Η Ιρένε Σέφερ ίσιωσε τη φούστα της και έφτιαξε τα μαλλιά της στον καθρέφτη του καθιστικού. Άκουσε την καφετιέρα να κοχλάζει και πήγε μέχρι την κουζίνα για να γεμίσει το φλιτζάνι της. Κάθισε στον καναπέ της και ήπιε με ηρεμία τον καφέ κοιτώντας τα παλιά έπιπλα. Πόσες αναμνήσεις είχε από αυτό το σπίτι. Εδώ μεγάλωσε, εδώ γέννησε τα παιδιά της και εδώ θα πέθαινε. Το ήξερε αυτό καλά. Ποτέ της δεν της άρεσε να κρύβεται. Βέβαια δεν ήταν τόσο μεγάλη ακόμα. Οι κόρες της ζούσαν σε άλλες πόλεις. Η μεγάλη στο Πότσνταμ και η μικρή στη Δρέσδη. Πλέον το Βερολίνο ήταν μια τεράστια πρωτεύουσα, σημείο συνάντησης πολιτισμών. Της άρεσε αυτή η πολυπολιτισμικότητα αλλά δεν της ήταν εύκολο να κυκλοφορεί στο δρόμο με όλο αυτόν τον ξένο κόσμο. Δεν είχε εγγόνια. Οι κόρες της έρχονταν σπάνια μιας και δούλευαν πολλές ώρες. Ο πρώην άνδρας της, με τον οποίο διατηρούσε κάποια επαφή, πέθανε πριν από δύο χρόνια. Είχε σκεφτεί να πάρει ένα σκύλο για να καταπολεμήσει τη μοναξιά αλλά τι της έφταιγε κι αυτό το καημένο; Όλη μέρα κλεισμένο με εκείνη να διηγείται παλιές ιστορίες θα ήταν. Το τηλέφωνο χτύπησε ξαφνικά. Ξαφνιάστηκε. Λίγος καφές έσταγε στη φούστα της καθώς τινάχτηκε απότομα στο άκουσμα του χτύπου.

«Παρακαλώ;»

Ήταν ένας άνδρας. Είχε βρει το τηλέφωνο μέσω μιας φίλης που την έψαξε στο διαδίκτυο, της είπε. Ζήτησε συγνώμη για την ενόχληση. Ήταν έτοιμη να το κλείσει, μην καταλαβαίνοντας τι ήθελε από εκείνη, όταν ο άνδρας ανέφερε το όνομα του πατέρα της. Αλεξάντερ Σέφερ. Μα πως τον ήξερε; Μετά της είπε και κάτι ακόμα που την ξάφνιασε. Ένα γνώριμο ελληνικό όνομα. Θάλεια Καστρέλλη. Το αίμα της πάγωσε και ένιωσε τις δυνάμεις της να την εγκαταλείπουν. Μα ποιος ήταν και τι ήξερε; Όταν συνέχισε να της εξηγεί η Ιρένε βρήκε το σημάδι που χρόνια έψαχνε. Αυτό που θα της έδινε ένα λόγο να μην παραιτηθεί από τη ζωή.

«Μα καλά δε το πιστεύω ότι την έπεισες.», έλεγε διαρκώς η Μυρτώ.

«Στη νομική μαθαίνεις τη δύναμη της πειθούς. Το πρόβλημα είναι πως θα την προσεγγίσουμε. Εντάξει, δέχτηκε να μας δει αλλά δε θέλω να τη σοκάρω με όλες αυτές τις πληροφορίες που έχουμε συγκεντρώσει.»

«Μπορεί και να τις ξέρει ήδη.», απάντησε η Μυρτώ καθώς έπινε την πορτοκαλάδα που της σέρβιρε η αεροσυνοδός πριν από λίγα λεπτά.

«Ναι μπορεί. Θα επαναλάβουμε τη γνωστή διαδικασία; Αφήνουμε πράγματα στο ξενοδοχείο και πηγαίνουμε να τη βρούμε;»

Κάποτε στο Νησί...Where stories live. Discover now