Ξύπνησε μ' ένα τρομακτικό ουρλιαχτό να σκίζει τους πνεύμονές της. Πετάχτηκε από το πέτρινο κρεβάτι και κοίταξε γύρω της. Μαύροι τοίχοι από ηφαιστιογενές πέτρωμα, οι τοίχοι της κάμαράς της. Βρισκόταν στην κάμαρά της.
Η καρδιά της χτυπούσε ξέφρενα, κρύος ιδρώτας την είχε περιλούσει. Σκέψεις, σαν σαρκοβόρα πουλιά της επιτίθονταν. Έκρυψε το κεφάλι ανάμεσα στα λυγισμένα γόνατα της σε μια προσπάθεια να ηρεμήσει. Ήθελε να πάψει να σκέφτεται.
Ξαφνικά ένιωσε την ανάγκη να γελάσει με την αφέλειά της˙ εκείνη και η γαλήνη είχαν διακόψει σχέσεις εδώ και χρόνια.
Χωρίς να μπορεί να τις αποτρέψει, οι αποτρόπαιες σκηνές του εφιάλτη που μόλις την είχε επισκεφτεί άρχισαν να παρελαύνουν μπροστά της. Σκηνές θανάτου. Πτώματα αιμόφυρτα, διαμελισμένα, στραγγισμένα από ζωή. Πυρκαγιές που καταβρόχθιζαν συνοικίες ολόκληρες, αφήνοντας μονάχα στάχτη και απανθρακωμένα σώματα στο πέρασμά τους. Ιαχές τρόμου και μακρόσυρτοι, ανατριχιαστικοί, θρήνοι πλημμύριζαν την ατμόσφαιρα. Κι ο ουρανός βαμμένος πορφυρός, είχε πάρει το χρώμα του αίματος που πότιζε το χώμα.
Ειδεχθή εγκλήματα, τα οποία η ίδια είχε διαπράξει.
Το στομάχι της είχε δεθεί κόμπος, ο λαιμός της είχε στεγνώσει. Έπρεπε να πιει λίγο νερό. Σηκώθηκε όρθια, πατώντας με τα γυμνά της πέλματα στην ηφαιστειακή τέφρα και πήρε στα χέρια της την πήλινη κούπα που βρισκόταν κοντά στο μαρμάρινο τραπεζάκι. «Ύδωρ», άρθρωσε με βραχνή φωνή, που ήταν μόλις ακουστή. Το ξόρκι εκτελέστηκε στη στιγμή και η κούπα γέμισε με δροσερό νερό.
Πίνοντας, το βλέμμα της καρφώθηκε στο είδωλό που καθρεφτίζεται στον μεγάλο καθρέφτη από οψιδιανό, που ήταν στερεωμένος στον απέναντι τοίχο. Ήταν τρομακτική, με την αφύσικα χλωμή, σαν νεκρού επιδερμίδα της. Ερχόταν σε αντίθεση με τις κατακόκκινες μπούκλες που πλαισίωναν το πρόσωπό της κι έφταναν μέχρι το ύψος της μέσης της˙ όμοιες με φλόγες, φάνταζαν ένας πύρινος χείμαρρος. Τα μάτια της, το πιο αποκρουστικό χαρακτηριστικό της, ίδια κι απαράλλακτα με δυο κηλίδες άλικου αίματος. Και δυο πορφυρά, σε σχήμα νυχτερίδας φτερά φύτρωναν στην πλάτη της. Έμοιαζε στην κυριολεξία, με τέρας.
Εκείνος έλεγε πως δεν έπρεπε να ντρέπεται για τα χαρακτηριστικά της, γιατί ήταν σημάδι της δύναμής της. Μα, δεν καταλάβαινε. Δεν αισθανόταν ντροπή. Ο λόγος που απεχθανόταν το έντονο κόκκινο χρώμα δεν ήταν η ματαιοδοξία. Το κόκκινο συμβόλιζε το αίμα και κατ' επέκταση το θάνατο. Της θύμιζε το αίμα των αθώων που είχε χύσει από τότε που βρέθηκε στα έγκατα της γης.
![](https://img.wattpad.com/cover/59894538-288-k939945.jpg)
KAMU SEDANG MEMBACA
Ερωτευμένος με την Κόρη του Εφιάλτη
FantasiΦαντάσου ότι ο κόσμος σου είναι ένας κόσμος-φυλακή, το καθαρτήριο των στυγνών εγκληματιών ενός υπερφυσικού κόσμου. Φαντάσου πως ό,τι ξέρεις κι ό,τι πιστεύεις για τη ζωή σου είναι ψέματα. Ο Κωνσταντίνος τα έχει όλα. Φίλους, χρήματα, μια αγαπημένη...