κεφάλαιο 2

16 4 0
                                    

Εκείνο το πρωί ήταν πολύ παράξενο για τον Τάιλερ Μίλερ, το νεαρό αγόρι που σήμερα ξεκινούσε μια καινούρια χρονιά στο σχολείο του. Το προηγούμενο βράδυ όμως είδε ξανά εκείνο το όνειρο... Αυτό που τον στοίχειωνε από το βράδυ του ατυχήματος.. Μπορεί τότε να ήταν μικρός αλλά τα θυμόταν όλα σαν να ήταν χθες... Και είχε ξυπνήσει με δάκρυα στα μάτια:
Εκείνο το απόγευμα έβρεχε καταρακτοδως και είχε έρθει η ώρα ο μικρός Ταιλερ να δει την γιαγιά του και τον παππού του που τόσο πολύ είχε πεθυμήσει.
Μπήκε στο αμάξι με τους γονείς τους και ξεκίνησαν. Ξαφνικά άρχισε να μπαίνει από το παράθυρο κρύος αέρας και ο μικρός Τάιλερ άρχισε να κλαίει και να χτυπιέται για να κλείσουν τα παράθυρα και να ανοίξουν το το καλοριφέρ του αμαξιου. Ξαφνικά κάτι πετάχτηκε πάνω στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου και ο μπαμπάς του μικρού αγοριού έχασε τον έλεγχο του τιμονιού. Η μητέρα του που καθόταν στην θέση του συνοδηγού προσπαθούσε να κρατήσει το τιμόνι αλλά δεν πρόλαβε αφού άνοιξε την πόρτα και έπεσε στην υγρή και κρύα άσφαλτο αφήνοντας το μικρό της αγοράκι και τον πολυαγαπημενο της σύζυγο μέσα στο αμάξι, το οποίο λίγα μέτρα πιο κάτω έπεσε σε ένα δέντρο. Τότε παντού πετάχτηκαν αερόσακοι και το αγόρι έχασε τις αισθήσεις του. Κι όμως άκουσε τον πατέρα του να του λέει <<να θυμάσαι γιε μου πως πάντα θα σαγαπαω>>. Μια μέρα μετά το αγόρι συνήλθε και ξύπνησε σε ένα δωμάτιο ενός τοπικού νοσοκομείου. Μέσα στο δωμάτιο και γύρω του βρίσκονταν όλοι οι συγγενείς του: η γιαγιά του, ο παππούς του, ο θείος του ο Σαμ με την σύζυγο του και το εικοσαχρονο παιδί τους ο Μάικ.
-Που είναι; Ρώτησε ο Ταιλερ με τα μάτια του να έχουν βουρκωσει.
-Ποιοι αγορι μου; Του απάντησε η γιαγιά του με ένα τρέμουλο στην φωνή.
-Ο μπαμπάς και η μαμά, είπε
-είναι στο διπλανό δωμάτιο
Το αγόρι έτρεξε και πήγε αμέσως στο δωματιο. Ήταν ένα δωμάτιο σχεδόν άδειο με ένα κρεβάτι μόνο που ξαπλωμένη ήταν η μητέρα του. Καθώς την πλησίαζε ξεχώριζαν όλο και πιο πολύ τα τραύματά της από την πτώση της:
-Μαμά! Φώναξε ο Τάιλερ τρέχοντας στην μητέρα του μη μπορώντας να συγκρατήσει τα δάκρυά του.
-Αγάπη μου ένα εδώ, του είπε χαμηλόφωνα ανοίγοντας τα χέρια της για να τον αγκαλιάσει
-Μαμά που είναι ο μπαμπάς; Της απάντησε.αφού ξάπλωσε στην αγκαλιά της
-Είναι κάπου αλλού τώρα πολύ καλύτερα από εδώ αλλά του λείπουμε πολύ
-Δεν θα ξανάρθει;
-Όχι αγάπη μου αλλά θα μας προσέχει και τους δύο, είπε στο μικρό αγοράκι χωρίς πλέον.να συγκρατήσει τα δάκρυα της.>>

Τόση ώρα που το σκεφτόταν αυτό το αγόρι είχε φτάσει στο παράθυρο κλαίγοντας χωρίς να το καταλάβει. Σχεδόν αμέσως σκούπισε τα δάκρυα του και πήγε να κάνει ένα μπάνιο.
Αφού τελείωσε και έβαλε ένα σκούρο μαύρο τζιν με μια μπορντο μπλούζα με το κολιέ του πατέρα του -ήταν ένα παλιό κολιέ με μαύρο δερμάτινο λουρί και είχε κρεμασμένο έναν χάλκινο σταυρό-.
Αμέσως μετά ετοίμασε την τσάντα του, πήγε και χαιρέτησε στα γρήγορα την μητέρα του και έφυγε. Δεν ήθελε να προσέξει πως είχε κλάψει και δεν είχε καμία όρεξη για συζήτηση.

Μέσα σε πέντε λεπτά είχε φτάσει στο σχολείο. Πήγαινε τόσα χρόνια εκεί αλλά ποτέ δεν μπορούσε να το συνηθίσει. Ήταν τόσο παλιό και όμορφο. Μόλις πέρασε την γυάλινη πόρτα πήγε στο ντουλαπάκι του και πήρε τα βιβλία που χρειαζόταν για την πρώτη ώρα.

Επειδή τα βιβλία ήταν πολύ βαριά αποφάσισε πως θα ήταν καλύτερο να πάει στην τάξη να τα αφήσει. Καθώς περνούσε από την Κεντρική πόρτα αντίκρισε ένα κορίτσι που δεν είχε ξαναδεί. Ήταν τόσο όμορφη και γλυκιά. Κι εκείνη τον κοίταξε αλλα δεν φανηκε να του δινει και πολυ σημασια. Ήταν ετοιμος να της μιλησει αλλα ντρεποταν τοσο πολυ. Ετσι, αποφασισε πως θα ήταν καλύτερο να πήγαινε στην τάξη, η οποία ήταν και στην άλλη άκρη του σχολείου. Καθώς περπατούσε κοιτούσε τη θέα από τα παράθυρα και τον ήλιο που είχε αρχίσει να περνάει την θέση του στον ουρανό. Του άρεσε τόσο πολύ να το βλέπει κάθε μέρα. Χωρίς να το καταλαβει είχε φτάσει μπροστά στην τάξη του. 

[Συνεχίζεται ]

The NeverEnding LoveWhere stories live. Discover now