-Έκτο κεφάλαιο -

5 2 0
                                    

Μια εβδομάδα πριν ο Δημόκριτος διάβασε σε μια φυλλάδα ότι γίνονται στις 1 του άλλου μήνα εγκαίνια για το μεγαλύτερο και μόνο  βιβλιοπωλείο του νησιού. Ο Δημόκριτος ενθουσιάστηκε και έτρεξε στον Νικολέτο. Χτυπούσε το κουδούνι τόσο δυνατά και έντονα που ή το κουδούνι θα σταματούσε να δουλεύει ή θα έσπαγε το δάχτυλο του.
Νικολέτο! Άνοιξε ρε!
Τώρα τώρα χριστιανέ μου! Εδώ δες τον επίμονο!
Ανοίγει την πόρτα.
Καλά ρε θα μου χαλάσεις το κουδούνι πως την βλέπεις την δουλειά!
Ποιος το χέζει το κουδούνι! Την δουλειά σου είδα στην φυλλάδα του νησιού.
Τι λες ρε που.
Στην πρώτη κιόλας σελίδα!
Πλάκα μου κάνεις δεν το πιστεύω!
Θα πάρω το αφεντικό κάτι θα κάνω και με σπασμένο χέρι!
Θα έχετε κόσμο και από το νησί και από την πρωτεύουσα. Χρήματα φίλε από τον ουρανό στην δική μας γη.
Ο Δημόκριτος λοιπόν ακολούθησε αυτή την κοπέλα. Και ας ήταν στο μπαρ με την Ιωάννα ώστε αν χρειαστεί κάτι ο Νικολέτος να βοηθήσουν.
Δημόκριτε που πας; Ρώτησε η Ιωάννα και απάντηση δεν πήρε. Ο Νικολέτος βγήκε με τον δίσκο στο χέρι και είδε ότι ο φίλος του έφυγε ενώ ήταν τρελός για το πόσο κόσμος θα μαζευτεί στο μαγαζί. Ο Δημόκριτος θυμάται μόνο το επίθετο της κοπέλας που θα είχε το βιβλιοπωλείο. Σημακοπούλου. Η κοπέλα ανοίγει με τα κλειδιά το μαγαζί. Και ο Δημόκριτος δεν πίστευε στα μάτια του. Ότι θα ερωτευόταν την κοπέλα όπου θα έφερνε λίγη ζωή στο νησί. Έφυγε τρέχοντας και επέστρεψε στο μπαρ.
Που πήγες ρε και σε φωνάζαμε. Θα σε ψάχνουμε.
Φίλε ερωτεύτηκα!
Έλα ρε πως και έγινε αυτό. Θαύμα ακούς Ιωάννα βρήκε κοπέλα ο κολλητός μου.
Μην το φωνάζεις!
Γιατί ντρέπεσαι;
Όχι εγώ είμαι ερωτευμένος μαζί της.
Έχεις μιλήσει μαζί έχει γίνει κάτι αναμεταξύ σας;
Όχι. Μόλις την είδα να περνάει από εδώ έμεινα τα σγουρά μαλλιά της ανέμιζαν και τα μάτια της με το χαμόγελο της μου τράβηξαν την ψυχή μου.
Τι λες ρε φίλε όλα αυτά χωρίς να έχει γίνει τίποτα. Εγώ από τώρα σκέφτομαι το μετά.
Εσύ κοροϊδεύεις αλλά θα την καταφέρω θα το δεις εδώ θα είμαστε.
Ε τι θα πάμε αλλού και δεν το ξέρω.
Τέλος πάντων έχω δουλειά δεν μπορώ να ασχολούμαι μαζί σου.
