Chapter 2

52 7 2
                                    

Συνέχιζα να την κοιταω με απορία,
μα εκείνη δεν μου έδωσε την παραμικρή σημασία.
"Μαρια σου μιλάω" υψώσα τον τόνο της φωνής περισσότερο αυτή τη φορά.
Τινάχτηκε και γύρισε τρομαγμένη για να με αντικρίσει.
"Βαλέρια..τι στο καλό κανεις εδώ?" με ρώτησε αδιάφορα.
"Εγώ έπρεπε να κάνω αυτήν την ερώτηση Μαρια. Ξανά ρωταω τι κανεις με τα φορέματα της μητέρας μου" φωνάζω εξαλη
Αφήνει την κρεμαστά με το φορεμα στο κρεβάτι προσεκτικά και πέρνει μία μικρή ανάσα.
Περίμενω να μου μιλήσει, έχοντας σταυρωμένα τα χέρια μου και κουνώντας νευρικά το δεξί πόδι μου στο δάπεδο, Μα για ποιον λόγο έχω τόσο θυμό, αναρωτιέμαι αλλά πριν επεξεργαστω την απάντηση στο μυαλό μου, επιτέλους η Μαρια απόφασισε να μου μιλήσει.
"Κοιτά απλά πάντα μου άρεσαν αυτά τα φορέματα και υπέθεσα πως μπορούσα να τα έχω τώρα που πλέον δεν ζει"
"Και ποιον ρωρησες για αυτο?" την διακόπτω
"Μην με διακόπτεις Βαλέρια,προσπαθώ να σου εξηγήσω. Λοιπόν πήγα και ρωτησα τον πατέρα σου εάν μου το επιτρέπει και συμφώνησε. Δεν βλέπω πουθενά το κακό για να συμπεριφέρεσαι έτσι." λέει προφανώς ενοχλημένη.
"Μάλιστα, είναι δικά της Μαρια. Δεν μπορώ να φαντάζομαι να τα φοράει κάποια άλλη, δεν ξέρεις πως είναι" είπα και νιώθω την θληψη μου να ξυπνάει.
"Αν σε ενοχλεί τόσο πολύ δεν θα τα πάρω, απλά δεν είχα ποτέ τέτοια φορέματα και.." προσπάθησε να συνεχίσει αλλά για άλλη μία φορά την διέκοψα.
"Δεν πειράζει, και συγνώμη απλά μην πάρεις πολλά γιατί θέλω κι εγώ μερικά" χαμογελασα και την είδα να παίρνει ένα βλέμμα ανακούφισης
"Μείνε ήσυχη"είπε και αμέσως έστρεψε το σώμα της προς την ντουλάπα. Πήρα και εγώ μία ανάσα και πηγα να αποχώρησω από το δωμάτιο αλλά φαίνεται πως η Μαρια ήθελε κάτι να μου πει καθώς την άκουσα να λέει το όνομα μου.
" παρακαλώ" λέω απλά
"Γιατί δεν πας να μιλήσεις με τον πατέρα σου? Θα σε βοηθήσει γλυκιά μου"
Ήταν όντως μία καλή ιδέα. Εγνεψα καταφατικα το κεφάλι μου και τελικά έφυγα.
Τελικά θα έκανα το μπάνιο μου χωρίς το αφρολουτρο με το άρωμα λεβάντας..
Πήγα στο δωμάτιο μου και μπήκα κατευθείαν στο μπάνιο, αδιασα το αφρολουτρο και εβγαλα ότιδηποτε φορούσα. Ανακατεψα με το χέρι μου το νερό ως που να εμφανίστουν μπουρμπουλήθρες. Σίγουρα μετά από αυτό θα πρέπει να μιλήσω με τον πατέρα μου ,σκέφτηκα. Έτσι μπήκα γρήγορα στην μπανιέρα για να τελειώνω γρήγορα και να πάω στο γραφείο του. Μολις το κορμί μου καλύφθηκε από το ζεστο νεύρο όλο μου το σώμα χαλάρωσε. Έκανα το κεφάλι μου πίσω και έκλεισα τα μάτια μου, ο ύπνος ήταν ακριβώς ότι χρειαζόμουν για να ηρέμησω αλλά θα μου έτρωγε χρόνο. Σήμερα έχω αποφασήσει να αλλάξω και να αφήσω το άσχημο γεγονος που συνέβει πριν μία μία εβδομάδα και να ζήσω σαν μία φυσιολογικη 17χρονη. Ίσως όντως να πέθανε, να μην ζει να μην κινείται αλλά θα ζει πάντα μέσα στο μυαλό μου και στην καρδιά μου και αυτό θα με κρατάει ζωντανή. Ξανά χαμογελασα αλλά αυτή τη φορά αλλά όχι αδύναμα, αντιθέτως. Πήρα μία βαθιά ανάσα και σηκώθηκα από την μπανιέρα. Τύλιξα το βρεγμένο σώμα μου με μια πετσέτα και οδήγησα το σώμα μου στην ντουλάπα. Έβαλα με γρήγορες κινήσεις τα λευκά μου εσώρουχα και έπειτα φορεσα μία μαύρη βάρδια φόρμα και μία σκούρα γκρι κοντομανικη μπλούζα. Χτένισα τα μαλλιά μου και βγήκα από το δωμάτιο.
Άρχισα να κατέβαινω αργά τα σκαλιά για να μην πέσω κάτω από καμιά ζαλάδα, αφού έφτασα το τελευταίο σκαλί ένιωσα σαν μικρό παιδί που του δωρίζουν ένα γλυφιτζουρι για ένα κατόρθωμα που είχε πραγματοποίησει. Ίσως να εινα χαζό αλλά αυτό το συναίσθημα με κυριαρχούσε.
Το γραφείο του μπαμπά μου ήταν σε ένα διάδρομο από την αριστερη πλευρά του σαλονιού. Ετσι κι εγώ με γρήγορα βήματα κατάφερα να φτάσω και εκεί. Πήγα να χτυπησω την πόρτα αλλά ως δια μαγειας άνοιξε μόνη της. Ή πολύ απλά την άνοιξε κάποιος άλλος. Ήταν ένας κύριος,υπερβολικά όμορφος κύριος, με γαλανά μάτια που έμοιαζαν με απέραντους ωκεανούς,ήταν ψηλός και αδύνατος. Όχι παραπάνω από 22 σίγουρα.
Όσο τον επεξεργαζομουν η φωνή του μπαμπά μου με συνέφερε.
"Βαλέρια? Τι κάνεις εδώ κορίτσι μου"? Λέει απορημένος
"Ωω Τζοναθαν..αυτή είναι ή κόρη σου?" λέει ο κύριος με τα γαλανά μάτια έκπληκτος
Μα πριν προλάβει να με συστήσει ο μπαμπας μου πήρα τον λόγο πρώτη.
"Ναι είμαι..η κορη του"λέω κάπως νευρικά
" Χαίρω πολύ πασίγνωστη Βαλέρια, εγώ είμαι ο Λουις" λέει και καθώς πιάνει το χέρι μου και το φιλάει γρήγορα..


You look like hellWhere stories live. Discover now