Η Μαρία ήταν μόνη της στο σπίτι. Φυσικά και δεν φοβόταν, γιατί να φοβηθεί; Άλλωστε είναι η πρώτη φορά; Αλλά δεν ήταν απλά μόνη στο σπίτι. Ήταν μόνη σε ολόκληρη την "γειτονια". Ποια γειτονιά δηλαδή, μόνο ένα ηλικιωμένο ζευγάρι που έμενε απέναντι, και δίπλα κολλητά και από τις δυο πλευρές τα σπίτια ήταν εγκαταλελειμμένα. Μεγάλη ιστορία γιατί, ας επιστρέψουμε στην Μαρία. Η Μαρία λοιπόν, μόνη της γιατί οι γονείς της έφυγαν, είπαν ότι θα έρθουν κατά τις 12, ξεκούραστη ξάπλωσε στον καναπέ, και διάβασε ένα περιοδικό.
Δεν πέρασε πολλή ώρα, και ένας ήχος, όχι κάτι το ιδιαίτερο, ακούστηκε από το απέναντι σπίτι. Η Μαρία δεν ανησύχησε, αλλά από περιέργεια, πήγε στο παράθυρο να κοιτάξει. Δεν είδε κάτι. Όμως επειδή ποτέ δεν ξέρεις, πήρε τηλέφωνο να δει αν είναι όλα καλά. Βλέπετε, τα παιδιά του ηλικιωμένου ζευγαριού είχαν παρακάλεσει την οικογένεια της Μαρίας να προσέχουν τους γονείς τους, γιατί είναι πολύ μεγάλοι.
Η Μαρία πήρε, αλλά κανείς δεν το σήκωσε. Μόλις όμως ξανακοιταξε από το παράθυρο, είδε ότι το φως της τηλεόρασης έκαιγε. Αυτό της κίνησε την περιέργεια, έτσι αποφάσισε να πάει απέναντι να δει τι γίνεται.
Βγήκε, και φυσικά κλείδωσε την πόρτα, πήρε τα κλειδιά, πέρασε τον έρημο δρόμο και πήγε στο απέναντι σπίτι. Χτύπησε την πόρτα αρκετές φορές αλλά κανείς δεν απάντησε. Θα μπορούσε απλούστατα να πιστέψει ότι λείπουν, αλλά από το παράθυρο έβλεπε το φως της τηλεόρασης να αναβοσβήνει και την έκανε να ανησυχεί ακόμα περισσότερο.
Δεν είχε άλλη επιλογή, προσπάθησε να ανοίξει την πόρτα με το κλειδί που της είχαν δώσει τα παιδιά του ζευγαριού, και μπήκε. Κατευθύνθηκε στα δεξιά, στο σαλόνι. Δεν είδε τίποτα, μόνο την τηλεόραση να παίζει μόνη της στο σκοτάδι. Μήπως απλά ξέχασαν την τηλεόραση ανοικτή; Αυτό σκέφτηκε και ήταν έτοιμη να φύγει, όταν άκουσε έναν ήχο από τον πάνω όροφο. Το μυαλό της δεν πήγε στο κακό.
Άρχισε να ανεβαίνει τα σκαλιά, αργά αργά. Δεν έβλεπε τίποτα. Μόλις πήγε στο δωμάτιο από το οποίο προέρχονταν ο θόρυβος, αντίκρισε το σώμα της ηλικιωμένης κυρίας, με κομμένο το λαιμό, να κάθεται στο πάτωμα. Σοκαρίστηκε, και πήγε να δει αν ζει. Η ηλικιωμένη άνοιξε τα μάτια της και της είπε "Μαρία, μόνο ένα θέλω να θυμάσαι... κρύβεται...κρυβεται παντού.... κρύβεται στους τοίχους.. πρόσεχε τα ματια..."
Η Μαρία την αγκάλιασε, μέχρι που ξεψύχησε. Με τρεμουλο στα χέρια, η Μαρία σηκώθηκε και γύρισε για να φύγει από το δωμάτιο. Κατέβηκε κάτω, αλλά όταν πήγε να βγει από την πόρτα, είδε στο πάτωμα κάποιες πατημασιές με αίματα. Αμέσως σκέφτηκε ότι μπορεί να είναι ο ηλικιωμένος κύριος, και αποφάσισε να πάει μήπως τον βρει ζωντανό και τον σώσει. Ακολούθησε λοιπόν τις πατημασιές, οι οποίες σταματούσαν σε μια πόρτα. Άνοιξε την πόρτα για να δει, αντικριζοντας το νεκρό σώμα του ηλικιωμένου, μαχαιρωμένο. Δεν πρόλαβε να καταλάβει τι είδε, και ξαφνικά ένας πετάχτηκε πίσω από την πόρτα προς τα πάνω της. Η Μαρία με δύναμη έκλεισε την πόρτα του μπάνιου, κλείνοντας τον μέσα. Κλείδωσε, και ένιωσε ανακούφιση, αφού δεν υπήρχε κάποιο παράθυρο, όπου θα μπορούσε ο δολοφόνος να ξεφύγει. Τρέχοντας βγήκε από την πόρτα για να πάει στο σπίτι της να πάρει την αστυνομία. Μόλις όμως βγήκε από την πόρτα, είδε μέσα από το παράθυρο, την ηλικιωμένη κυρία να προσπαθεί να συρθει στην σκάλα. Πήγε μέσα να την βοηθήσει. Η Μαρία πήγε στο αυτί της Μαρίας λέγοντας της να μην φοβάται, αφού έχει κλειδώσει τον δολοφόνο στο μπάνιο. Η ηλικιωμένη γουρλωσε τα μάτια της, ψιθυρίζοντας στην Μαρία, ότι η κλειδαριά του μπάνιου είναι χαλασμένη.
Η Μαρία γύρισε, κοίταξε στο δωμάτιο με την τηλεόραση, και κοίταξε καθηλωμενη την σκοτεινή γωνία. Κάτι έβλεπε. Μόλις κοίταξε καλύτερα, αντίκρισε δυο μάτια να κοιτούν ακριβώς στα μάτια της.
Έκλεισε τα μάτια της, και μόλις τα άνοιξε είδε το δωμάτιο της, φωτεινό από το φως του ήλιου. Όλα ήταν ένα πολύ άσχημο όνειρο.
Πέρασαν 5 χρόνια από τότε, και η Μαρία δεν σταμάτησε κάθε βράδυ να βλέπει αυτά τα μάτια να την κοιτούν από το σκοτάδι, πριν κοιμηθεί.......ΤΕΛΟΣ
Γιάννης Παναγιωτίδης
![](https://img.wattpad.com/cover/84017921-288-k347774.jpg)
YOU ARE READING
Μικρά Βιβλία Τρόμου
Mystery / ThrillerΤρόμος. Αυτές οι ιστορίες θα σας διηγηθούν τις περιπέτειες που έζησαν αυτοί οι άνθρωποι, αντικριζοντας τον απόλυτο τρόμο. Σύντομες, ιστορίες με υπόθεση και δράση. Μικρές ώστε να μην σε κουράζουν, αλλά αρκετές για να σε τρομάξουν.