Περνάει το βράδυ ξενυχτώντας ο Δημόκριτος και πίνοντας βυθιζόταν στην σκέψη του προσώπου αυτού του κοριτσιού. Δεν ήξερε ούτε πως να την προσεγγίσει ούτε πως να την τραβήξει προς το μέρος του με τον χαρακτήρα του. Φοβόταν ότι θα την έχανε λόγω το ότι ήταν μίζερος. Που να ήξερε τι θα του ξημερώσει. Ο Αμβρόσιος ήξερε επίσης για τα εγκαίνια του βιβλιοπωλείου. Και το κακό για εκείνη την κοπέλα και τον Δημόκριτο θα τους χτύπαγε την πόρτα σε λίγες ώρες. Το κορίτσι σηκώθηκε νωρίς ώστε να βάλει σε μια τάξη τα πράγματα της και να ετοιμαστεί για την δουλειά. Έτσι έπρεπε να βρισκόταν στο λιμάνι ώστε να παραλάμβανε κάποια δέματα με το αμάξι το οποίο είχε νοικιάσει. Άρχισε να ετοιμάζεται το κορίτσι όπως και ο Δημόκριτος λόγω του ότι ήθελε να πάρει αέρα και να σκεφτεί. Τα σπίτια των δύο παιδιών ήταν δίπλα-δίπλα στον ίδιο δρόμο. Βγαίνοντας καλημερίζονται και πάνε προς το αντίθετο δρόμο. Όμως ο Δημόκριτος άκουσε μία τσιρίδα κατάλαβε ότι το κορίτσι χρειαζόταν βοήθεια. Έτρεξε εσπευσμένα κοντά του. Και είδε μπροστά του τον Αμβρόσιο πιωμένο να προσπαθεί να βιάσει το κορίτσι. Ο Δημόκριτος έπεσε απάνω του και άρχισε να τον χτυπάει μέχρι που τον άφησε αναίσθητο. Το κορίτσι είχε πάθει σοκ. Μόλις η δεύτερη της μέρα στο νησί και παραλίγο να γίνει ένας βιασμός. Ο Δημόκριτος έτρεξε και ευτυχώς είχε μαζί του ένα μπουκάλι νερού. Έβρεξε το χέρι του και το ακούμπησε στο μέτωπό της.
Όλα θα πάνε καλά. Μην ανησυχείς θα είμαι εγώ δίπλα σου.
Σε παρακαλώ πάμε να φύγουμε από εδώ δεν μπορώ να τον βλέπω.
Ο Δημόκριτος τον έσυρε μέχρι έναν τοίχο σπιτιού και τον άφησα εκεί ξαπλωμένο και αναίσθητο από το πιοτό και το ξύλο που του έριξε. Πήρε την κοπέλα στο σπίτι του την πήγε στο κρεβάτι του και της έκανε συντροφιά μέχρι να κοιμηθεί. Είδε στο τηλέφωνο της ένα μήνυμα.
Αδερφός: που είσαι κορίτσι μου! Σε έχω πάρει πόσα τηλέφωνα. Χρυσηίδα ανησυχώ πολύ έχει γίνει κάτι. Έτσι έμαθε το όνομα του κοριτσιού. Κάλεσε και τον Νικολέτο γιατί φοβόταν μήπως ο Αμβρόσιος ξυπνήσει και έχει συνέλθει για τα καλά και τον σπάσει στο ξύλο. Δεν θα φοβόταν αν ήταν μόνος του αλλά σκεφτόταν το κορίτσι δεν ήθελε ούτε τρίχα της να της πειράξει ο οποιοσδήποτε. Την κοιτούσε μέχρι που ακούστηκε το κουδούνι του.
Ποιος είναι όχι όχι.
Ηρέμησε κανείς δεν είναι. Καθησύχασε τη Χρυσηίδα.
Κατέβηκε την στριφογυριστή σκάλα.
Ποιος είναι;
Εγώ είμαι. Άνοιξε μην με δει ο άλλος.
Ανοίγει την πόρτα ο Δημόκριτος και βλέπει τον φίλο του. Τον πιστό του συνοδοιπόρο σε κάθε δυσκολία του. Τον αγκάλιασε λόγω το ότι ήταν φοβισμένος με τέτοιο τρόπο που δεν έχει ξαναδώσει τέτοια αγκαλιά.
Ετοιμάζει καφέδες και τσάι για το κορίτσι. Ανέβηκε στο δωμάτιο του και σιγά σιγά χωρίς  να την τρομάξει.
Έλα κορίτσι μου πιες λίγο τσάι.
Ρούφηξε μια γουλιά και ξανακοιμήθηκε. Ο Δημόκριτος της χάιδεψε απαλά τα μαλλιά και της είπε στο αυτί της.
Δε θα αφήσω κανέναν να σε πειράξει.
