κυνηγημένοι

131 5 7
                                    

Η ώρα ήταν κοντά οκτώ και μισή όταν γύρισαν πίσω.

Φρόντισαν να εξαφανίσουν κάθε ίχνος από τις πράξεις τους.

Αν και τα μαλλιά τους φαίνονταν πως ήταν ανάκατα , θα έλεγαν πως είχε αέρα.

"Επιτέλους εμφανίστηκαν."είπε ο Δούκας μόλις μπήκαν στο καθιστικό του σπιτιού.

Εκείνος και η Μυρσίνη τους περίμεναν, όμως κανένα άλλο μέλος της οικογένειας δεν ήταν κάτω.

Περίεργο πράγμα, συνήθως εκείνη την ώρα έτρωγαν.

"Λέω να πάω να βοηθήσω την Αγορίτσα στη κουζίνα."είπε η Ασημίνα, θεωρώντας η οικονόμος θα είχε πολλές δουλειές και δεν θα πρόλαβε να ετοιμάσει το τραπέζι.

"Εσύ θα κάτσεις εκεί που είσαι και δε θα κουνήσεις ρούπι. Αρκετά έκανες ως ώρας."απάντησε η πεθερά της , η φωνή της σκληρή, γεμάτη δηλητήριο.

Δεν της μίλαγε ποτέ έτσι μπροστά σε άλλους, πόσο μάλλον μπροστά στο Δούκα.

Είχε μια ιδιαίτερη αγάπη στη νύφη του .

Δε τόλμησε να ρωτήσει για πιο λόγο της μιλούσε έτσι, παρά έσκυψε το κεφάλι της προς τα κάτω.

"Μυρσίνη αρκετά! Σου είπα θα το χειριστώ εγώ ."φώναξε ο Δούκας, κοπανώντας  το χέρι του πάνω στο τραπέζι.

"Τι συμβαίνει πατέρα;"

Πείρε θέση και εκείνος , διότι η περίεργη συμπεριφορά τους δεν του άρεσε καθόλου.

"Τα ξέρουμε όλα Νικηφόρε."

"Δεν καταλαβαίνω, τι ξέρετε ακριβώς;"

"Για την σχέση σας. Σταμάτα λοιπόν τις υκπεφυγές και για μια φορά στη ζωή σου αντιμετώπισε κάτι σαν άντρας."

Το δωμάτιο είχε αρχίσει να γυρίζει.

Μα πως, δεν ήταν δυνατόν.

Πως θα μπορούσαν να ξέρουν για τους δύο τους;

"Τι αποδείξεις έχεις ;"

"Σας είδε ο Μελέτης σήμερα, Νικηφόρε μου. "

Αυτό θα μπορούσαν να το αρνηθούν, να βγάλουν το Μελέτη τρελό.

"Και πιστεύετε το Μελέτη; Είστε σοβαροί;"

Εκτός και αν...

"Η μητέρα σου βρήκε τα γράμματα σας , αυτά που η Ασημίνα έκρυβα στα παρτέρια της."

Δεν αισθανόταν καλά, ο αέρας γύρω της μειωνόταν συνεχώς.

Άρχισε να κάνει βήματα προς τα πίσω , με την ελπίδα πως ο κρύος και σταθερός τοίχος θα την βοηθήσει να συνέλθει.

Και Τώρα;Where stories live. Discover now