Ο άνθρωπος που ξεγέλασε τον θάνατο

35 3 2
                                    

Ήταν ο Κώστας,  88 χρονών!  Ήταν πολύ κακός άνθρωπος.  Μισούσε τους πάντες,  ποτέ δεν αγάπησε κάποιον.  Ακομα και την γυναίκα του, την κέρδισε μόνο με τα λεφτά του.  Αγαπούσε πολύ τα λεφτά του, κι έκανε μόνο έναν γιο, τον Γιάννη,  που είναι 18 χρονών. Αλλά πιο πολύ αγαπούσε την ζωή!  Η ζωή του ήταν ακριβώς όπως την ήθελε.  Δεν ήθελε να πεθάνει ποτέ.

Δυστυχώς όμως,  για όλους έρχεται κάποια στιγμή η ώρα. Έτσι ήρθε και για τον Κώστα.
Ήταν νύχτα και ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι του με την γυναίκα του, όταν ξαφνικά ξύπνησε.  Μπροστά του στέκονταν ο θάνατος,  ή αλλιώς ο χάρος,  όπως θέλετε πείτε τον.  Ήταν ντυμένος στα μαύρα, ενώ τα πόδια του δεν φαίνονταν αφού το μαύρο "νυφικό" του έφτασε έως κάτω.  Στο δεξί χέρι κρατούσε ενα δρεπάνι.
Ο Κώστας ήξερε ότι ήταν η ώρα,  αλλά δεν ήθελε με τίποτα να πεθάνει. 
Ο θάνατος άρχισε να του μιλάει..

Θ: Γεια σου Κώστα,  όπως καταλαβαίνεις ήρθε η στιγμή. Ελπίζω να χαίρεσαι που θα φύγεις από τον κόσμο τούτο,  όπως όλοι όσοι έχω πάρει μαζί μου...

Κ: Όχι!  Όχι δεν θέλω να έρθω μαζί σου! Μου αρέσει η ζωή μου. 

Θ: Τι;  Είναι πρώτη φορά που κάποιος δεν θέλει να τον πάρω.  Πάντα,  οι ηλικιωμένοι θέλουν να τους πάρω για να αναπαφτουν επιτέλους από τους πόνους των γεραματων.
Αλλά ας πάρουμε από την αρχή την ζωή σου. Ήσουν πάντα ένας μοναχικός τύπος, χωρίς φίλους...

Κ: Άσε με να τελειώσω εγώ!  Από παιδί η ζωή μου άρεσε.  Δεν χρειαζόμουν ποτέ κάποιον φίλο για να είμαι χαρούμενος...

Θ: Ενδιαφέρον που βλέπω και διαφορετικές απόψεις!  Κρίμα όμως,  που δεν μπορεί να γίνει αλλιώς. Πρέπει να σε πάρω!

Κ: Οοχιι δεν θέλω να με πάρεις θάνατε

Θ: Λοιπόν τώρα θα σε σφάξω με το δρεπάνι,  και η ψυχή σου θα έρθει μαζί μου.  Το μόνο που θέλω,  είναι να μου πεις ποιο είναι το πιο σημαντικό αντικείμενο στην ζωή σου. 

Κ: έμ τα λεφτά μου,  οι οικονομίες μου.

Θ: Και που βρίσκονται να πάω να τις πάρω;  Μετά στον άλλο κόσμο θα στις δώσω.

Κ: Είναι στον χρηματοκιβώτειο. Ο κωδικός 179564

Θ: Ωραία τώρα ετοιμάσου για το δρεπάνι. 

Ο Κώστας δεν ήθελε με τίποτα να πεθάνει,  έτσι όταν ο θάνατος πήγε να τον σφάξει,  αυτός απότομα γύρισε,  κι έτσι το δρεπάνι σκότωσε την γυναίκα του.  Έτσι ο Κώστας ξεγέλασε τον θάνατο. 
Όμως ο Κώστας περίμενε να γίνει κάτι,  αλλά δεν έγινε απολύτως τίποτα. 
Όταν κοίταξε καλύτερα το "νυφικό" του θανάτου,  πρόσεξε ότι είχε ετικέτα.  Αυτό του φάνηκε ύποπτο.
Έπρεπε να το καταλάβει. Δεν ήταν κανένας "θάνατος". Ήταν ληστής!  Σχεδίασε όλο αυτό το κόλπο για να πάρει τα λεφτά.  Αφού θα σκότωνε το ζευγάρι,  θα έπαιρνε τα λεφτά από το χρηματοκιβώτιο με το κόλπο του,  και θα έφευγε.