Ο Αμβρόσιος σηκώθηκε όρθιος θυμήθηκε τι πήγε να κάνει. Θυμήθηκε και ότι ο Δημόκριτος τον πρόλαβε από αυτήν την τρέλα. Ένιωσε όμως άπειρη ντροπή πήγε στο σπίτι του κλείστηκε στο δωμάτιο του. Άνοιξε το συρτάρι του κομοδίνου του και έβγαλε ένα πιστόλι για το οποίο γνώριζε μόνο ο ίδιος κανένας άλλος. Πήγε πάνω από το κρεβάτι του πατέρα του και με ένα μαχαίρι του έδωσε το τέλος της ζωής του. Έπειτα πήγε και κλειδώθηκε στο δωμάτιο του και ακούμπησε στον κρόταφο του το πιστόλι. Ο κρότος από το τέλος του Αμβρόσιου ακούστηκε μέχρι το τελευταίο τετράγωνο του νησιού.
Οι δύο φίλοι άκουσαν τον κρότο και τρομοκρατήθηκαν κλείδωσαν την κοπέλα στο σπίτι του Δημόκριτου και ξεκίνησαν να τρέχουν προς το σπίτι του Αμβρόσιου. Κόσμος και η αστυνομία έξω από το σπίτι του φίλου τους. Οι δύο φίλοι έμειναν μόνοι πλέον. Τα δύο παιδιά δεν πίστευαν ότι ο Αμβρόσιος θα αυτοκτονούσε και θα σκότωνε τον πατέρα του. Επέστρεψαν στο σπίτι του Δημόκριτου και πήραν τηλέφωνο τους γονείς του Νικολέτου και την  Γιασεμή. Όλοι ήταν πολύ ταραγμένη. Ο Δημόκριτος και ο Νικολέτος ήξεραν γιατί το είχε κάνει. Οι υπόλοιποι απορούσαν. Το κορίτσι ξύπνησε από τον εφιάλτη. Ο Δημόκριτος έσπευσε κοντά της.
Ηρέμησε είμαι εγώ εδώ. Δεν ζει αυτός που πήγε να σου κάνει αυτό το κακό.
Η Χρυσηίδα. Άνοιξε τα μάτια της.
Τι λες είναι νεκρός;
Ναι,αυτοκτόνησε. Μάλλον ντρεπόταν για όλα αυτά που είχε κάνει.
Σε ευχαριστώ πολύ που με έσωσες από τα χέρια του. 
Δεν μπορώ να αφήσω τον οποιοδήποτε να σου κάνει κακό!
Μόνο για μένα θα το έκανες;
Όχι άλλα για εσένα το έκανα αυτή τη στιγμή.
Η Χρυσηίδα τον ερωτεύτηκε μόνο από τα λόγια και την βοήθεια που της έδωσε. Το πόσο καλόψυχος ήταν την έκανε να τον λατρέψει.
Κατέβηκαν και οι δύο μαζί κάτω. Ο Νικολέτος γνώρισε την Χρυσηίδα.
Οι δύο φίλοι ανησυχούσαν. Φοβόντουσαν ότι θα έβρισκαν τα αποτυπώματα του Δημόκριτου στα ρούχα του νεκρού Αμβρόσιου.
Θα σε θεωρήσουν ύποπτο για τον θάνατο του.
Την έχω βάψει.
Θα πω την αλήθεια ότι μου επιτέθηκε για να με βιάσει και με βοήθησες.
Θα το πιστέψουν. Μπορούν να πουν ότι λόγω ερωτικής αντιζηλίας το έκανε ο Δημόκριτος.
Μα δεν θα πιστέψουν την αλήθεια και θα πιστέψουν το ψέμα. Ο Δημόκριτος σε γουστάρει Χρυσηίδα και αν το μάθουν περισσότεροι από ότι πρέπει την βάψαμε.
Τι λες ρε;
Την αλήθεια. Αλλά το ξέρω μόνο εγώ και η Ιωάννα. Σωστά; Ή από τον ενθουσιασμό σου το είπες και σε άλλους.
Πήγε κοντά η Χρυσηίδα στον αυτί του Δημόκριτου όση ώρα μιλούσε ο Νικολέτος και του είπε:
Νιώθω τα ίδια μην ντρέπεσαι να το πεις. Το θέμα είναι ότι τώρα θα πρέπει να το κρατήσουμε κρυφό και να πούμε την αλήθεια στην αστυνομία.
