο μου μπάνιο ετοίμασα το πρωινό μου όπως κάνω πάντα περιμένοντας να ξυπνήσει και η Δανάη ώστε να μου κάνει παρέα. Αντί αυτού το τηλέφωνο μου χτύπησε και το όνομα της μάνας μου ήταν γραμμένο στην οθόνη του κινητού μου.

«Ναι;» Είπα περισσότερο κοφτά από ότι θα ήθελα, άθελα μου.

«Καλημέρα αγόρι μου, πως είσαι;» Άκουσα την φωνή της ευδιάθετη από την άλλη μεριά του τηλεφώνου.

«Καλά είμαι εσύ;»

«Πολύ καλά είμαι και εγω, σε πήρα να σου πω ότι ερχόμαστε εκδρομή στην Θεσσαλονίκη με την οικογένεια της Δανάης. Θα πάμε για φαγητό αργότερα σε εκείνο το γνωστό που πάει ο πατέρας σου και του αρέσει, θα σας περιμένουμε!» Στο άκουσμα της πρότασης αυτής γύρισα τα μάτια μου. Δεν ήθελα σε καμία περίπτωση να δω τον πατέρα μου ποσό μάλλον να του μιλήσω.

«Καλά θα δούμε...» είπα προσπαθώντας να αποφύγω το δείπνο.

«Γλυκιέ μου το ξέρεις ότι ο πατέρας σου θέλει να-» ξαφνικά πάγωσε την πρόταση της.

«Άκου Νίκο θα σας περιμένουμε, καλό  είναι να εμφανιστείς γιατί θα θυμώσω!» Ειπε τελεσίδικα ο πατέρας μου και έπειτα μου έκλεισε το τηλέφωνο.

Έμεινα να κοιτάζω για κάποιες στιγμές το τηλέφωνο μου. Μετά βρήκα τον ευατο μου να βαδίζει στο δωμάτιο της Δανάης. Όταν άνοιξα την πόρτα το φως του διαδρόμου φώτιζε την είσοδο του δωμάτιο της και έτσι μπήκα μέσα στο θεοσκότεινο δωμάτιο της. Η μυρωδιά της Δανάης υπήρχε σε όλο τον χώρο. Από το λόγο φως που είχε εισχωρήσει στο δωμάτιο μπορούσα να δω το ποσό γλυκά κοιμόταν. Η Δανάη πάντα κοιμόταν μπρούμυτα και έτσι το μισό της πρόσωπο ήταν πάντα καλυμμένο από το μπράτσο της. Πήρα μια τούφα που έκρυβε το πρόσωπο της και την τοποθέτησα πίσω από το αυτί της. Ήταν πάντα τόσο μαλακά τα μαλλιά της και προφανώς και το δέρμα της.
Εκείνη την στιγμή αναδεύτηκε στα σκεπάσματα και έπειτα μου γύρισε πλευρό. Αποφάσισα ότι δεν ήθελα να την ξυπνήσω όποτε  βγήκα από το δωμάτιο της όσο πιο ήσυχα μπορούσα και κάλεσα την Ιωάννα για να πάω να  χαλαρώσω ώστε να μπορώ να είμαι σε θέση να βρω τον πατέρα μου αν η Δανάη ήθελε εν τέλη να πάμε, αλλά θα προσπαθούσα να τις αλλάξω γνώμη παρά αυτά.

Like a friendOù les histoires vivent. Découvrez maintenant