Η Άννα του χαμογέλασε ενώ από τα μάτια της έτρεχαν δάκρυα συγκίνησης και χαράς που
ο Δημήτρης της τα σκούπισε.
Της χάιδεψε τα μαλλιά και την φίλησε τρυφερά στα χείλη ψιθυρίζοντας της αυτό που πίστευε μέσα από την ψυχή του.
Δ-είσαι η καλύτερη μαμά που θα μπορούσε να έχει το μωράκι μας. Είσαι υπέροχη, εντάξει καρδιά μου; Μην το ξεχάσεις ποτέ αυτό.
Της είπε και την φίλησε τρυφερά στο μέτωπο ενώ συνέχισε να είναι δίπλα τους.
Η μικρή τότε ξύπνησε και άρχισε να κλαίει.
Η Άννα την ηρέμησε χαϊδεύοντας της,
φέρνοντας την ακόμα πιο κοντά της και φιλώντας την στο κεφαλάκι της.
Μετά από ούτε δυο λεπτά το κοριτσάκι τους είχε ηρεμήσει.
Δ-τι έπαθε;
Α-τίποτα μωρέ. Μάλλον πείνασε ξανά.
Ή μπορεί να την πονάει η κοιλίτσα της.
Δ-πως καταλαβαίνεις την διαφορά;
Α-από τον τρόπο που κλαίει.
Αλλά αφού ηρέμησε μάλλον δεν ήταν κάτι.
Δ-είναι τόσο εύθραυστη, σαν κούκλα.
Α-ναι. Είναι πολύ μικρούλα αλλά σιγά σιγά θα αρχίσει να μεγαλώνει όσο περνάει ο καιρός.
Δ-το ξέρω.
Ο Δημήτρης άρχισε να χαϊδεύει το χεράκι της μικρής ενώ η Άννα την είχε επάνω της.
Α-αν θέλεις μπορείς να πας μέσα να δουλέψεις.
Δ-σίγουρα δεν θέλεις βοήθεια;
Α-από την στιγμή που έφαγε, την αλλάξαμε, κοιμήθηκε και τώρα ξύπνησε ξανά,
σε λίγο θα αρχίσει πάλι να πεινάει.
Δ-αν χρειαστείτε κάτι θα είμαι στο σαλόνι.
Α-εντάξει μπαμπά μας.
Είπε έχοντας ένα γλυκό χαμόγελο ζωγραφισμένο στο πρόσωπο της.
Ο Δημήτρης την φίλησε τρυφερά στα χείλη ενώ χαμογέλασε χαϊδεύοντας την μικρούλα τους.
Τις άφησε στο δωμάτιο, έκλεισε λίγο την πόρτα που του είπε η Άννα ενώ μετά άφησε την μικρή δίπλα της στο κρεβάτι και πήρε τηλέφωνο την Χρύσα.
Το χέρι της δεν έφευγε από την μικρή γιατί την χάιδευε συνέχεια στο σωματάκι της και έτσι παρέμενε ήρεμη εξαιτίας της επαφής που είχε με την μανούλα της.
ВЫ ЧИТАЕТЕ
«Δεν πρόκειται να φύγω ποτέ».
ФанфикΉταν οι πρώτες μέρες από τότε που γεννήθηκε η μικρούλα τους. Έπλεαν και οι δυο τους σε πελάγη μιας πρωτόγνωρης ευτυχίας. Δεν μπορούσαν να πιστέψουν πως επιτέλους είχαν στο σπίτι την κορούλα τους και ανακάλυπταν ξανά τα πάντα από την αρχή και μαζί με...