Δεν είπα τίποτα σε κανέναν άλλον. Εσύ και η φιλενάδα σου το ξέρετε μόνο. Ήρθε η ώρα των ανακρίσεων και ο διοικητής ήταν Αλέξανδρος Χαρετζής. Έχει αναλάβει να μάθει το τι πραγματικά συνέβη το μοιραίο ξημέρωμα της Δευτέρας. Περιμένει όλα τα αποτελέσματα. Έτσι θα βρει πιο εύκολα τον δολοφόνο του. Τα χέρια του ήταν δεμένα μέχρι στιγμής. Ακούστηκε ο χτύπος της πόρτας.
Περάστε. Λέει ο Χαρετζής.
Κύριε δοιηκητά  ήρθανε όλα τα στοιχεία που ζητήσατε.
Φέρε εδώ τον φάκελο και κλείσε καλά την πόρτα.
Άνοιξε τον φάκελο διάβασε ότι άφησε σημείωμα αλλά ήτανε μέσα στα αίματα. Προσπάθησαν να καταλάβουν τι είχε γράψει ο Αμβρόσιος.
Ντρέπομαι για όσα έχω κάνει όσες συγνώμες και να ζητήσω ξέρω πως είμαι ένας μισητός άνθρωπος σε όλους. Δε θα χρειαστεί να κρατάνε αλλά μυστικά ή να φοβούνται για το τι θα κάνω. Ξέρω ότι δεν έπρεπε να πάρω την ζωή του πατέρα μου αλλά δεν μπορούσα να τον αφήσω μόνο του να ταλαιπωρείται. Ζητάω συγνώμη από όλους όμως κι ας μην θέλουν να με συγχωρέσουν θέλω να το μάθουν.
Ο διοικητής Αλέξανδρος Χαρετζής λέει αυτά τα λόγια του Αμβρόσιου στους φίλους. Εκείνοι δακρύζουν. Πού να ήξεραν ότι διοικητής Χαρετζής ήξερε για το Δημόκριτο.
Βρέθηκαν αποτυπώματα και στα ρούχα αλλά και στο σπίτι του από τους δύο φίλους λόγω το ότι πήγαιναν στο σπίτι του παλιά. Αλλά στα ρούχα του βρέθηκαν αποτυπώματα του Δημόκριτου λόγω πάλης. Βρέθηκαν επίσης και ίνες στα νύχια του Αμβρόσιου επειδή πρόλαβε να αγγίξει τον Δημόκριτο.
Δημόκριτε θα πρέπει να με ακολουθήσεις στο τμήμα.
Αυτό θα σας ρωτούσαμε κύριε διοικητά. Έχουμε να καταθέσουμε κάποια πράγματα.
Μάλιστα τότε σας περιμένουμε στο τμήμα και του δύο.
Τα δύο παιδιά φτάνουν στο τμήμα. Δίνει κατάθεση πρώτα ο Δημόκριτος και έπειτα η Χρυσηίδα. 
Δημόκριτος Λιβανός φίλος του Αμβρόσιου Μαθιουδάκη σωστά;
Ναι κύριε διοικητή σωστά.
Βρέθηκε το γράμμα που σας είπα στο σπίτι μέσα στα αίματα λόγω τύψεων. Βρήκαμε και ίνες στα νύχια του Αμβρόσιου από εσένα.
Ναι επιτέθηκε στην κυρία Σημακοπούλου και έτρεξα να την βοηθήσω.
Άρα γνωρίζεστε με την κυρία Σημακοπούλου; Λέει επιθετικά ο αστυνόμος.
Ναι βρέθηκα και εγώ στα εγκαίνια του βιβλιοπωλείου. Είμαστε και γείτονες.
Και πως βρέθηκε μαζί σας μετά το συμβάν;
Φοβήθηκε και προσφέρθηκα να μείνει σπίτι μου. Επίσης την πήρα μαζί μου όπου και να πήγα μέχρι να μας βρείτε εσείς δεν ξέραμε ότι είναι νεκρός ο Αμβρόσιος.
Μάλιστα σας ευχαριστούμε μπορείτε να πηγαίνετε.
Ήρθε η ώρα για την κατάθεση της Χρυσηίδας.
Χρυσηίδα Σημακοπούλου άγνωστη για τον Αμβρόσιο Μαθιουδάκη σωστά;
Ναι κύριε δοιηκητά άγνωστη.
Πως έγινε το συμβάν;
Βγήκα από το σπίτι μου ώστε να πάω στο στενό που είχα παρκάρει το αμάξι μου.
