8 Σεπτεμβρίου, στο αυτοκίνητο
"Τόρι, ξύπνα! Φτάσαμε!" ακούω τη φωνή της μαμάς μου. Ανοίγω βαριεστημένα τα μάτια μου και κοιτάω έξω από το παράθυρο. Δεν βλέπω τίποτα. Δεν ξέρω αν συμβαίνει επειδή μόλις ξύπνησα ή επειδή όντως δεν υπάρχει τίποτα, αλλά βλέπω μόνο μια απέραντη πεδιάδα.
"Πού είμαστε;Πού είναι το σπίτι μας;" ρωτάω και η μαμά μου χασκογελάει.
"Σε λίγο θα το δεις"
"Μα είπες ότι φτάσαμε" παραπονιέμαι. Η μαμά μου κάθεται στη θέση του συνοδηγού και γυρνάει να με δει.
"Δεν θέλεις να φτάσεις στη νέα σου πόλη και να είσαι έτσι" μου λέει με ένα σοφό ύφος και γυρνάει μπροστά της. Εγώ αναστενάζω και αρχίζω να χτενίζω όσο μπορώ τα μαλλιά μου με τα δάχτυλά μου.
Πάντα το κάνει αυτό η μαμά και ώρες-ώρες μου τη δίνει. Βλέπω το έδαφος δίπλα μας να ανηφορίζει και να σχηματίζονται μεγάλοι λόφοι. Ανυπομονώ τόσο πολύ να φτάσουμε!!!
"Σε πόση ώρα φτάνουμε;" ρώτάω περίεργη τον μπαμπά. Αντί γι' αυτόν, μου απαντάει η μαμά.
"Σε μία ώρα" λέει και βλέποντας το έκπληκτο ύφος μου συμπληρώνει: "Το πολύ"
"Χρειαζόταν πραγματικά να με ξυπνήσετε ΤΟΣΟ νωρίς;" λέω κατσουφιασμένη και ξαπλώνω πίσω, έτοιμη να ξανακοιμηθώ. Τραβάω το καπέλο μου και κρύβω τα μάτια μου.
"Ναι, γιατί δεν νομίζω να θέλεις να χάσεις αυτό" ακούγεται η φωνή του μπαμπά.
Δεν θέλω να ανοίξω τα μάτια μου, γιατί τότε η μαμά θα πει ότι είχε δίκιο πως με ξύπνησε νωρίς και θα το ξανακάνει, οπότε προσπαθώ να μην δίνω σημασία.
"Καλά"λέει ο μπαμπάς. Ἑσύ χάνεις".
Δεν ξέρω τι να κάνω! Κατά βάθος, θέλω να κοιτάξω να δω τι υπάρχει μπροστά μας, αλλά κάτι μου λέει να μην το κάνω. Αυτό το κάτι είναι βλακεία, απαντώ στον εαυτό μου και είμαι έτοιμη να ανοίξω τα μάτια. Με το που ακούω όμως την φωνή της μαμάς να γελάει, κατάλαβα. Μου έκαναν μια φάρσα.
Όμως στον μπαμπά δεν πολυαρέσει να κάνει πλάκες, ειδικά σε εμένα, που ξέρει ότι δεν μου αρέσουν, οπότε το ξανασκέφτομαι. Σκέφτομαι και σκέφτομαι και τελικά μου έρχεται η τέλεια ιδέα! Θέλω να δω, αλλά δεν θέλω να με δουν.
Σηκώνω λίγα εκατοστά το καπέλο μου και κοιτάω έξω από το διπλανό παράθυρο. Με πιάνει τεράστεια απογοήτευση, γιατί δεν βλέπω τίποτα. Μην θέλοντας να το πιστέψω ότι μου έστησαν φάρσα, σηκώνομαι πιο πολύ και αυτή τη φορά βλέπω τα πάντα καθαρά - όμως το ωραίο δεν το βλέπω πουθενά.
YOU ARE READING
The Vampire Games
Ma cà rồngΗ Βικτόρια Στόουνς μετακομίζει με τους γονείς της σε μία μικρή, απομονωμένη πόλη και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αλλάξει σχολείο. Με τεράστεια ανακούφιση μαθαίνει ότι λίγο πιο μακριά από εκείνο το μέρος υπάρχει μια ακαδημία ακριβώς στα μέτρα της - έ...