Το γυναικείο κορμί χόρευε πάνω στο μονό στρώμα. Ο ιδρώτας της είχε φτάσει μέχρι της άκρες των δαχτύλων. Πετάχτηκε από τον ύπνο ξαφνικά με γουρλωμένα μάτια λες και είδε φάντασμα. Στηρίχτηκε στους αγκώνες της και προσπάθησε να πάρει ανάσα. Μάλλον φώναξε κάτι την ώρα που ξυπνούσε αλλά δεν ήταν σίγουρη. Ήταν ακόμη πολύ αργά. Είχε δει πάλι το ίδιο όνειρο. Ήταν μια ανάμνηση που μετά από τόσα χρόνια εμφανιζόταν με τη μορφή εφιάλτη.

«Όχι κάνετε λάθος!». Η πρώτη σκηνή περιέχει τα λόγια αυτά με πανικό. Η επόμενη αποτελείται από ουρλιαχτά και κλάματα. Η τρίτη αλλάζει σκηνικό. Ήρεμα λόγια. «Θα πας στην Αθήνα.» Σκόρπιες εικόνες που μόνο η ίδια μπορεί να συνδυάσει και να τοποθετήσει σε ένα λογικό χρονοδιάγραμμα.

Ο Φίλιππος άκουσε ένα πνιχτό βογγητό και απότομες κοφτές αναπνοές. Σηκώθηκε από το κρεβάτι του αφού βεβαιώθηκε πως η γυναίκα του κοιμόταν. Μόλις βγήκε από το δωμάτιο η Αντιγόνη άνοιξε τα μάτια της.

«Θάλεια;», της ψιθύρισε από την πόρτα. Εκείνη γύρισε και τον κοίταξε χωρίς να μιλά.

«Είσαι καλά; Είδες πάλι εκείνο το όνειρο;»

Η Θάλεια σκούπισε τα μάτια της.

«Έχασα τις ρίζες μου Φίλιππε. Τον εαυτό μου. Είμαι κομπάρσα σε ταινία κάποιων άλλων.»

«Δε θέλω να το λες αυτό. Ξέρεις ότι δεν είναι αλήθεια.», την καθησύχασε.

«Ξέρεις πολύ καλά το αντίθετο. Δεν ξέρω πώς να το πω αλλά... Μου λείπω... Μου λείπει αυτό που υπήρχε τότε εκεί.»

«Θα πάμε. Στο υπόσχομαι.»

Σήκωσε τα μάτι της στο ταβάνι και γέλασε.

«Δεν υπάρχει τίποτα πια εκεί. Πήγαινε στη γυναίκα σου.», είπε και του γύρισε την πλάτη.

Εκείνος έφυγε. Η Θάλεια έμεινε και πάλι μόνη. Όπως ήταν εδώ και πολλά χρόνια.


Κάποτε στο Νησί...Where stories live. Discover now