Δεν πήγε όμως όπως το περίμενε.  Ο Κώστας ξεγέλασε τον "θανατο" με αυτό που έκανε, κι έτσι ο θάνατος μέχρι να βγάλει το δρεπάνι από την κοιλιά της γυναίκας, ο Κώστας σηκώθηκε και τον κλώτσησε ρίχνοντας τον κάτω. 
Ο Κώστας κατέβηκε τρέχοντας κάτω για να καλέσει την αστυνομία. 
Αλλά κάτι ένιωθε ότι δεν κολλαει. Πως ο υποτιθέμενος θάνατος ήξερε τόσα πράγματα γι αυτόν;  Πως ήξερε ότι δεν είχε φίλους και ότι ήταν μοναχικός τύπος;
Αμέσως σκέφτηκε ότι ήταν ο γιος του ο Γιάννης.  Σίγουρα θα ήθελε τα λεφτά μου,  και θα είχε σχεδιάσει αυτό το σχέδιο με την μητέρα του για να με βγάλουν από την μέση.

Για να σιγουρευτεί πήγε στο δωμάτιο του Γιάννη για να δει αν είναι εκεί.  Όταν πήγε δεν είδε κανέναν στο κρεβάτι. Έτσι σιγουρεύτηκε τι συνέβη.
Πήγε πάνω για να κανονίσει.  Είδε τον Γιάννη να έχει στην αγκαλιά του την μισοπεθαμένη του μητέρα, και να κλαίει.  Τον Κώστα όμως δεν τον αγγιζε καθόλου αυτή η στιγμή, και φώναξε στον Γιάννη:

Κ: Οπως εσείς θέλατε να με σκοτώσετε,  έτσι θα σας σκοτώσω κι εγώ!

Γ: μα τι λες μπαμπά!  Δεν θέλαμε τίποτα τέτοιο! 

Κ: Πολύ αργά για εξηγήσεις. Ξέρω πολύ καλά τι σκαρωσατε για να με βγάλετε από την μέση.

Ο Κώστας έβγαλε το όπλο από την τσέπη του και πυροβόλησε τον γιο του και την μισοπεθαμενη γυναίκα του.
Ένιωθε ευχαριστημένος που πήρε εκδίκηση,  από την ίδια του την οικογένεια.  Τόσο κακός ήταν.

Όταν κοίταξε καλύτερα στον καθρέπτη όμως,  είδε μια φιγούρα πίσω του.  Γύρισε και είδε τον "ντυμένο θανατο" να ετοιμάζεται να τον χτυπήσει με το δρεπάνι.  Ο Κώστας αμέσως τον πυροβόλησε. Μόλις αντιλήφθηκε όμως ότι ο γιος του είχε δίκιο, τρελάθηκε. 

Το δικαστήριο τον έβγαλε αθώο, καθώς ισχυρίστηκε ότι ο ληστής πηρε το όπλο,  σκότωσε τον Γιάννη και την γυναίκα του και έπειτα αυτοκτόνησε. 

Ο Κώστας,  χωρίς τύψεις για ότι συνέβη,  συνέχισε την όμορφη ζωή του.
Όπως βλέπετε,  σε αυτή την ιστορία δεν υπάρχει ούτε δικαιοσύνη ούτε όμορφο happy end. Αυτή η ιστορία διηγηται τον αληθινό κόσμο, όπου ποτέ δεν θα υπάρξει δικαιοσύνη.  Ο κακός θα ευτυχήσει,  και ο καλός θα δυστυχησει....
ΤΕΛΟΣ

Γιάννης Παναγιωτίδης

Μικρά Βιβλία ΤρόμουNơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