Νοικιασμένο;
Ναι μπορεί να σας το επιβεβαιώσει η εταιρεία όπου νοίκιασα το αμάξι.
Από εδώ το νοικιάσατε;
Ναι. Το χρειαζόμουν ώστε να μπορώ να κουβαλάω τα δέματα για την δουλειά μου.
Βιβλιοπωλήτρια και συγγραφέας.
Μάλιστα.
Το μαγαζί;
Δικό μου ήταν του πατέρα μου έχει πεθάνει εδώ και ένα χρόνο.
Ονοματεπώνυμο του πατέρα σας;
Σπυρίδων Σημακόπουλος.
Συνεχίστε να μιλάτε για το συμβάν.
Βρήκα μπροστά μου τον γείτονα μου τον κύριο Δημόκριτο Λίβανο.
Γνωριζόσασταν από ποιο πριν;
Ναι από τα εγκαίνια του βιβλιοπωλείου.
Τον καλημέρισα και εκείνος το ίδιο και πήραμε αντίθετους δρόμους.
Μπροστά μου πετάχτηκε ο νεκρός.
Με έριξε κάτω και πήγε να με βιάσει. Ευτυχώς φώναξα και με άκουσε ο κύριος Λιβανός.
Μάλιστα.
Μετά προσφέρθηκε να με πάει σπίτι του και να κάτσουμε μαζί ώστε να μην φοβάμαι.
Δεν έλειψε λεπτό από το πλευρό μου. Έπειτα πήρε τηλέφωνο τον κύριο Κόκαρη με τον οποίο γνωρίστηκα στο σπίτι του κυρίου Λιβάνου. Ήρθε αμέσως και έπειτα μάθαμε την αυτοκτονία του κυρίου Μαθιουδάκη. Ειδοποίησαν τους υπόλοιπους.
Δηλαδή ποιους;
Την κυρία Τριανταφύλλου και τον αρραβωνιαστικό της. Τους γονείς του κυρίου Κόκαρη και την κοπέλα του κυρία Καλλέργη. Έπειτα πήγαμε στο σπίτι του κυρίου Κόκαρη όπου βρισκόντουσαν τα παραπάνω πρόσωπα. Μετά ήρθατε εσείς και τώρα είμαστε εδώ.
Μάλιστα σας ευχαριστούμε πολύ για τον χρόνο σας μπορείτε να αποχωρήσετε.
Καλή συνέχεια κύριε διοικητά.
Και σε εσάς κυρία Σημακοπούλου.
Βγήκε η Χρυσηίδα και ο Δημόκριτος έτρεξε κοντά της.
Πάμε έξω και θα τα πούμε στον δρόμο. Καρφωνόμαστε.
Ο διοικητής χτύπησε το χέρι του πάνω στο τραπέζι.
Τέλειωσα τόσο γρήγορα με αυτήν την υπόθεση.
Απλή αυτοκτονία ήτανε.
Ευτυχώς δεν μπορώ να ανταπεξέλθω σε συνθήκες οπού δεν έχουν ξανασυμβεί στο νησί μας.
Τα δύο παιδιά πήγαιναν στο σπίτι του Νικολέτου. Και στο δρόμο συζήτησαν για τις καταθέσεις τους. Φτάνουν και εξηγούν σε όλους ότι είπαν την αλήθεια και ο Δημόκριτος δε θα βρεθεί στην φυλακή. Όλοι χαίρονται με την εξέλιξη του θέματος.

Καλησπέρα σε όλους και σε όλες. Τι κάνετε; Σήμερα είχαμε ένα από τα πιο μεγάλα κεφάλαια του βιβλίου. Είχαμε ευχάριστα μα και δυσάρεστα νέα(ευχάριστα είναι και αυτά). Τα ευχάριστα νέα είναι πως το νέο πρόσωπο η Χρυσηίδα είναι ερωτευμένη με τον Δημόκριτο και τα δυσάρεστα-ευχάριστα νέα είναι πως ο Αμβρόσιος πήγε να βιάσει το κορίτσι που μόλις ήρθε στο νησί. Εκτός από αυτό σκότωσε τον ίδιο του το πατέρα αφού σκόπευε να αυτοκτονήσει για να μην τον ταλαιπωρεί. Αυτά ciao😘👋

Οινούσσες Wo Geschichten leben. Entdecke jetzt